Σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η πολιτική αντιπαράθεση και η κυβερνητική φθορά έχουν ως επίκεντρο εν ευρεία εννοία φυσικές καταστροφές και τη διαχείρισή τους: την αντιμετώπιση της πανδημίας από τις αρχές του 2020, τις καταστροφικές πυρκαγιές του περασμένου Αυγούστου, το ψυχρό κύμα των προηγούμενων ημερών και την ατυχή διαχείρισή του από τον κρατικό μηχανισμό. Αυτά τα απρόβλεπτα γεγονότα, που μπορούν να χαρακτηριστούν ως εκδηλώσεις της «κοινωνίας της διακινδύνευσης», αποτελούν τον μεγεθυντικό φακό για την αξιολόγηση του κυβερνητικού έργου, σε συνάρτηση με το μέτωπο της οικονομίας, της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας.
Ποια είναι η θεσμική σημασία της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε χθες ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Υπάρχει ενδεχόμενο να οδηγήσει σε αποδοκιμασία της κυβέρνησης και σε πρόωρες εκλογές; Μήπως η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από τον πρωθυπουργό έχει ήδη συντελεστεί, με τη συγγνώμη που απηύθυνε προς τους πολίτες; Αποτελεί η πρόταση δυσπιστίας μία άγονη κίνηση εντυπωσιασμού που θα συσπειρώσει, έστω προσωρινά, την κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας και ταυτόχρονα θα διευκολύνει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να μεταφέρει την προσοχή από τις εσωκομματικές εντάσεις σε μία κορυφαία κοινοβουλευτική αντιπαράθεση;
Η υποβολή πρότασης δυσπιστίας συνιστά το ισχυρότερο μέσο κοινοβουλευτικού ελέγχου που διαθέτει η αντιπολίτευση και λειτουργεί ως μηχανισμός απονομής της ατομικής και συλλογικής πολιτικής ευθύνης των μελών της κυβέρνησης για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Ιδίως, όμως, επιτελεί μία ισχυρή επικοινωνιακή λειτουργία, καθώς δεν αποσκοπεί στην πράξη σε ανατροπή της κυβέρνησης και στην καταγραφή ενός νέου συσχετισμού κοινοβουλευτικών δυνάμεων, αλλά στη μεγιστοποίηση της δημοσιότητας των αντιπολιτευτικών θέσεων κατά της κυβέρνησης.
Η πρόταση δυσπιστίας δεν αναμένεται να ευδοκιμήσει, ούτε ήταν αυτή η προσδοκία των υποστηρικτών της. Ο πρωθυπουργός έχει αναγνωρίσει την ευθύνη της κυβέρνησης για ολιγωρίες ή ανεπάρκειες του κρατικού μηχανισμού κατά τη διαχείριση των φυσικών καταστροφών που έπληξαν τη χώρα. Η αναζήτηση και η απόδοση των ευθυνών αυτών από το Κοινοβούλιο, ως το υψηλότερο forum δημοσίου διαλόγου στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, θα επιτρέψει στις πολιτικές δυνάμεις να αντιπαρατεθούν στο κατεξοχήν κατάλληλο θεσμικό επίπεδο, προκειμένου να αξιολογηθούν από τους πολίτες τόσο οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης όσο και τα επιχειρήματα των αντιπάλων της.
Ζητούμενο είναι το ύφος και το περιεχόμενο του κοινοβουλευτικού διαλόγου να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Η κοινωνία παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή και προσδοκά από την πολιτική τάξη πειστικές απαντήσεις και εναλλακτικές προτάσεις.
Ξενοφών Κοντιάδης
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Πρόεδρος του Ιδρύματος Τσάτσου
Πηγή: Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 28.01.2022