Search
Close this search box.

Ο ναζιστικός χαιρετισμός και πότε εμπίπτει στον αντιρατσιστικό νόμο

Με αφορμή όσα διαδραματίζονται στο Εφετείο της Χρυσής Αυγής, ο Βασίλης Σωτηρόπουλος απαντά αν και υπό ποιες προϋποθέσεις ο ναζιστικός χαιρετισμός εμπίπτει στον αντιρατσιστικό νόμο.

Εκτενής φιλολογική και νομική συζήτηση έχει αναπτυχθεί σχετικά με το κατά πόσον ο ναζιστικός χαιρετισμός επιτρέπεται ή απαγορεύεται στην Ελλάδα από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο του λεγόμενου αντιρατσιστικού νόμου, δηλ. του Ν.4285/2014, με τον οποίο τροποποιήθηκε ο Ν.927/1979 προς ενσωμάτωση της σχετικής απόφασης-πλαίσιο της Ε.Ε. για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών ρατσισμού μέσω του ποινικού δικαίου.

Στην Ελλάδα δεν έχει τυποποιηθεί ως ειδικό ποινικό αδίκημα ο ναζιστικός χαιρετισμός, όπως σε άλλες χώρες όπως η Γερμανία, στην οποία το άρθρο 86α του Ποινικού Κώδικα ποινικοποιεί την συγκεκριμένη πράξη. Ποινικοποιημένος είναι ο ναζιστικός χαιρετισμός επίσης στην Αυστρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία.

Υπάρχει πάντως στην Ελλάδα ένα πειθαρχικού τύπου προηγούμενο: το 2013 ένας ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ χαιρέτισε ναζιστικά το κοινό μετά από ένα γκολ στην Βέροια, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία για την πράξη του αυτή, ισόβια, από τη συμμετοχή του στην εθνική ομάδα ποδοσφαίρου. Η αιτιολογία της απόφασης ήταν:

“Η ενέργεια του ποδοσφαιριστή να χαιρετίσει ναζιστικά τους θεατές του αγώνα προκαλεί βάναυσα το κοινό αίσθημα, προσβάλλει βαρύτατα όλα τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας και τραυματίζει τον βαθιά ειρηνικό και ανθρώπινο χαρακτήρα του ποδοσφαίρου. Η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία την καταδικάζει απερίφραστα και κατηγορηματικά.

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της αποφασίζει τον ισόβιο αποκλεισμό του *** από όλες τις εθνικές ομάδες.

Η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία προέβλεψε ανάλογα φαινόμενα και έχει ήδη περιλάβει στον τύπο συμβολαίου, που οι ποδοσφαιριστές υπογράφουν με τις ομάδες, αντίστοιχες απαγορεύσεις.

Η Ε.Π.Ο. είναι, επίσης, βέβαιη, πως τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα θα παρέμβουν αποφασιστικά και θα επιβάλλουν τις προβλεπόμενες στον Πειθαρχικό Κώδικα, για το παράπτωμα, ποινές, οι οποίες είναι από τις βαρύτερες στο ποδόσφαιρο και αποτελούν αντιγραφή των ποινών, που η FIFA έχει θεσμοθετήσει για ανάλογες περιπτώσεις.

Τέλος, η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία θα λάβει όλα τα πρόσφορα μέτρα για να διαφυλάξει τον ειρηνικό χαρακτήρα του ποδοσφαίρου, και να προωθήσει τις αξίες της αλληλεγγύης, της συνεργασίας και του σεβασμού που αυτό πρεσβεύει”.

 Σε χώρες που ο ναζιστικός χαιρετισμός δεν είναι ποινικοποιημένος, εξετάζεται κατά πόσον εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του αντιρατσιστικού νόμου.

Στην Ελβετία, το 2014, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ο ναζιστικός χαιρετισμός εμπίπτει στο πεδίο του αντιρατσιστικού νόμου όταν κατατείνει στην προπαγάνδα του ναζισμού, αλλά όχι όταν εκφράζεται ως απλή προσωπική έκφραση. Τα όρια ήδη ακούγονται εξαιρετικά δυσδιάκριτα, για την ακρίβεια με την οποία πρέπει να περιβάλλονται οι ποινικές διατάξεις, ώστε όλοι να ξέρουμε εκ των προτέρων τί επιτρέπεται και τί απαγορεύεται.

Ο ελληνικός αντιρατσιστικός νόμος τυποποιεί ως ποινικά αδικήματα δύο διαφορετικές συμπεριφορές, αφενός τη “δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους” (στο άρθρο 1), αφετέρου τη “δημόσια επιδοκιμασία ή άρνηση εγκλημάτων” (στο άρθρο 2). Επίσης στο άρθρο 10 προσέθεσε στον Ποινικό Κώδικα το άρθρο 81Α “Ρατσιστικό έγκλημα”, το οποίο με τον Ν.4619/2019 τροποποιήθηκε σε 82Α, κατά το οποίο εάν η επιλογή του παθόντος από τον δράστη έγινε λόγω της φυλής, χρώματος, των γενεαλογικών καταβολών κτλ. το κατώτατο όριο της ποινής αυξάνεται.

Στη “δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους” ο δράστης για να τιμωρηθεί πρέπει δημόσια και με πρόθεση να “υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία” κατά προσώπου (ή ομάδας προσώπων) που προσδιορίζονται με βάση (…) την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, “κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δ η μ ό σ ι α  τ ά ξ η  ή  ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων”.

Από αυτή τη διατύπωση προκύπτει πάντως ότι δεν είναι απαραίτητο για την αντικειμενική υπόσταση της δημόσιας υποκίνησης βίας ή μίσους να έχει επέλθει ως συνέπεια της και η τέλεση αδικήματος. Ο ίδιος ο νόμος στην παρ. 3 ορίζει ότι “Αν η πρόκληση, προτροπή, διέγερση ή υποκίνηση των προηγούμενων παραγράφων είχε ως αποτέλεσμα την τέλεση εγκλήματος, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή δεκαπέντε έως τριάντα χιλιάδων (15.000-30.000) ευρώ”, που σημαίνει ότι αυτό είναι μια επιβαρυντική περίσταση κι όχι βέβαια στοιχείο του αδικήματος.

Ο ναζιστικός χαιρετισμός μέσα σε μια δικαστική αίθουσα, όταν ως χειρονομία έχει στόχο της μία Ελληνίδα πολίτη η οποία αυτοπροσδιορίζεται ως τέτοια, ως Ελληνίδα μάνα που βρίσκεται σε ένα δικαστήριο για να καταθέσει για την ανθρωποκτονία του τέκνου της από μέλος ναζιστικής οργάνωσης, είναι σαφές ότι δεν είναι μια ουδέτερη έκφραση προσωπικής άποψης, αλλά πρέπει να εξεταστεί μέσα στο πλαίσιο όλου του ιστορικού φορτίου, που περιβάλλει τη δράση του ναζιστικού καθεστώτος εις βάρος της συγκεκριμένης εθνικής και εθνοτικής ομάδας: από την κήρυξη του πολέμου από το ναζιστικό καθεστώς εις βάρος της Ελλάδας και, φυσικά, λαμβάνοντας υπόψη όλο το ιστορικό υπόβαθρο των εγκλημάτων του ναζισμού κατά των ατόμων που αυτοπροσδιορίζονται εθνικά ή εθνοτικά ως Έλληνες και Ελληνίδες. Τόσο το ιστορικό φορτίο και το υπόβαθρο, όσο και το πλαίσιο (context) μιας δίκης εγκληματικής οργάνωσης για θύμα ανθρωποκτονίας με φερόμενο ως δράστη ένα μέλος ναζιστικής ομάδας, προσδίδουν στον ναζιστικό χαιρετισμό τα χαρακτηριστικά της συμβολικής επιθετικής και ακραία προσβλητικής ενέργειας που στοχοποιεί το πρόσωπο, λόγω της εθνοτικής και εθνικής του καταγωγής.

Το context της δίκης περιλαμβάνει τόσο το πρόσωπο – στόχο όσο και τα πρόσωπα – αποδέκτες που βρίσκονται στο ακροατήριο, μέσα στο οποίο περιλαμβάνονται και άτομα τα οποία μπορεί να θεωρούν τον δράστη του ναζιστικού χαιρετισμού ως ηγετική φυσιογνωμία του χώρου τους και επίσης την αποδέκτη του χαιρετισμού ως ηγετική φυσιογνωμία του δικού της χώρου. Το προφίλ του δράστη και το προφίλ του θύματος στο ρατσιστικό έγκλημα αποτελεί ένα από τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα και με την σχετική Εγκύκλιο της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου που περιλαμβάνει τον κατάλογο των ΔΕΙΚΤΩΝ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗΣ που έχει συνταχθεί από τον Οργανισμό Ασφάλειας και Συνεργασίας στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) το 2017. Οι εν λόγω δείκτες προκατάληψης πρέπει να λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη από τις αρχές κατά τη διερεύνηση φερόμενης τέλεσης ρατσιστικού εγκλήματος.

Για τη στοιχειοθέτηση του ποινικού αδικήματος απαιτείται επίσης ο τ ρ ό π ο ς με τον οποίο εκδηλώθηκε η πράξη, να εκθέτει σε κίνδυνο την δημόσια τάξη, ή, διαζευκτικά δηλαδή, να ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων. Η έννοια της δημόσιας τάξης είναι ευρύτατος όρος, ο οποίος περιλαμβάνει σαφέστατα και την ομαλή λειτουργία της Δικαιοσύνης και των συνεδριάσεων των δικαστηρίων. Άλλωστε, ο νομοθέτης έχει τυποποιήσει ως ποινικό αδίκημα τη διατάραξη δικαστικών συνεδριάσεων στο άρθρο 168Α του Ποινικού Κώδικα: “Όποιος εμποδίζει αυθαίρετα ή διαταράσσει σοβαρά τις συνεδριάσεις δικαστηρίου ή δικαστικού συμβουλίου τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή.” Είναι ένα άρθρο που υπάγεται στο κεφάλαιο “Προσβολές κατά της Πολιτειακής Εξουσίας”, επομένως το έννομο αγαθό είναι σαφώς η δημόσια τάξη. Ο αντιρατσιστικός νόμος δεν προϋποθέτει να έχει διασαλευθεί όντως η δημόσια τάξη, αλλά ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώθηκε η δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους να “εκθέτει σε κ ί ν δ υ ν ο την δημόσια τάξη”. Δηλαδή, αρκεί το γεγονός ότι, στο συγκεκριμένο πλαίσιο (δίκη για εγκληματική ναζιστική οργάνωση), λαμβανομένου υπόψη του ακροατηρίου, στο οποίο μετείχαν και μέλη της εν λόγω οργάνωσης, θα μπορούσαν να εκλάβουν τον ναζιστικό χαιρετισμό ως υποκίνηση και ενθάρρυνση για σοβαρή διατάραξη της συνεδρίασης του δικαστηρίου. Δεν χρειάζεται να έχει πραγματοποιηθεί αυτή η διατάραξη, λοιπόν, αλλά αρκεί ο ναζιστικός χαιρετισμός να είχε παρόντες αποδέκτες – οπαδούς που να είναι σε θέση να προκαλέσουν μια σχετική σοβαρή διατάραξη.

Η απόφαση 858/2020 του Αρείου Πάγου εφάρμοσε τη διάταξη για τη δημόσια υποκίνηση βίας για τις φράσεις πρώην μητροπολίτη στο ιστολόγιό του: “Ε, λοιπόν αυτούς τους ξεφτυλισμένους, φτύστε τους! Αποδοκιμάστε τους! Μαυρίστε τους! Δεν είναι άνθρωποι! Είναι εκτρώματα της φύσεως! Ψυχικά και πνευματικά πάσχουν! Είναι άτομα με νοητική διαταραχή! Δυστυχώς, αυτοί είναι τρισχειρότεροι και πολύ πιο επικίνδυνοι από κάποιους, που ζουν στα τρελοκομεία! Μη διστάζετε, λοιπόν! Όταν και όπου τους συναντάτε, φτύστε τους! Μη τους αφήνετε να σηκώσουν κεφάλι! Είναι Επικίνδυνοι!”. Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι “Η παραδοχή για δυνατότητα πρόκλησης μίσους κατά των ως άνω προσώπων, δημιουργεί την προσφορότητα που απαιτείται κατά την κρίσιμη διάταξη, να προκληθούν και βίαιες πράξεις εναντίον τους, δεδομένου ότι το μίσος αντικειμενικά αποτελεί το υπόβαθρο και την ιδιαίτερη εκείνη ψυχολογική κατάσταση για να εκτραπεί ο άνθρωπος σε βιαιότητες ή σε ενέργειες που απειλούν ή προσβάλλουν τη ζωή, την ελευθερία και τη σωματική ακεραιότητα άλλων, εν προκειμένω μέλους ή μελών της εν λόγω ομάδας προσώπων. Εξάλλου, η αξιόποινη πράξη του άρθρου 1 παρ.1 ν.927/1979 απαιτεί κοινό δόλο και η υποκειμενική της υπόσταση πληρούται με τη γνώση και θέληση των στοιχείων της αντικειμενικής υπόστασης αυτού, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη αιτιολογία για τη στοιχειοθέτηση του στοιχείου αυτού. Ο αναιρεσείων αντιτείνει ότι το επίμαχο κείμενο περιέχει αξιολογικές κρίσεις και τις θέσεις της Εκκλησίας για την ομοφυλοφιλία, μάλιστα αναφέρεται σε ”οξεία και καυστική κριτική για μια μεγάλη αμαρτία”, επικαλείται δε ότι ως Ιεράρχης έχει καθήκον να νουθετεί το χριστεπώνυμο πλήρωμα και ότι απέβλεπε στη δημόσια αποδοκιμασία ενός ηθικού κακού. Ο αναιρεσείων επιπρόσθετα επικαλείται ότι κατά το χρόνο των δηλώσεών του ήταν αδίκημα η ασέλγεια μεταξύ αρρένων, υφίστατο, δηλαδή, η διάταξη του άρθρου 347 Π.Κ., που καταργήθηκε αργότερα. Ο ισχυρισμός αυτός αναφέρεται μόνο προς ενίσχυση των θέσεών του κατά της ομοφυλοφιλίας δεν είναι αυτοτελής και δεν έχει επιρροή στο προκείμενο αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε απορριπτομένων όσων περί του αντιθέτου υποστηρίζει με τον πέμπτο κύριο λόγο της κρινόμενης αίτησής του. Το Δικαστήριο, περαιτέρω, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχεται με επαρκή αιτιολογία ότι οι προτροπές του αναιρεσείοντα δεν αποτελούσαν έκφραση γνώμης και έτσι δεν πλήττεται το δικαίωμα έκφρασης αυτού, καθώς το κείμενο που δημοσίευσε αυτός ήταν πρόσφορο να προκαλέσει διακρίσεις και μίσος σε βάρος των ομοφυλόφιλων.”

Αναλογίες προς τις παραπάνω προτροπές του μητροπολίτη εις βάρος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας θα μπορούσαν να εντοπιστούν στην μεταχείριση των Ελληνίδων και Ελληνίδων από το ναζιστικό καθεστώς (προσοχή: δεν γίνεται λόγος εδώ για το Ολοκαύτωμα), έτσι ώστε να υποστηρίζεται βάσιμα ότι ο ναζιστικός χαιρετισμός, όταν όντως προέρχεται από άτομο που αποτελεί ηγετική φυσιογνωμία αυτού του χώρου και εκδηλώνει τον χαιρετισμό προς άτομο που αυτοπροσδιορίζεται με πλήρως αναγνωρίσιμο και δημόσιο τρόπο ως ελληνικής εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, πολύ περισσότερο όταν αποτελεί κι ένα σύμβολο αυτής της εθνικής καταγωγής ως η τραγική Ελληνίδα μητέρα που έχασε το παιδί της, που δολοφονήθηκε από οπαδό των ναζί, σαφέστατα περικλείει ένα σύνολο προτροπών μίσους και αποδοκιμασίας όπως το ανωτέρω κείμενο του μητροπολίτη.

Σε τέτοιες περιστάσεις κι εφόσον όλα αυτά αποδεικνύονται από τα πραγματικά περιστατικά και ενόρκως από μάρτυρες, καλείται προς εφαρμογή ο αντιρατσιστικός νόμος.

Βασίλης Σωτηρόπουλος
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

* Το κείμενο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στην προσωπική σελίδα του συντάκτη στο Facebook, στις 19.10.2022.

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Τo ζήτημα των καμερών (φορητών και σώματος) που φέρουν οι Μονάδες Αποκαταστάσεως της Τάξεως (Μ.Α.Τ.) της Ελληνικής Αστυνομίας

Με αφορμή τον εξοπλισμό της ΕΛΑΣ με κάμερες (φορητές και σώματος), η Επίκουρη Καθηγήτρια του Παντείου Παν/μίου, Φερενίκη Παναγοπούλου- Κουτνατζή, εξετάζει το κείμενο θεσμικό πλαίσιο και τη σχετική θέση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων. Καταλήγει ότι η χρήση καμερών είναι υπό αυστηρές προϋποθέσεις σύννομη και δεν συνιστά παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Περισσότερα

Επικοινωνιακό απόρρητο: προβληματισμοί για τη διασφάλιση ενός κλασικού δικαιώματος στο πεδίο των σύγχρονων κατασκοπευτικών λογισμικών

Η Αικατερίνα Παπανικολάου γράφει για το επίκαιρο ζήτημα των σύγχρονων λογισμικών παρακολούθησης, τα δικαιώματα που επηρεάζονται και τις πρόσφατες σχετικές αποφάσεις ευρωπαϊκών δικαστηρίων.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.