Υπό το φως των επίκαιρων εξελίξεων στο θέμα της ιατρικής αντιμετώπισης της πανδημίας εξαιτίας του κορωνοϊού και της επικείμενης χρήσης του εμβολίου, ανακύπτουν σοβαρά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνταγματικότητας και προσωπικών δεδομένων. Ειδικότερα, το βασικό κρίσιμο ερώτημα έγκειται στην υποχρεωτικότητα ή μη του εμβολιασμού. Ως προς αυτό το θέμα, έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, η καθεμία με λογική, στέρεα και τεκμηριωμένη νομική θεμελίωση.[1]
Προσωπικά συντάσσομαι με την μη υποχρεωτική εφαρμογή του εμβολιασμού καθώς αντίκειται σε μια σειρά αποφάσεων διεθνών και ευρωπαϊκών οργάνων ενώ παράλληλα το υφιστάμενο διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο καθώς επίσης και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση. Βασική προϋπόθεση για την αποδοχή του εμβολιασμού είναι η εξασφάλιση προηγούμενης ρητής και ελεύθερης συναίνεσης, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης για κάθε πτυχή της διαδικασίας, όπως τον σκοπό και τις πιθανές συνέπειες αυτής.[2]
Σαφέστατα, περιορισμοί στην απόλαυση του προστατευόμενου δικαιώματος σχετικά με την ιδιωτική ζωή μπορούν να τεθούν υπό τον σεβασμό συγκεκριμένων προϋποθέσεων, όπως έχουν τεθεί βάσει του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτές είναι οι ακόλουθες και υπόκεινται σε σωρευτική εφαρμογή: α) η ύπαρξη προηγούμενης νομοθετικής πρόβλεψης (αρχή νομιμότητας), β) η επιδίωξη συγκεκριμένου νόμιμου σκοπού, όπως αυτός ορίζεται (αρχή του σκοπού) και γ) η εξέταση του κριτηρίου της αναγκαιότητας περιορισμού του δικαιώματος σε μια δημοκρατική κοινωνία (αρχή αναλογικότητας).
Οι ανωτέρω παραδοχές μπορούν να προβληθούν ως ισχυρισμοί στο ερώτημα της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού από τα κρατικά όργανα. Τι γίνεται όμως στο πλαίσιο ιδιωτικών δραστηριοτήτων; Μπορεί ο εργοδότης να επιβάλλει στους υπαλλήλους υποχρεωτικό εμβολιασμό με σκοπό την προστασία της υγείας του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου; Η απάντηση στα ανωτέρω ερωτήματα είναι πιο απλή και στηρίζεται στα όσα ήδη υποστηρίχτηκαν.
Ειδικότερα, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η επέμβαση του εργοδότη στην ιδιωτική ζωή του υπαλλήλου, ιδίως σε πληροφορίες υγείας, συνιστά επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων (πρώην ευαίσθητων). Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 9 Κανονισμού 2016/679), η επεξεργασία τους απαγορεύεται, εκτός αν συντρέχουν μια από τις προβλεπόμενες εξαιρέσεις του άρθρου. Συνεπώς, οι περιορισμοί για την επεξεργασία τους είναι πολύ πιο αυστηροί από όσο για τα απλά δεδομένα. Υπό αυτό το πρίσμα προβλέπεται ότι ο εργοδότης έχει δικαίωμα να επεξεργάζεται ευαίσθητα δεδομένα υγείας για σκοπούς προληπτικής ή επαγγελματικής ιατρικής, εκτίμησης της ικανότητας προς εργασία του εργαζομένου, ιατρικής διάγνωσης, παροχής υγειονομικής ή κοινωνικής περίθαλψης ή θεραπείας ή διαχείρισης υγειονομικών και κοινωνικών συστημάτων και υπηρεσιών.[3]
Εντούτοις, το δικαίωμα αυτό του εργοδότη δεν ισοδυναμεί με δυνατότητα επιβολής εμβολιασμού στο προσωπικό με σκοπό την προστασία της υγείας του ευρύτερου συνόλου και τη διαφύλαξη της παραγωγικότητας του ανθρωπίνου δυναμικού. Μια τέτοια τυχόν απόφαση συνιστά κατάφωρη παραβίαση προσωπικών δεδομένων του υποκειμένου. Ο εργοδότης μπορεί ασφαλώς να γνωρίζει εάν ο υπάλληλός του έχει εμβολιαστεί, δεν δικαιούται όμως να επιβάλει περαιτέρω εξετάσεις ή εμβολιασμό, προκειμένου να το διαπιστώσει. Αυτή η απόφαση υπόκειται αποκλειστικά στην προηγούμενη εξουσιοδότηση βάσει σχετικού νόμου. Ακόμα όμως και στην περίπτωση αυτή υφίστανται περιορισμοί. Στον σχετικό νόμο 4675/2020 που θεσπίστηκε πρόσφατα ενόψει της πανδημίας, προβλέπεται η δυνατότητα υποχρεωτικού εμβολιασμού για συγκεκριμένη, όμως, πληθυσμιακή ομάδα, σε ορισμένη γεωγραφική επικράτεια και για συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Συνεπώς, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ένας καθολικός εμβολιασμός.
Φυσικά, σε κάθε περίπτωση όπου εφαρμόζεται υποχρεωτικά εμβολιασμός στο εργασιακό περιβάλλον, ισχύουν οι βασικές αρχές επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων βάσει της αντίστοιχης εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας για τα προσωπικά δεδομένα. Κατ’ επέκταση, απαιτείται η σύνταξη πολιτικής προστασίας προσωπικών δεδομένων, η κατάρτιση εντύπου εκτίμησης αντικτύπου, θα πρέπει να οριστεί συγκεκριμένη χρονική διάρκεια αποθήκευσης των δεδομένων, εξουσιοδοτημένο προσωπικό πρόσβασης στις πληροφορίες αυτές ενώ ασφαλώς απαγορεύεται η κοινοποίηση της εν λόγω πληροφορίας σε τρίτα άτομα.
Με βάση την αρχή της αναλογικότητας που διαπνέει το δίκαιο, η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού μπορεί να εφαρμοστεί αυστηρά σε συγκεκριμένα εργασιακά περιβάλλοντα, όπως στους υγειονομικούς χώρους όπου ο κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών κρίνεται ιδιαίτερα έντονος. Εναλλακτικά, μπορούν να τεθούν αντίμετρα, όπως η διενέργεια ιατρικών εξετάσεων για τον κορωνοϊό ανά τακτά χρονικά διαστήματα για όσο χρόνο διαρκεί η πανδημία, η επιβολή περιοριστικών μέτρων μετακίνησης ή και η τηλεργασία, η οποία πλέον αποτελεί ευρεία μέθοδος. Επίσης, ακόμα και στην περίπτωση που δοθεί συναίνεση από τον εργαζόμενο, αμφισβητείται η εγκυρότητά της καθώς λόγω της ιεραρχικής ανισότητας στη σχέση εργοδότη και εργαζομένου, τίθενται σοβαρές ενστάσεις ως προς το κατά πόσο η συναίνεση δόθηκε ελεύθερα και χωρίς κάποιο φόβο ή απειλή.
Σε κάθε περίπτωση φρονώ ότι στο πεδίο ιδιωτικών επαγγελματικών δραστηριοτήτων η επιβολή εμβολιασμού εκ μέρους του εργοδότη υπόκειται απαραιτήτως στο σεβασμό της αρχής της νομιμότητας, απαιτεί καταρχήν την εξασφάλιση προηγούμενης ρητής και ελεύθερης συναίνεσης και θα πρέπει να αποτελεί προϊόν διαβούλευσης ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο ή τον εκπρόσωπό του. Γι’ αυτόν τον λόγο, η έγκυρη, αντικειμενική και εμπεριστατωμένη ενημέρωση του πληθυσμού για την αναγκαιότητα και σημασία του εμβολιασμού για την καταπολέμηση της πανδημίας εξαιτίας του κορωνοϊού λαμβάνει ακόμη μεγαλύτερη αξία ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις μιας αυθαίρετης επέμβασης στην ιδιωτική ζωή.
Ως κατακλείδα, θα πρέπει να προστεθεί ότι
προτεραιότητα και επιτακτική υποχρέωση του εργοδότη είναι ο έλεγχος και η
τήρηση των ενδεδειγμένων μέτρων προστασίας της υγείας καθώς και η πρόνοια για
την εξασφάλιση κατάλληλων υγειονομικών συνθηκών εργασίας. Μόνο υπό τον σεβασμό
όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων μπορεί να δικαιολογηθεί η διαταγή υποχρεωτικού
εμβολιασμού στο εργασιακό περιβάλλον, εφόσον εξυπηρετείται η αρχή της
αναλογικότητας.
Υποσημειώσεις:
[1] Είναι συνταγματικά ανεκτός ο υποχρεωτικός εμβολιασμός; | Syntagma Watch, Ξενοφών Κοντιάδης, 4/12/2020, Μπορεί να επιβληθεί με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη της ΕΕΔΥ, υποχρεωτικότητα εμβολιασμού; | Syntagma Watch, Βιδάλης Τάκης, 6/5/2020, Είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός, ώστε να μην κινδυνεύει η δημόσια υγεία; | Syntagma Watch, 15/4/2019.
[2] Βλ. αναλυτικά ως προς την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο το αντίστοιχο άρθρο του γράφοντος Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο | Syntagma Watch, Κουρούπης Κωνσταντίνος, 22/4/2020.
[3] Άρθρο 9παρ.2η Γενικού Κανονισμού.
Κουρούπης Κωνσταντίνος
Επίκουρος Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου και Δικαίου Προσωπικών Δεδομένων, Τμήμα Νομικής Πανεπιστημίου Frederick, Κύπρος.