Το «αιχμαλωτισμένο κοινό» και η καμπάνια κατά των αμβλώσεων στο Μετρό
Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Συντάγματος «Ο τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε είδους προληπτικό μέσο απαγορεύεται». Συνεπώς, η εξάρτηση μιας δημοσίευσης από προηγούμενη διοικητική άδεια είναι κατ’ αρχήν αντίθετη στο Σύνταγμα. Η απαγόρευση αυτή ισχύει μάλιστα και για τις δημόσιες επιχειρήσεις, που ως Ανώνυμες Εταιρίες διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο, στο μέτρο που το Σύνταγμα ορίζει ότι «τα δικαιώματα ισχύουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν».
Ωστόσο, ο κανόνας αυτός, αν και πολύ αυστηρός, κάμπτεται σε περίπτωση όπου η δημοσίευση γίνεται σε ειδικά διαφημιστικά πλαίσια, προορισμένα για εμπορική εκμετάλλευση μιας δημόσιας επιχείρησης, όπως συνέβη με την πολύκροτη καμπάνια κατά των αμβλώσεων σε κεντρικούς σταθμούς του Μετρό της Αθήνας. Είναι προφανές ότι η διαφήμιση αποβλέπει στην αύξηση της κερδοφορίας του διαφημιζόμενου και έχει κόστος. Άλλωστε, εξαιτίας του εμπορικού της χαρακτήρα, παρότι δεν στερείται προστασίας με βάση την ελευθερία της έκφρασης, δεν αποκλείεται η εντονότερη ρύθμιση της διαφήμισης, για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Στρατευμένη θέση και διαφημιστικό μήνυμα στο Μετρό
Τί ισχύει όμως σε περίπτωση κατά την οποία προβάλλεται στα ειδικά διαφημιστικά πλαίσια του Μέτρο, όχι οποιοδήποτε εμπορικό προϊόν, αλλά μία σαφώς «στρατευμένη» θέση σε ένα εξαιρετικά επίμαχο και διχαστικό κοινωνικοπολιτικό και ηθικό ζήτημα, όπως, εν προκειμένω, η καμπάνια «Αφήστε με να ζήσω» κατά των αμβλώσεων; Τρεις είναι οι κανόνες που διέπουν το συγκεκριμένο αυτό πρόβλημα. Οι δύο είναι γενικοί, ενώ ο τρίτος ειδικός.
Πρώτον, η απαγόρευση δημοσίευσης ενός επίμαχου μηνύματος κοινωνικού, ηθικού ή πολιτικού περιεχομένου δεν μπορεί να βασίζεται στην αντίθεση ή την αντίρρηση του φορέα της κρατικής εξουσίας στο περιεχόμενο του μηνύματος, εφόσον αυτό δεν παραβιάζει δικαιώματα τρίτων, αλλά απλώς ταράζει, ενοχλεί, σοκάρει ή ακόμη και εξοργίζει. Περαιτέρω, συμπληρωματική της αρχής αυτής είναι και εκείνη που προβλέπει ότι η κατ’ αρχήν η αντίθεση του κοινού, και μάλιστα της πλειοψηφίας, στο ενοχλητικό μήνυμα δεν αποτελεί ποτέ επαρκή λόγο για να δικαιολογηθεί η απαγόρευσή του. Αλίμονο αν η ελευθερία της έκφρασης είχε ως κριτήριο της συνταγματικής της προστασίας τις αντιρρήσεις και τις αντιδράσεις της πλειοψηφίας.
Δεύτερον, η απόφαση απαγόρευσης μιας δημοσίευσης πρέπει να μην επιβάλλεται ειδικώς ενόψει συγκεκριμένης δημοσίευσης (ad hoc), αλλά να βασίζεται σε γενικές διατάξεις ή σε κανονισμό λειτουργίας που προβλέπει τυχόν όρους και περιορισμούς δημοσίευσης με αντικειμενικό περιεχόμενο, πρόσφορους για ουδέτερη εφαρμογή, χωρίς διακρίσεις υπέρ ή κατά της μιας ή της άλλης θέσης, στα επίμαχα ζητήματα.
Εξάλλου, οι περιορισμοί που τίθενται πρέπει να είναι εύλογοι, πρόσφοροι και αναγκαίοι, λαμβάνοντας υπόψη τον θεμελιώδη χαρακτήρα της ελευθερίας της έκφρασης για μία ανοικτή και πλουραλιστική κοινωνία, όπου όλες οι απόψεις συζητούνται ανοικτά και ελεύθερα. Η αρχή της αναλογικότητας, όπως τουλάχιστον νοείται στην Ευρώπη, δικαιολογεί ενδεχομένως τον περιορισμό λόγου με μισαλλόδοξο περιεχόμενο, ο οποίος δεν αποσκοπεί απλώς στην προβολή μιας επίμαχης άποψης, αλλά στοχεύει ευθέως στην προσβολή και τον κοινωνικό αποκλεισμό τρίτων, με τρόπο ασυμβίβαστο με την αναγκαία ανεκτικότητα που πρέπει να δείχνουν, η μία προς την άλλη, οι αντιτιθέμενες κοινωνικές ομάδες της πλουραλιστικής και δημοκρατικής κοινωνίας μας.
Συνεπώς, υπερακοντίζει σαφώς το θεμιτό πλαίσιο των περιορισμών της ελευθερίας του λόγου η άποψη που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών ότι «Οι καμπάνιες που γίνονται στους δημόσιους χώρους δεν πρέπει να διχάζουν την κοινή γνώμη».[1] Ο δημόσιος χώρος συνδέεται στενά με τη δημοκρατική λειτουργία της κοινωνίας και έχει ακριβώς ως αποστολή να είναι το φόρουμ για καμπάνιες που διχάζουν, ταράζουν, ενοχλούν, ακόμη και εξοργίζουν.[2]
Το συνταγματικό καθεστώς του δημόσιου χώρου σημαίνει ότι προστατεύεται από το Σύνταγμα η προβολή στα διαφημιστικά πλαίσια του Μετρό απόψεων, οι οποίες «προσβάλλουν γυναίκες που έχουν αναγκαστεί να κάνουν μια τέτοια δύσκολη επιλογή στη ζωή τους», όπως είναι η άμβλωση; Ορθώς αυτή τη φορά η ανακοίνωση του ανωτέρω Υπουργείου υπολαμβάνει ότι η απάντηση σε τούτο το ερώτημα πρέπει να είναι αρνητική – με ποια όμως αιτιολογία;
Το αιχμαλωτισμένο κοινό
Η τρίτη αρχή, που επιβάλλεται να ληφθεί υπόψη σε σχέση με τις διαφημιστικές αφίσες και καμπάνιες του Μετρό για ζητήματα κοινωνικοπολιτικού και ηθικού περιεχομένου αφορά το γεγονός ότι οι επιβάτες του Μετρό εμπίπτουν στην ειδική κατηγορία του «αιχμαλωτισμένου κοινού», δηλαδή αυτού που αποκαλείται στο αμερικανικό συνταγματικό δίκαιο captive audience.[3]
Η επιβάτης που χρειάζεται να χρησιμοποιήσει τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς δεν μπορεί να αποφύγει την αίθουσα αναμονής του αεροδρομίου, το βαγόνι ή την αποβάθρα του Μετρό, το λεωφορείο της δημόσιας συγκοινωνίας κλπ. Η εκμετάλλευση αυτής της ανάγκης της ισοδυναμεί με μια μορφή καταναγκασμού, η οποία τη στερεί από την αρνητική έκφραση της ατομικής ελευθερίας, δηλαδή την επιλογή να μην εκτεθεί σε ένα μήνυμα το οποίο επιθυμεί να αποφύγει. Με τον τρόπο αυτό, επέρχεται και προσβολή της ιδιωτικής ζωής, της προσωπικής σφαίρας του προσώπου.
Όποιοι εύκολα αντιμετωπίζουν τη διακοπή της καμπάνιας κατά
των αμβλώσεων ως «νίκη», φοβάμαι ότι παραβλέπουν ότι αυτή θα ήταν «Πύρρειος»
νίκη, αν δεν συνδυαστεί με την αποκρυστάλλωση των τριών ανωτέρω αρχών, οι
οποίες θα πρέπει να τηρούνται, για τη διαφύλαξη της ελευθερίας του λόγου στη
χώρα μας και για τη διατήρηση του ανοικτού και πλουραλιστικού χαρακτήρα της
κοινωνίας μας.
Υποσημειώσεις
[1] http://www.yme.gov.gr/2013-01-31-06-37-23/2013-01-31-07-00-49/item/7924-sxetika-me-tin-kampania-enantion-ton-amvloseon-sto-metro
[2] Βλ. τη διατριβή της Στ. Γεωργίου, Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2017.
[3] PUBLIC UTILITIES COMMISSION OF THE DISTRICT OF COLUMBIA ET AL. v. POLLAK ET AL., 343 U.S. 451 (1952), Δικαστής Ντάγκλας, σ. 408: «Compulsion which comes from circumstances can be as real as compulsion which comes from a command. The streetcar audience is a captive audience. It is there as a matter of necessity, not of choice». LEHMAN v. CITY OF SHAKER HEIGHTS ET AL., 418 U.S. 298 (1974), Δικαστής Ντάγκλας, σ. 307 «In my view the right of the commuters to be free from forced intrusions on their privacy precludes the city from transforming its vehicles of public transportation into forums for the dissemination of ideas upon this captive audience».
Γιάννη Α. Τασόπουλος
Καθηγητής δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Δικηγόρος