Χρειάζεται ανδρεία ακόμη και για να εγκαταλείψουμε την προστατευτική σιγουριά των τεσσάρων τοίχων μας και να εισέλθουμε στον δημόσιο χώρο, όχι εξ αιτίας των επιμέρους κινδύνων που παραμονεύουν σε κάθε βήμα μας, αλλά γιατί μπαίνουμε σ’ έναν χώρο όπου το ενδιαφέρον για τη ζωή χάνει την αξία του. Η ανδρεία απελευθερώνει τους ανθρώπους από τη μέριμνα για τη ζωή χάριν της ελευθερίας του κόσμου. Η ανδρεία είναι απαραίτητη διότι στην πολιτική δεν διακυβεύεται η ζωή αλλά ο κόσμος».
Hannah Arendt, Ελευθερία, αλήθεια και πολιτική, μετάφρ. Γ.Μερτίκα, εκδ. Στάσει Εκπίπτοντες, 2012
Πριν λίγα χρόνια τα σενάρια αυτόματης αναγνώρισης προσώπου σε δημόσιους χώρους φάνταζαν ακραία προϊόντα επιστημονικής φαντασίας. Ήδη στη Ρωσία, την Κίνα και τις Η.Π.Α. εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια σταδιακά τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου, οι οποίες με αφορμή την πρόληψη της περαιτέρω διάδοσης του covid-19 ενισχύονται και καθιερώνονται ως μέσο προφύλαξης της δημόσιας υγείας. Η ευρεία τοποθέτηση τεχνικών μέσων λήψης εικόνας και ήχου στους δρόμους καθώς και σε εν γένει δημόσιους χώρους, παρά τα ζητήματα περιορισμού θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου και αναίρεσης της χρήσης και της έννοιας του δημόσιου χώρου, στοιχείου αναγκαίου για την πραγμάτωση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και την άσκηση πολιτικών ελευθεριών, έχει γίνει τα τελευταία χρόνια κοινωνικά αποδεκτή στο όνομα της ασφάλειας και ιδίως της περιστολής της τρομοκρατίας·ήδη και της δημόσιας υγείας. Όμως, η σχέση του προσώπου – ως ατόμου, κοινωνού και πολίτη – με την ελευθερία μεταβάλλεται δραματικά. Πλέον βρισκόμαστε αντιμέτωποι με νέες απειλές της ελευθερίας και της δημοκρατίας, όπως αυτή που προβάλλει μέσα από τις τεχνολογίες αυτόματης αναγνώρισης του προσώπου. Οι κάμερες στους δημόσιους χώρους και οι δυνατότητες χρήσης τους, ως Δούρειος Ίππος ή Λερναία Ύδρα, απειλούν το παρόν και το μέλλον θεμελιωδών ελευθεριών που συνδέονται με τη λειτουργία της συμμετοχικής δημοκρατίας καθώς ο δημόσιος χώρος μέσα από την ηλεκτρονική επιτήρηση υποβαθμίζεται και υποτιμάται, το άτομο αποσύρεται στην ιδιωτική σφαίρα, αποθαρρύνεται από την συμμετοχή στον δημόσιο βίο και καταλήγει να μην δίνει πια σημασία στην άσκηση της ελευθερίας ως συμμετοχής, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπει τον δημόσιο χώρο και κατ’ επέκταση τη στήριξη των δημοκρατικών θεσμών[1]. Ο αποκλεισμός του πολίτη από τον δημόσιο χώρο συνιστά χαρακτηριστικό της κοινωνίας ασφάλειας (“security society”)[2]. Πράγματι δε η αυτόματη αναγνώριση προσώπου συνιστά ένα δυστοπικό εργαλείο μαζικής παρακολούθησης, το οποίο παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες.
Στον Ευρωπαϊκό χώρο, από το έτος 2017, η χρήση τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου χρησιμοποιείται πιλοτικά από τις αστυνομικές αρχές του Λονδίνου (London Metropolitan Police) και της Νότιας Ουαλίας (South Wales Police)[3], χωρίς να υφίσταται νομοθετικό πλαίσιο που να επιτρέπει τη χρήση της εν λόγω τεχνολογίας από τις αρχές. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η Αστυνομία της Νότιας Ουαλίας χρησιμοποίησε τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου στους τελικούς του Champions’ League το 2017 προκειμένου να συλλάβει γνωστούς εγκληματίες. Aργότερα, αποκαλύφθηκε ότι 2.297 από τους 2.470 συνδυασμούς προσώπου ήταν ψευδώς θετικοί[4]!
Η αναγνώριση προσώπου (“facial recognition”) είναι μία από τις πλέον δημοφιλείς βιομετρικές τεχνολογίες– μαζί με την σάρωση της ίριδας και των δακτυλικών αποτυπωμάτων – που μπορεί να αναγνωρίσει ένα άτομο μέσω της ψηφιακής του απεικόνισης. Η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου μπορεί να αναπτυχθεί με τη συλλογή εκατομμυρίων εικόνων από κάμερες εγκατεστημένες σε δημόσιους χώρους, προφίλ μέσων κοινωνικής δικτύωσης, άδειες οδήγησης κ.λπ., χωρίς τη συγκατάθεση των προσώπων[5]. Διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων επισημαίνουν ότι πρόκειται για μια μορφή μαζικής παρακολούθησης που ενισχύει τη ρατσιστική αστυνόμευση και απειλεί το δικαίωμα στη διαμαρτυρία και ήδη έχουν ξεκινήσει εκστρατείες για την απόλυτη απαγόρευσή της[6].
Όπως εύστοχα σημειώνει ο J. Balkin, το ζήτημα που τίθεται δεν έγκειται στο εάν θα ζήσουμε σε ένα κράτος επιτήρησης τα επόμενα χρόνια αλλά τι είδους επιτήρηση θα έχουμε[7]. Η επιτήρηση ενθαρρύνει την κατάχρηση εξουσίας και αναχαιτίζει τη δημοκρατική συμμετοχή και την άσκηση των ελευθεριών. Διανύουμε λοιπόν μια κρίσιμη εποχή κατά την οποία η ανάγκη για τη διατήρηση των συνταγματικών αξιών και της ιδέας της δημοκρατικής διακυβέρνησης είναι περισσότερο επιβεβλημένη από ποτέ.
Το ζήτημα της προβληματικής χρήσης τεχνολογίας αυτόματης αναγνώρισης προσώπου τέθηκε για πρώτη φορά ενώπιον των δικαστηρίων του Ηνωμένου Βασιλείου με αφορμή την προσφυγή ενός κατοίκου του Cardiff, του οποίου η εικόνα του προσώπου είχε καταγραφεί δύο φορές, μία το 2017 όταν βρισκόταν σε διάλειμμα για γεύμα και το 2018 ενόσω συμμετείχε σε ειρηνική διαμαρτυρία. Κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας, ένα φορτηγάκι είχε παρκάρει απέναντι από τους διαδηλωτές, γεγονός το οποίο διαπιστώθηκε από ορισμένους εξ αυτών μεταξύ των οποίων και ο προσφεύγων, ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι υπονομεύεται και πλήττεται το δικαίωμά του να διαδηλώσει ειρηνικά. Στις 11.8.2020 εκδόθηκε σχετικώς η εφετειακή απόφαση[8] (Case No C1/2019/2670) η οποία δέχθηκε ότι η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα. Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση δεν αναστέλλεται συλλήβδην η χρήση της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου, αλλά επισημαίνεται ότι πρέπει να εφαρμοστούν καταλληλότερες παράμετροι ως προς τους όρους χρήσης της. Εν προκειμένω, όπως έγινε δεκτό, η Αστυνομία της Νότιας Ουαλίας, μεταξύ άλλων, δεν είχε ποτέ ζητήσει να επαληθευτεί ότι το λογισμικό που χρησιμοποιείται «δεν προβαίνει σε απαράδεκτες διακρίσεις ερειδόμενες σε προκαταλήψεις λόγω φυλής ή φύλου»[9].
Στις 21 Ιουνίου 2021 στις Βρυξέλλες το EDPB (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων) και η EDPS (Επιβλέπουσα Αρχή για την Προστασία Δεδομένων) υιοθέτησαν κοινή γνώμη[10] (joint opinion) σχετικά με την πρόταση κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων για την τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence Act, εν συντομία AI)[11]. Στην εν λόγω κοινή γνώμη τονίζεται η ανάγκη να διευκρινιστεί ρητά ότι η υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων (GDPR[12], EUDPR[13] και LED[14]) ισχύει για κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του σχεδίου κανονισμού για την τεχνητή νοημοσύνη.
Λαμβάνοντας υπόψη τους εξαιρετικά υψηλούς κινδύνους που δημιουργεί η απομακρυσμένη βιομετρική ταυτοποίηση ατόμων σε δημόσιους χώρους, το EDPB και η EDPS απαιτούν γενική απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσης συστήματος τεχνητής νοημοσύνης για αυτοματοποιημένη αναγνώριση ανθρώπινων χαρακτηριστικών σε δημόσια προσβάσιμους χώρους, όπως η αναγνώριση προσώπων, βάδισμα, δακτυλικά αποτυπώματα, DNA, φωνή, πληκτρολογήσεις και άλλα βιομετρικά ή συμπεριφορικά σήματα, σε οποιοδήποτε πλαίσιο. Επίσης προτείνεται απαγόρευση των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιούν βιομετρικά στοιχεία για την κατηγοριοποίηση ατόμων σε ομάδες που βασίζονται στην εθνικότητα, το φύλο, τον πολιτικό ή σεξουαλικό προσανατολισμό ή άλλους λόγους για τους οποίους απαγορεύεται η διάκριση βάσει του άρθρου 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Επιπλέον επισημαίνεται ότι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης για την εξαγωγή συναισθημάτων ενός φυσικού προσώπου είναι εξαιρετικά ανεπιθύμητη και πρέπει να απαγορευτεί, εκτός από πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως για ορισμένους λόγους υγείας, όπου η αναγνώριση συναισθημάτων του ασθενούς είναι σημαντική καθώς επίσης θα πρέπει να απαγορεύεται η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης για κάθε τύπο κοινωνικής βαθμολόγησης (‘social scoring’)[15]. Η δημιουργία μίας κοινωνίας στην οποία η συμμετοχή του πολίτη θα εξαρτάται από το πώς αυτός αξιολογείται από τους χρήστες των social media, του διαδικτύου και το κράτος δεν αποτελεί μόνο σενάριο της δημοφιλούς σειράς Black Mirror, που προβάλλεται από το Netflix, αλλά είναι πλέον πραγματικότητα, καθώς κάτι ανάλογο συντελείται στην Κίνα σταδιακά από το έτος 2015 μέσω της ιδιωτικής πλατφόρμας Zhima Credit στην οποία οι πολίτες συμμετέχουν πλέον υποχρεωτικά[16]. Η βαθμολόγηση του πολίτη εξαρτάται από το πόσο συνεπής είναι στην αποπληρωμή των φόρων του, τη στάση του απέναντι στην κυβέρνηση, τον εθελοντισμό, τους φίλους του και τη διάδρασή του, την τυχόν πολύωρη απασχόλησή του με online παιχνίδια κ.ο.κ. Ήδη εάν ο πολίτης/χρήστης της πλατφόρμας δεν πληροί το επίπεδο της βαθμολόγησης που απαιτείται, δεν μπορεί να ταξιδεύσει με τραίνα και αεροπλάνα ενώ ήδη υπάρχουν αναφορές καταναλωτών για τραπεζικά ιδρύματα που δεν τους έδωσαν δάνεια λόγω αρνητικής βαθμολογίας μέσω Zhima.
Ο Andrea Jelinek, πρόεδρος του EDPB, και ο Wojciech Wiewiórowski, Επόπτης της EDPS, δήλωσαν πρόσφατα ότι[17]: «Η ανάπτυξη απομακρυσμένης βιομετρικής αναγνώρισης σε δημόσια προσβάσιμους χώρους σημαίνει το τέλος της ανωνυμίας σε αυτά τα μέρη. Εφαρμογές όπως η ζωντανή αναγνώριση προσώπου παρεμβαίνουν σε θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες σε τέτοιο βαθμό ώστε να θέτουν υπό αμφισβήτηση την ουσία αυτών των δικαιωμάτων και ελευθεριών. Αυτό απαιτεί άμεση εφαρμογή της προληπτικής προσέγγισης. Μια γενική απαγόρευση της χρήσης της αναγνώρισης προσώπου σε δημόσια προσβάσιμες περιοχές είναι το απαραίτητο σημείο εκκίνησης εάν θέλουμε να διατηρήσουμε τις ελευθερίες μας και να δημιουργήσουμε ένα ανθρωποκεντρικό νομικό πλαίσιο για την τεχνητή νοημοσύνη. Ο προτεινόμενος κανονισμός θα πρέπει επίσης να απαγορεύει κάθε είδους χρήση της τεχνητής νοημοσύνης για την κοινωνική βαθμολογία καθώς αντίκειται στις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ και μπορεί να οδηγήσει σε διακρίσεις».
Πράγματι σε μια δημοκρατική κοινωνία η έλλειψη ταυτοποίησης ή ανωνυμία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του δημόσιου χώρου[18].Το δικαίωμα στην ταυτότητα, το οποίο προστατεύεται καταρχήν μέσα από τις διατάξεις για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, δεν συνεπάγεται υποχρέωση ταυτοποίησης στον δημόσιο χώρο. Η επέμβαση, όμως, του «τρίτου» μέσα από την λήψη εικόνας στους δημόσιους χώρους και η διάχυση εν γένει της πληροφορίας θέτουν σε κίνδυνο την ελευθερία αυτοκαθορισμού και ανάπτυξης της προσωπικότητας, ως αναγκαίας προϋπόθεσης της δημοκρατικής αρχής καθώς η ελευθερία αυτοκαθορισμού είναι άρρηκτα συνυφασμένη με το απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής και την πληροφοριακή αυτοδιάθεση[19], ελευθερίες τις οποίες και πλήττει καταρχήν η κάμερα, πολλώ δε μάλλον η αυτόματη αναγνώριση προσώπου[20].
Η χρήση, όμως, της αναγνώρισης προσώπου στους δημόσιους χώρους, δεν προσβάλλει μόνον το δικαίωμα του ατόμου στην ιδιωτικότητα, αλλά και την ίδια τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο δημόσιος χώρος παραγνωρίζεται ενόσω συνιστά αυτοτελές έννομο αγαθό που χρήζει προστασίας, καθώς η ιδιωτικότητα θέτει το πρόβλημα με όρους ατομικούς αλλά το ζήτημα αφορά και το συλλογικό υποκείμενο και τη δομή της κρατικής εξουσίας[21]. Το έννομο αγαθό του δημόσιου χώρου αν και συνδέεται αναπόσπαστα με την έννοια της προσωπικότητας δεν περιορίζεται ούτε ταυτίζεται με αυτή. Η λειτουργία του δημόσιου ή κοινόχρηστου χώρου στοιχειοθετείται μέσα από ένα πλέγμα συνταγματικά κατοχυρωμένων ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως είναι τα δικαιώματα πολιτικής και συλλογικής δράσης, η ελευθερία της έκφρασης και όλες οι πνευματικές ελευθερίες καθώς επίσης και η ίδια η δημοκρατική αρχή ως ανόθευτη εκδήλωση αυτών, δεδομένου ότι προϋπόθεση πραγμάτωσής τους είναι το δικαίωμα στον δημόσιο χώρο ή public forum.
Συνοψίζοντας, είναι προφανές ότι οι κίνδυνοι στρέβλωσης της ισορροπίας μεταξύ ελευθερίας, επιτήρησης και καταστολής απαιτούν αυξημένα δημοκρατικά αντανακλαστικά που θα δημιουργήσουν μια νέα γραμμή άμυνας έναντι των σοβαρών διακινδυνεύσεων ατομικών ελευθεριών και θα αποτρέψουν το πέρασμά μας σε ολοκληρωτικά μονοπάτια. Στο πλαίσιο αυτό προβάλλει κατά τρόπο αναπόφευκτο, για την αποτελεσματική άσκηση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, η αναγκαιότητα της ρητής κατοχύρωσης του δικαιώματος στον δημόσιο χώρο[22], η οποία θα διασφαλίζει την πραγμάτωση της ελευθερίας του ατόμου και περαιτέρω τη λειτουργία μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Σταυρούλα Δ. Γεωργίου
Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου, Δικηγόρος
Υποσημειώσεις:
[1] Για την προβληματική της λήψης εικόνας και ήχου στους δημόσιους χώρους ως παράγοντα περιορισμού θεμελιωδών ατομικών ελευθεριών και την καίρια για την άσκηση βασικών συνταγματικών ελευθεριών έννοια του φυσικού δημόσιου χώρου βλ. Στ. Γεωργίου, Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου, εκδ. Σάκκουλα, 2017.
[2] βλ. D.Moeckli, Exclusion from public space, in Exclusion from Public Space: Α comparative Constitutional Analysis, Cambridge Studies in International and Comparative Law, p. I, CUP, 2016.
[3] Κ. Χαμπίδη, Γ. Κιουμουρτζή, Πρέπει να φρένο στην αναγνώριση προσώπου; 26.5.2019 Καθημερινή, https://www.kathimerini.gr/opinion/1025741/prepei-na-mpei-freno-stin-anagnorisi-prosopoy/
[4] https://www.bbc.com/news/uk-wales-south-west-wales-44007872
[5] Βλ. το ενδιαφέρον άρθρο στα ελληνικά της Μαγδαληνής Σκόνδρα, Αναγνώριση προσώπου (Face recognition) και προσωπικά δεδομένα. O ορατός εφιάλτης της αόρατης παρακολούθησης, https://www.lawspot.gr/nomika-blogs/magdalini_skondra/anagnorisi-prosopoy-face-recognition-kai-prosopika-dedomena
[6] Βλ. ενδεικτικά, για την εκστρατεία Ban the Scan, την οποία συντονίζει η Διεθνής Αμνηστία, https://www.amnesty.gr/news/articles/article/24168/na-apagoreytei-i-epikindyni-tehnologia-anagnorisis-prosopoy-poy-enishyei.
[7] Βλ. J. Balkin, The constitution in the National Surveillance State, Minnesota Law Review, 93:1, 2008, σ. 3-4, διαθέσιμο και στην ιστοσελίδα http://digitalcommons.law.yale.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1224&context=fss_papers.
[8] Διαθέσιμη στην ιστοσελίδα: https://www.judiciary.uk/wp-content/uploads/2020/08/R-Bridges-v-CC-South-Wales-ors-Judgment.pdf
[9] Είναι γνωστό ότι η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου δεν είναι τέλεια. Συνεπώς ψευδή σήματα ανακύπτουν συνεχώς, ιδίως σε έγχρωμους ανθρώπους, γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους, βλ. ενδεικτικώς Elizabeth Fernandez, Facial Recognition Violates Human Rights, Court Rules, https://www.forbes.com/sites/fernandezelizabeth/2020/08/13/facial-recognition-violates-human-rights-court-rules/?sh=79be4aa35d44
[10] Διαθέσιμη στην ιστοσελίδα: https://edps.europa.eu/data-protection/our-work/publications/opinions/joint-opinion-edps-edps-proposal-regulation-european_en
[11] Όπως επισημαίνει ο Δ. Κουκιάδης, Οι κανονιστικές προκλήσεις της τεχνητής νοημοσύνης και το ζήτημα της αναγνώρισης της προσωπικότητας, ΔΙΤΕ 1/2020, σ. 17 επ. “H τεχνητή νοημοσύνη μία από τις κύριες κινητήριες δυνάμεις της σύγχρονης ψηφιακής οικονομίας ασκεί πλέον μια βαθειά επιρροή στη δογματική διαμόρφωση της κανονιστικής τάξης των νέων/διασπαστικών τεχνολογιών. Η τεχνητή νοημοσύνη αναδιαμορφώνει έννοιες όπως «Προσωπικότητα», «Νομικό Πρόσωπο», «δικαιοκτητική ικανότητα».
[12] Κανονισμός 679/2016
[13] Κανονισμός 1725/2018
[14] Οδηγία 680/2016
[15] Bλ. σχετικούς προβληματισμούς, Rich Acello, Would a government-backed social credit scoring system like China’s ever fly in the US? https://www.abajournal.com/magazine/article/some-u.s-businesses-already-require-consumers-to-maintaina-certain-social-credit-scorebut-a-government-sponsored-system-is-unlikely
[16] Βλ. ενδεικτικά για την λειτουργία του συστήματος: https://time.com/collection/davos-2019/5502592/china-social-credit-score/, https://www.reuters.com/article/us-china-health-credit-ratings-idUSKBN2010UW καθώς και https://www.wired.co.uk/article/china-social-credit-system-explained
[17] https://edps.europa.eu/press-publications/press-news/press-releases/2021/edpb-edps-call-ban-use-ai-automated-recognition_en
[18] Στ. Γεωργίου, Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου, όπ.π. σ. 7
[19] Κατά τον Π. Παραρά ακόμη και αν δεν υπήρχε συνταγματική κατοχύρωση της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων με τις διατάξεις των άρθρων 9 και 9Α αντίστοιχα, η αξίωση της προστασίας τους θα απέρρεε από το άρθρ. 5 παρ. 1 του Σ, βλ. Π. Παραρά, Res Publica II Δικαιώματα του Ανθρώπου, Η Ευρωπαϊκή Διάσταση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα –Θεσσαλονίκη, 2014, σ. 33.
[20] Βλ. για το δικαίωμα της ανωνυμίας, C. Slobogin, Public Privacy: Camera surveillance of public places and the right to anonymity, Mississipi Law Journal, 2002, σ. 233.
[21] “In our democracies, extensive institutional mechanisms have been put into to place to create and maintain accountability, and to punish those who abuse their power. We need to develop and instate similar mechanisms for the handling of personal information – a technique as crucial to power as the ability to exercise physical violence – in order to limit the concentration of power inherent in situations that involve unchecked surveillance. The current notion of privacy, which frames the issue as a personal one, won’t help us accomplish that. However, notions of institutionalized accountability will, because they acknowledge surveillance as a structural problem of political power. It’s time to update our strategies for resistance and develop approaches adequate to the actual situation rather than sticking to appealing but inadequate ideas that will keep locking us into unsustainable positions”. F Stalder, “Opinion. Privacy is not the antidote to surveillance”, σε: Surveillance & Society 1, σ. 120-124, διαθέσιμο στο www.surveillance-and-society.org/cctv.htm.
[22] Βλ. για την αναγκαιότητα της κατοχύρωσης και τη νομική φύση του δικαιώματος, Στ. Γεωργίου, Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου όπ.π. καθώς και Angelika Siehr, Das Recht am öffentlichen Raum Theorie des öffentlichen Raumes und die räumliche Dimension von Freiheit, Jus Publicum 260, 2016. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα δύο βιβλία (το πρώτο ως επεξεργασμένη έκδοση της διδακτορικής διατριβής μου με τίτλο «Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου» που υποστηρίχθηκε το έτος 2016) εκδόθηκαν σε δύο διαφορετικές ευρωπαϊκές έννομες τάξεις κατά τον ίδιο χρόνο, γεγονός ενδεικτικό της σημασίας της προβληματικής.