Με το ψήφισμα 47/3 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, η 3η Δεκεμβρίου έχει οριστεί ως η Διεθνής Ημέρα των Ατόμων με Αναπηρία, με στόχο την προώθηση των δικαιωμάτων και την ευημερία των ατόμων με αναπηρία σε όλους τους τομείς της κοινωνίας και της ανάπτυξης, καθώς και της ευαισθητοποίησης για την κατάσταση των ατόμων με αναπηρία σε κάθε πτυχή της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση του ΠΟΥ για την Αναπηρία, το 15% του παγκόσμιου πληθυσμού, ή περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο άτομα, ζουν με αναπηρία. Από αυτόν τον αριθμό, εκτιμάται ότι 450 εκατομμύρια είναι άτομα με ψυχοκοινωνική αναπηρία – και τα δύο τρίτα αυτών των ανθρώπων δεν θα αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, κυρίως λόγω στίγματος, διακρίσεων και παραμέλησης. Επίσης, εκτιμάται ότι 69 εκατομμύρια άτομα υποφέρουν από τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες κάθε χρόνο παγκοσμίως, ενώ 1 στα 160 παιδιά ταυτίζεται με το φάσμα του αυτισμού.
Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα των εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν σήμερα σε αναπηρία, είτε είναι ορατή, είτε είναι αόρατη και υπενθυμίζουν τη σημασία της άρσης των εμποδίων.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η απομόνωση, η αποσύνδεση, και οι μειωμένες υπηρεσίες επηρέασαν σημαντικά τις ζωές και την ψυχική ευεξία των ατόμων με αναπηρία σε όλο τον κόσμο, αλλά και στην Ελλάδα. Η παγκόσμια κρίση του COVID-19 εντείνει τις υφιστάμενες ανισότητες, αποκαλύπτοντας την έκταση του αποκλεισμού και επισημαίνοντας ότι οι ενέργειες για την κοινωνική ένταξη των ατόμων με αναπηρία είναι επιτακτικές. Τα άτομα με αναπηρία εξακολουθούν να είναι μια από τις πιο αποκλεισμένες ομάδες στην κοινωνία μας και είναι από τις πιο σοβαρά πληγείσες σε αυτήν την κρίση. Ακόμα και υπό κανονικές συνθήκες, τα άτομα με αναπηρία είναι λιγότερο πιθανό να έχουν πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, απασχόληση και να συμμετέχουν στην κοινότητα. Απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για να διασφαλιστεί ότι δεν θα μείνουν πίσω.
Η προσπάθεια επίτευξης της ανεξαρτησίας και της κοινωνικής ένταξης των ατόμων με αναπηρία, παραμένει μια συνεχής διαδικασία, που περιλαμβάνει μια ολιστική προσέγγιση, όπου η προσβασιμότητα σε αγαθά και υπηρεσίες θα ενισχύεται από την πολιτεία, αλλά και από την κοινωνία των πολιτών, τους φορείς και τις επιχειρήσεις. Τα ποσοστά απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρία, σε όλη την Ευρώπη, παραμένουν χαμηλά, δείχνοντας ότι ο δρόμος είναι μακρύς, που σίγουρα περιλαμβάνει αλλαγή στάσεων αλλά κυρίως και τροποποίηση, δημιουργία κανονιστικού πλαισίου που θα τονώνει το δικαίωμα στην εργασία. Μέσα σε ένα τοπίο προστασίας των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία, αναπαράγεται η ανισότητα ακόμα και για κάποιες αφανείς κατηγορίες αναπηρίας. Η διάδοση της ευαισθητοποίησης για αόρατες αναπηρίες, με επιβλαβείς – και όχι πάντα άμεσα εμφανείς – επιπτώσεις στην υγεία, είναι ζωτικής σημασίας για την άρση των αποκλεισμών και τη μείωση των ανισοτήτων.
Η πολιτική κοινωνικής ένταξης για τα άτομα με αναπηρία σχεδιάζεται από την πολιτεία και με τη συμμετοχή φορέων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου υλοποιούνται ατομικά και συλλογικά μέτρα για την ενσωμάτωση της διάστασης της αναπηρίας, συμβάλλοντας σε έναν προσβάσιμο και βιώσιμο κόσμο για όλους. Ιδιαίτερα μετά την ισχύ της Σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες των Ηνωμένων Εθνών, έχει σημειωθεί πρόοδος σε πολλά μέτωπα για την προώθηση της ένταξης ατόμων με αναπηρία, των δικαιωμάτων τους, της ευημερίας και των προοπτικών τους.
Μεγάλη βαρύτητα, οφείλει η πολιτεία να δώσει σε επιμέρους ομάδες, όπως παιδιά και γυναίκες με αναπηρία, άτομα με νοητική υστέρηση, αλλά και στους ηλικιωμένους με αναπηρία. Προγράμματα, όπως η θεσμοθέτηση του προσωπικού βοηθού και της Πρώιμης Παρέμβασης για παιδιά με αναπηρία, είναι στη σωστή κατεύθυνση και θα ενισχύσουν περαιτέρω τη σχολική συμπερίληψη και την κοινωνική ένταξη.
Αυτό που επιβάλλεται όμως, είναι η θεσμική θωράκιση της φωνής τους, η ανάπτυξη δηλαδή ενός θεσμικού πλαισίου αρχικά, που σχετίζεται με την ανάπτυξη ενός υποστηρικτικού μηχανισμού για τη δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία, αλλά και δράσεων όπου παιδιά και ενήλικες με αναπηρία θα συμμετέχουν ενεργά, με ρόλο ουσιαστικό, στις όποιες αποφάσεις τους αφορούν. Στην ουσία, μια συνεχής διαβούλευση.
Πολιτεία και κοινωνία μαζί, στρατηγικές, σχέδια δράσης για την αναπηρία, καθώς και καθημερινές συμπεριφορές, δημιουργούν τα θεμέλια για μια βιώσιμη και μετασχηματιστική πρόοδο στην κοινωνική ένταξη των ατόμων με αναπηρία. Ακόμα και στην περίοδο της πανδημίας, αλλά και στη μετά COVID-19 εποχή, η πλήρης υλοποίηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των ατόμων με αναπηρία, παιδιών, γυναικών, ηλικιωμένων, αποτελεί ζητούμενο και ευκαιρία, ώστε μέσα από την πρόκληση αυτή να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο περαιτέρω ενίσχυσης της υποστήριξης και φροντίδας αυτών, ως αναπόσπαστο και αδιαίρετο μέρος όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών.
Δημήτριος Π. Νικόλσκυ
π. Πρόεδρος της Επιτροπής για τα Δικαιώματα των Aτόμων με Αναπηρίες του Συμβουλίου της Ευρώπης