Νόμιμη και συνταγματική η απόφαση απαγόρευσης της πορείας για το Πολυτεχνείο

Η αποφασισθείσα απαγόρευση είναι από συνταγματικής και νομοθετικής πλευράς απολύτως σύννομη, θα έλεγα δε, ενόψει των απαγορεύσεων κάθε είδους δημοσίων συναθροίσεων ακόμα και σε εθνικές εορτές και υπό το πρίσμα της γενικής αρχής της ισότητας ενώπιον του νόμου (άρθρο 4 παρ. 1 Σ), και επιβεβλημένη.

Ο νέος Ν. 4703/2020

Με αφορμή την απόφαση της Κυβέρνησης να εξαγγείλει την απαγόρευση της διεξαγωγής της πορείας για την επέτειο του Πολυτεχνείου πέραν της πολιτικής σκοπιμότητας εγέρθηκαν από κύκλους ορισμένων κομμάτων της Αντιπολίτευσης και από τις ομιλίες ορισμένων Αρχηγών κομμάτων κατά την συζήτηση στην Βουλή την Πέμπτη 11 Νοεμβρίου και ζητήματα νομιμότητας και συνταγματικότητας της απαγόρευσης. Το θέμα συνταγματικά και νομοθετικά έχει ως εξής:

Το ζήτημα των δημόσιων υπαίθριων συγκεντρώσεων, σταθερών ή κινούμενων όπως είναι μία πορεία, ρυθμίζονται καταρχήν από τον πρόσφατο Ν. 4703/2020[1] και το κατ’ άρθρο 14 εκτελεστικό αυτού ΠΔ 73/2020[2]. Η απαγόρευση μίας δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ως μέτρο προληπτικό και γι αυτό το επαχθέστερο περιοριστικό του δικαιώματος του συνέρχεσθαι που προστατεύεται από τα άρθρα 11 παρ. 1 Σ[3] και 11 παρ. 1 ΕΣΔΑ[4], ρυθμίζεται από το άρθρο  7 Ν. 4703/2020 το οποίο στην παρ. 1 ορίζει ότι επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί αν: α) επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, λόγω ιδιαιτέρως πιθανής διάπραξης κάποιων σοβαρών εγκλημάτων, ιδίως, κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας ή β) απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή ή γ) πρόκειται για την λεγόμενη «αντισυγκέντρωση». Το άρθρο 10 παρ. 1 του νόμου ορίζει το αρμόδιο όργανο για την λήψης της απόφασης απαγόρευσης[5] και το άρθρο 8 του ως άνω ΠΔ ορίζει λεπτομερειακά την διαδικασία.

Οι περ. (α) και (β) αποτελούν ουσιαστικά επανάληψη των περιπτώσεων που προβλέπει η παρ. 2 του άρθρου 11 Σ[6], χωρίς όμως να γίνεται η διάκριση που προβλέπει αυτή η διάταξη μεταξύ γενικής απαγόρευσης και απαγόρευσης σε συγκεκριμένη περιοχή και με την επίσης διαφορά ότι η αόριστη νομική έννοια της «δημόσιας ασφάλειας» εξειδικεύεται στην ιδιαιτέρως πιθανή διάπραξη των σοβαρών εγκλημάτων που μνημονεύει. Καμία από τις ως άνω περιπτώσεις δεν περιλαμβάνει και την προστασία της δημόσιας υγείας ως λόγο απαγόρευσης μίας δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ενώ ο λόγος αυτός δεν μπορεί να ενταχθεί στις αόριστες νομικές έννοιες της «δημόσιας ασφάλειας» ή της «κοινωνικοοικονομικής ζωής», τοσούτω μάλλον που ο συνταγματικός νομοθέτης σε άλλες διατάξεις (πρβλ. την ερμηνευτική δήλωση κάτω από το άρθρο 5 Σ και το άρθρο 22 παρ. 4 υποπαρ. β΄ Σ) την αντιμετωπίζει expressis verbis ως ξεχωριστό έννομο αγαθό και δικαιολογητικό λόγο περιορισμού θεμελιωδών δικαιωμάτων. Άρα είναι η απαγόρευση της πορείας παράνομη;

Η από 20-3-2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου – Νομιμότητα της απαγόρευσης

Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί κάτι τέτοιο εάν οι περιπτώσεις απαγόρευσης μίας υπαίθριας δημόσιας συνάθροισης υπό τις παρούσες συνθήκες πανδημίας δεν ρυθμίζονταν από άλλο νομικό πλαίσιο. Εν προκειμένω, επειδή η απαγόρευση λαμβάνεται εν καιρώ πανδημίας Covid-19 και για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας που συνίστανταιστην μείωση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρθρου εξηκοστού ογδόου παρ. 2 της από 20-3-2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου[7], η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 Ν. 4683/2020[8], που ορίζει ότι στην παραπάνω περίπτωση είναι δυνατόν,με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, να επιβάλλεται, για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, σε όλη την Επικράτεια ή σε ορισμένη μόνο περιοχή, απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων, στις οποίες συμμετέχει ένας ελάχιστος αριθμός ατόμων. Με την ίδια απόφαση μπορούν να προβλέπονται διοικητικά πρόστιμα σε περίπτωση παραβίασης της απαγόρευσης. Η τελευταία διάταξη αποτελεί, για όσο καιρό εξακολουθεί να υφίσταται η πανδημία και μόνο για τις περιπτώσεις προστασίας από την πανδημία, ειδικότερη ρύθμιση σε σχέση προς αυτές των άρθρων 7 και 10 του γενικότερου Ν. 4703/2020 και ως εκ τούτου υπερισχύει αυτού κατά τον ερμηνευτικό κανόνα lex specialis derogat legi generali, ανεξαρτήτως του εάν ο τελευταίος είναι μεταγενέστερος, ούτως ώστε δεν ισχύει η αρχή lex posterior derogat legi priori.

Η συνταγματικότητα της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου

Το ερώτημα που ανακύπτει περαιτέρω είναι εάν η εν λόγω διάταξη της ΠΝΠ και του κυρωτικού αυτής νόμου είναι σύμφωνη με το άρθρο 11 παρ. 2 Σ που δεν προβλέπει την δημόσια υγεία ως λόγο περιορισμού του δικαιώματος του συνέρχεσθαι του οποίου την προστασία υπάγει σε ειδική επιφύλαξη του νόμου και επιτρέπει την απαγόρευση ειδικά για συγκεκριμένους λόγους. Κατά την εδώ υποστηριζόμενη άποψη συνταγματικά δεν υπάρχει πρόβλημα διότι η απαγόρευση των δημόσιων συναθροίσεων όπως και κάθε άλλο περιοριστικό μέτρο εν καιρώ πανδημίας αποσκοπεί στην προστασία της δημόσιας υγείας ως συλλογικού έννομου αγαθού που συντίθεται από τα συνταγματικά θεμελιώδη δικαιώματα της υγείας (άρθρα 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 Σ) και της ζωής (άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 και 2 Σ). Η προστασία αυτών των θεμελιωδών δικαιωμάτων δικαιολογεί τους περιορισμούς και σε θεμελιώδη δικαιώματα που δεν προστατεύονται υπό την επιφύλαξη του νόμου ή με ειδική επιφύλαξη του νόμου και πέραν αυτής, όπως στην περίπτωση του άρθρου 11 παρ. 2 Σ. Κατά την σύγκρουση των συνταγματικών αυτών δικαιωμάτων και την στάθμιση με βάση τις αρχές της αναλογικότητας, της δίκαιης ισορροπίας και της πρακτικής εναρμόνισης των συγκρουομένων δικαιωμάτων θα πρέπει να υπερισχύσουν τα ως άνω δικαιώματα της δημόσιας υγείας, εάν κρίνει κάποιος από το πόσο επικίνδυνο είναι να μεταδοθεί ο ιός μέσω μίας δημόσιας συνάθροισης δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων και με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ζωή και την υγεία των συνανθρώπων μας αλλά και το Εθνικό Σύστημα Υγείας[9]. Κατά συνέπεια η αποφασισθείσα απαγόρευση είναι από συνταγματικής και νομοθετικής πλευράς απολύτως σύννομη, θα έλεγα δε, ενόψει των απαγορεύσεων κάθε είδους δημοσίων συναθροίσεων ακόμα και σε εθνικές εορτές και υπό το πρίσμα της γενικής αρχής της ισότητας ενώπιον του νόμου (άρθρο 4 παρ. 1 Σ), και επιβεβλημένη.

Η κατά συρροή αντισυνταγματικότητα και η κοινωνική επικινδυνότητα της ανυπακοής

Πρέπει να γίνει σαφές σε όσους διατείνονται τα αντίθετα ότι οι περιορισμοί δεν τίθενται για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, όπως η απαγόρευση της πορείας από την Βουλή προς την αμερικανική πρεσβεία το 1980 αλλά για λόγους πολιτικά ουδέτερους μεν, ζωτικής σημασίας δε, για το σύνολο του πληθυσμού και το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Ανάλογοι περιορισμοί τέθηκαν και για άλλες εκδηλώσεις μείζονος εθνικής σημασίας, όπως αυτές για τις εθνικές επετείους της 25ης Μαρτίου και 28ης Οκτωβρίου, χωρίς να υπάρξουν ανάλογες αντιδράσεις, ενώ για τους ίδιους λόγους δεν εορτάστηκε η μεγαλύτερη θρησκευτική εορτή της Ορθοδοξίας, το Πάσχα, πάλι χωρίς ανάλογες αντιδράσεις. Όλοι εκόντες άκοντες σεβάσθηκαν αυτές τις απαγορεύσεις. Το να καλούν ορισμένα κόμματα και οι Αρχηγοί τους σε ανυπακοή στον συγκεκριμένο νόμο και μάλιστα από το βήμα της Βουλής, εκτός του ότι υπό τις παρούσες συνθήκες είναι εθνικά επικίνδυνο εάν όχι καταστροφικό για την δημόσια υγεία, είναι και αντίθετο όχι μόνο στην προμνημονευθείσα αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου αλλά και στην αρχή του Κράτους Δικαίου, το οποίο δεν περιέχει μόνο την αρχή της νομιμότητας για την εκτελεστική εξουσία αλλά και την εφαρμογή των νόμων από τους ιδιώτες, καθώς και τον κολασμό της μη εφαρμογής των νόμων από τα αρμόδια όργανα της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας.

Η μόνη αντίδραση στο νόμο που θεωρείται συνταγματικά δικαιολογημένη είναι αυτή της καταφυγής στην αρμόδια δικαστική εξουσία που έχει εκ του Συντάγματος και του νόμου την αρμοδιότητα να κρίνει εάν ένας νόμος είναι αντισυνταγματικός και μία διοικητική πράξη παράνομη[10]. Οι διαφωνούντες με την απόφαση αυτή έχουν το δικαίωμα και μπορούν να το ασκήσουν ακόμη και με προσωρινή δικαστική προστασία. Όλα τα άλλα σημαίνουν ότι κάποιοι αξιώνουν ιδιαίτερη μεταχείριση ενώπιον του Συντάγματος και του νόμου ωσάν τα δικαιώματά τους για το ίδιο ή παρεμφερές θέμα κατά παράβαση της αρχής της ισότητας να είναι «υπέρτερα» έναντι όλων των άλλων. Μόνο που βρίσκονται εκτός του πλαισίου του Συντάγματος και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας.


Υποσημειώσεις:

[1] ΦΕΚ 131/Α/10-7-2020 «Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις».

[2] ΦΕΚ 167/Α/7-9-2020 «Ρύθμιση δημοσίων υπαιθρίων συναθροίσεων».

[3] Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 Σοι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα.

[4] Το άρθρο 11 ΕΣΔΑ ορίζει: «1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συναιτερισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ’ άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του.

2. Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων. Το παρόν άρθρον δεν απαγορεύει την επιβολήν νομίμων περιορισμών εις την άσκησιν των δικαιωμάτων τούτων υπό μελών των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας ή των διοικητικών υπηρεσιών του Κράτους».

[5] Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 1 του νόμου «[α]ρμόδια για την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με σύμφωνη γνώμη του οικείου προέδρου πρωτοδικών, η οποία παρέχεται το αργότερο έως είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από την έναρξη της επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, και απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων ή των υπεύθυνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων, η οποία διατυπώνεται εγγράφως ή σε επείγουσες περιπτώσεις, προφορικά και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου τεκμαίρεται, ότι η σύμφωνη γνώμη έχει παρασχεθεί».

[6] Η παρ. 2 του άρθρου 11 Σ ορίζει: «Mόνο στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις μπορεί να παρίσταται η αστυνομία. Oι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής, όπως νόμος ορίζει».

[7] «Κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, τη στήριξη της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς και της δημόσιας διοίκησης» (ΦΕΚ Α΄ 68/20-3-2020.

[8] «Κύρωση της από 20.3.2020 Π.Ν.Π. «Κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, τη στήριξη της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς και της δημόσιας διοίκησης» και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ Α΄ 83/10.04.2020).

[9] Την άποψη αυτή εκθέτω αναλυτικά σε Χ. Τσιλιώτης, Τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19 στο σύστημα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ΔτΑ 2020, σελ. 431 επ.

[10] Είναι βέβαια πρόδηλο για όσους άκριτα το επικαλεστούν, ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι περιστάσεις επίκλησης και εφαρμογής του δικαιώματος αντίστασης του άρθρου 120 παρ. 4 Σ.

Χαράλαμπος Τσιλιώτης
Επίκουρος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Είναι αντισυνταγματικό το δεύτερο lockdown; (video-podcast)

Στο καίριο αυτό ερώτημα απαντάει ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και Πρόεδρος του Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου – Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου κ. Ξενοφών Κοντιάδης στο πλαίσιο της εκπομπής “Διάλογοι” (BEST TV, 12.11.2020, με τον Θέμη Κανελλόπουλο).

Περισσότερα

Η συνταγματική καθημερινότητα της πανδημίας

Η ανθεκτικότητα των συνταγματικών δικαιωμάτων αποτελεί πυρήνα της ανθεκτικότητας του Συντάγματος, της δυνατότητάς του να υποδέχεται απρόβλεπτες κρίσεις συνεχίζοντας να επιτελεί τις βασικές του λειτουργίες. Ίσως η κρίση της πανδημίας φανερώσει τη σύνδεση ανάμεσα στην ανθεκτικότητα των πολιτών και της κοινωνίας με την ανθεκτικότητα του Συντάγματος.

Περισσότερα

Είναι αντίθετα με το Σύνταγμα τα κυβερνητικά μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων που ανακοινώθηκαν για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού;

Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χθες από την Κυβέρνηση, τα οποία απαγορεύουν τις άσκοπες μετακινήσεις, δεν είναι αντίθετα στο Σύνταγμά μας, συμπέρασμα που προκύπτει, αποκλειστικά, από την ερμηνεία του Συντάγματος. Τα μέτρα ουσιαστικά κανονικοποιούν σε επίπεδο επιτακτικού κανόνα δικαίου τις υπάρχουσες ήδη, βασιζόμενες στα πορίσματα και τις διαπιστώσεις της ιατρικής επιστήμης, σχετικές συστάσεις και αφήνουν εκτός απαγόρευσης σωρεία περιπτώσεων επιτρεπτής μετακίνησης.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.