Από τα μέσα Μαΐου βρισκόμαστε τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες στη λεγόμενη φάση 2 της διαχείρισης της πανδημίας, δηλαδή στη φάση της συμβίωσης με τον ιό, χωρίς lockdown, που ήταν το βασικό και το πιο αποτελεσματικό μέσο αντιμετώπισης της πανδημίας στη φάση 1. Είμαστε ακόμα αρκετά μακριά από τη φάση 3, που θα αρχίσει εάν και όταν βρεθεί ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο, και πολύ περισσότερο από την φάση 4, δηλαδή το τέλος της πανδημίας και την επάνοδο στην κανονικότητα.
Η φάση 2 αποδεικνύεται πιο απρόβλεπτη και επικίνδυνη από τη φάση 1, μεταξύ άλλων και για τον λόγο ότι ορισμένες επιστημονικές αβεβαιότητες επιλύθηκαν με βάση το χειρότερο σενάριο, για παράδειγμα με τη μη υποχώρηση του ιού το καλοκαίρι. Στη φάση 1 δεν χρειαζόταν τόσο η αυθόρμητη συνεργασία των πολιτών όσο η υπακοή τους στα αυστηρά περιοριστικά μέτρα του lockdown. Είτε λόγω του φόβου του θανάτου (οι εικόνες από το Μπέργκαμο τον Μάρτιο του 2020 με τα φέρετρα πάνω στα στρατιωτικά καμιόνια είναι το σύμβολο ενός παγκόσμιου δράματος), είτε λόγω του φόβου των κυρώσεων (διοικητικών και ποινικών) για μη συμμόρφωση προς τα περιοριστικά μέτρα, είτε λόγω της επικράτησης ενός αισθήματος κοινωνικής αλληλεγγύης μεταξύ των πολιτών, το lockdown λειτούργησε και πέτυχε. Έγινε άλλωστε κατανοητό από τους περισσότερους, αν και όχι από όλους, ότι το 2020 δεν είναι 1933, δηλαδή ότι η πανδημία δεν είναι ένα πρόσχημα για την επιβολή ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος (κι όμως ο Agamben, στο μόλις εκδοθέν βιβλίο του, Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε; Η επιδημία ως πολιτική, 2020, εκδ. Quodlibet, επιχειρεί μια τέτοια άστοχη και άσχετη συσχέτιση).
Ωστόσο, η χαλάρωση των μέτρων στη φάση 2, η οποία ήταν επιτρεπτή από επιδημιολογική άποψη, αφού το RO ήταν ήδη αρκετά κάτω από το 1, και αναγκαία από την άποψη του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, ιδίως για τη διασφάλιση του δικαιώματος στην εργασία (βλ. Χ. Ανθόπουλου, Πανδημία, δικαίωμα στην υγεία και καθήκον αλληλεγγύης, ΕφημΔΔ 1/2020), συνοδεύτηκε από μια χαλάρωση τόσο της κρατικής όσο και της ατομικής ευθύνης. Από την πλευρά του Κράτους, για να αναφερθούμε μόνο σε δύο ενδεικτικά παραδείγματα, δεν υπήρξε μέριμνα για τη μείωση του κινδύνου στα μέσα μαζικής μεταφοράς στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, και δεν θεσπίστηκε, όπως αντίθετα έγινε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή μεγάλες πόλεις (π.χ. Παρίσι), η υποχρέωση χρήσης μάσκας –με κάποιες λογικές εξαιρέσεις- και σε ανοικτούς χώρους. Από την πλευρά των πολιτών, ιδίως μεταξύ των νέων, μετά το lockdown και την έναρξη των καλοκαιρινών διακοπών, ήταν διάχυτη η αίσθηση ότι τα δύσκολα είχαν περάσει.
Έτσι η φάση 2, αντί να είναι η φάση της μέγιστης κρατικής και ατομικής ευθύνης, έγινε αντιληπτή ως η φάση της ανάκτησης της ελευθερίας. Μια ψευδαίσθηση που μας έφερε στην κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα, ένα βήμα πριν από τη μερική ή ολική επαναφορά στο καθεστώς των αυστηρών περιοριστικών μέτρων, ακόμη και στο lockdown. Άλλωστε, το ελληνικό Σύνταγμα δεν αφήνει ολότελα την ατομική ευθύνη στη σφαίρα της προσωπικής ή κοινωνικής ηθικής. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι καταστάσεις κοινωνικής ανάγκης, όπως η πανδημία, «Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης» (άρθρο 25 παρ. 4 Συντ.).
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Καθηγητής Δικαίου και Διοίκησης ΕΑΠ
*Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ στις 27.9.2020.