Στις 18.5.2020 ψηφίστηκε διάταξη στο Κοινοβούλιο της Ουγγαρίας, σύμφωνα με την οποία ορίζεται ως «φυσικό φύλο» εκείνο που «βασίζεται στη γέννηση και το γονιδίωμα» και κατ’ αποτέλεσμα δεν αναγνωρίζεται πλέον η ιδιότητα των «τρανσέξουαλ» σε άτομα που έχουν προβεί σε αλλαγή φύλου και απαγορεύεται η αναγραφή της ως άνω αλλαγής στα δημόσια μητρώα και σε επίσημα έγγραφα. Από νομική άποψη, η συγκεκριμένη τροποποίηση πάσχει πολλαπλά και βαριά και καθιστά την Ουγγαρία, όχι για πρώτη φορά, υπόλογη για παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων αλλά και του κοινοτικού κεκτημένου.
Από διαδικαστική άποψη, δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη μια αλλαγή που αφορά σε θεμελιώδη δικαιώματα, όταν υλοποιείται εντός περιόδου έκτακτης, λόγω πανδημίας, ανάγκης, πόσο μάλλον που στην Ουγγαρία η έκτακτη αυτή κατάσταση έλαβε τη μορφή «αυτό-αποκλεισμού» του Κοινοβουλίου και ανάθεσης της διακυβέρνησης απευθείας στο υπουργικό Συμβούλιο, δηλαδή ουσιαστικά στον πρωθυπουργό, μέσω διαταγμάτων. Ναι μεν, τυπικά, η συνέχιση της «νομοθέτησης» προβλέπεται και η ψηφοφορία (134 ψήφοι υπέρ, 56 κατά, 4 αποχές) δεν πάσχει καθεαυτήν, όμως ο συνδυασμός της έκτακτης ανάγκης με το αντικείμενο της ψηφοφορίας θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι την καθιστά καταχρηστική. Το ίδιο ισχύει και για το γενικότερο «πακέτο» θεμάτων σχετικών με ανθρώπινα δικαιώματα που επιχειρεί να περάσει εν μέσω πανδημίας η ουγγρική κυβέρνηση.
Αντίθετη στο κράτος δικαίου καθιστά τη διάταξη και μόνο το γεγονός ότι καταργεί ένα υπάρχον, και νομοθετικά οριοθετημένο, ατομικό δικαίωμα. Κατά πάγια αρχή του δημοσίου δικαίου, αλλά και της νομολογίας εθνικών και διεθνών συνταγματικών δικαστηρίων, κατάργηση δικαιώματος χωρεί μόνο στις πολύ οριακές περιπτώσεις της πρόδηλης παρανομίας ή της παραβίασης των δικαιωμάτων άλλων ομάδων ή προσώπων και δεν υπόκειται σε αμιγώς «πολιτικές», σχετικές δηλαδή με τις απόψεις του κυβερνώντος κόμματος ή με την συγκυρία, σταθμίσεις.
Η αντίθεση με το Σύνταγμα της Ουγγαρίας
Η συγκεκριμένη διάταξη φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα της Ουγγαρίας, και ειδικά τις διατάξεις περί ατομικής ελευθερίας και ισότητας, κάτι που βέβαια θα κρίνει το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας. Το πρόβλημα είναι ότι το δικαστήριο αυτό, με σειρά ειδικών διατάξεων που ψήφισε η κυβέρνηση Όρμπαν στις τρεις θητείες της, έχει «διαμορφωθεί» κατά τρόπο που δεν εγγυάται την αμεροληψία των δικαστών και την υπερίσχυση της νομικής τους κρίσης επί της κομματικής τους υποταγής. Παρότι κατά τη «συζήτηση» στη Βουλή αναφέρθηκε ότι υπάρχουν παλιότερες αντίθετες με το πνεύμα της νομοθετικής αλλαγής αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου, οι επιφυλάξεις για τη στάση του παραμένουν.
Η παραβίαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της Χάρτας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.
Η ίδια διάταξη παραβιάζει επίσης σειρά διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της Χάρτας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, νομικά κείμενα που αμφότερα παράγουν έννομα αποτελέσματα και για την Ουγγαρία.
Από πλευράς ΕΣΔΑ παραβιάζεται το άρθρο 8 περί σεβασμού της «ιδιωτικής» (πέραν της οικογενειακής) ζωής και η απαγόρευση «επέμβασης δημόσιας αρχής κατά την άσκηση αυτού του δικαιώματος». Βέβαια, το παλαιότερο και «παραδοσιακότερο» κείμενο της ΕΣΔΑ, μετά την αναφορά του αναγκαίου – και μάλιστα με τα κριτήρια «μιας δημοκρατικής κοινωνίας» – μέτρου, ορίζει ως κριτήριο πιθανών επεμβάσεων, μεταξύ άλλων, και την «προστασία της ηθικής». Ωστόσο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων έχει νομολογήσει σαφώς υπέρ του απορρέοντος από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ δικαιώματος αλλαγής φύλου και αναφοράς της αλλαγής σε δημόσια έγγραφα στην υπόθεση Garcon και Nicot κατά Γαλλίας (2017).
Με βάση τα αποτελέσματα που επέρχονται από τη νομοθετική αλλαγή, παραβιάζεται επίσης το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ περί απαγόρευσης των διακρίσεων, στο οποίο γίνεται ρητή αναφορά στις διακρίσεις λόγω φύλου. Η μη αναγνώριση φύλου και ο στιγματισμός λόγω της μη αναγνώρισης, αλλά και της αναντιστοιχίας μεταξύ αυτού που «θέλει να είναι» το άτομο και αυτού που «λένε τα χαρτιά του ότι είναι», παραβιάζει τον πυρήνα της απαγόρευσης.
Η Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων είναι ακόμα πιο προστατευτική της ιδιωτικής ζωής και της ελευθερίας σεξουαλικού αυτοπροσδιορισμού: το πρώτο της άρθρο κατοχυρώνει το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, εγγενές στοιχείο της οποίας είναι η ελεύθερη επιλογή του κάθε ατόμου γι’ αυτό που είναι και που θέλει να είναι (είναι χαρακτηριστικό ότι η Χάρτα μιλά παντού για «άτομα» ή «πρόσωπα», ακόμα και σχετικά με το δικαίωμα γάμου –άρθρο 9-, το οποίο υπάγει στις εθνικές νομοθεσίας και δεν το ορίζει, όπως η ΕΣΔΑ, ως ένωση άντρα και γυναίκας). Η Χάρτα δεν αναγνωρίζει περιορισμό δικαιωμάτων για λόγους που σχετίζονται με τα ήθη, παρά μόνο (άρθρο 52 παρ. 1) «εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων».
Προσπάθεια Συνειδητής Σύγχυσης
Η στιγμή που επελέγη για να περάσει η διάταξη, την επαύριον της «Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Ομοφοβίας, Αμφιφοβίας και Τρανσφοβίας», δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία και πάντως σηματοδοτεί μια προσπάθεια συνειδητής σύγχυσης, εκ μέρους της ουγγρικής κυβέρνησης, ανάμεσα στις περί ηθικής απόψεις (της ίδιας της κυβέρνησης, ή ακόμα και της κοινωνικής πλειοψηφίες) με τα δημοκρατικά εχέγγυα περί προστασίας των δικαιωμάτων.
Το ευρωπαϊκό συνταγματικό κεκτημένο είναι σαφές ως προς αυτό: ανεξαρτήτως του τι πιστεύει κάποιος για τις επιλογές κάποιου άλλου ατόμου, και ανεξαρτήτως του αριθμού ή της ισχύος των προσώπων που πιστεύουν το ένα ή το άλλο, οι –νομικοί και κοινωνικοί- κανόνες της συνύπαρξης επιβάλλουν, και προστατεύουν, το σεβασμό των ιδιωτικών επιλογών του καθενός, στο μέτρο που δεν παραβιάζουν άλλα ή άλλων δικαιώματα.
Η Ελληνίδα Πρόεδρος της Δημοκρατίας βρήκε (17/5/2020) τα ορθά λόγια: «Οι διώξεις, οι διακρίσεις η κοινωνική περιθωριοποίηση των ΛΑΟΤΚΙ συνανθρώπων μας είναι μια πραγματικότητα που μας αφορά όλους, αφού πλήττει στον πυρήνα της την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και συρρικνώνει την έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καταδικάζουμε τις διακρίσεις, τη ρητορική μίσους, τη βία σε βάρος προσώπων λόγω ταυτότητας, φύλου, γενετήσιου προσανατολισμού ή οποιασδήποτε άλλης αιτίας και υποστηρίζουμε το δικαίωμα του καθενός στην ελεύθερη έκφραση, την ασφάλεια, τον αυτοκαθορισμό και την ίση μεταχείριση». Το μόνο που θα πρόσθετα: δεν καταδικάζουμε, και δεν υποστηρίζουμε, εμείς, αλλά η ευρωπαϊκή συνταγματική δημοκρατία.
Κώστας Μποτόπουλος
Δρ. Συνταγματικού Δικαίου, Υπεύθυνος Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων στην Τράπεζα της Ελλάδος