Βιντεοεπιτήρηση σχολικών μονάδων: Σκέψεις με αφορμή την Απόφαση 50/2022 της ΑΠΔΠΧ

Επιτρέπεται η βιντεοεπιτήρηση σχολικών μονάδων και αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις; Η Φερενίκη Παναγοπούλου απαντά, με αφορμή πρόσφατη απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

Ι. Εισαγωγή

To ζήτημα της βιντεοεπιτηρήσεως σχολικών μονάδων έχει απασχολήσει πολλάκις την εκπαιδευτική κοινότητα. Από τη μια πλευρά, η βούληση της βιντεοσκοπήσεως απορρέει από την πρόθεση αποφυγής βανδαλισμών, επεισοδίων βίας και κλοπών. Μια επιφανειακή επισκόπηση της πραγματικότητας θα καταδείξει ότι τα ανωτέρω δεν κινούνται δυστυχώς σε κάποιον ανύπαρκτο αστερισμό. Από την άλλη πλευρά, δικαιολογημένα μας προβληματίζει η φωνή όλων όσοι ανησυχούν για τις επιπτώσεις μιας αέναης παρακολουθήσεως κατά κύριο λόγο στην ιδιωτική ζωή και την ελεύθερη διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών. Στο πλαίσιο της παρούσης συμβολής θα συζητηθεί η προβληματική της σχολικής βιντεοεπιτηρήσεως υπό το πρίσμα της Αποφάσεως της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) 50/2022.

ΙΙ. Το συνταγματικό πλαίσιο

Η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων βιντεοεπιτηρήσεως με τη λήψη ή και καταγραφή εικόνας ή και ήχου δια της συλλογής, διατηρήσεως, αποθηκεύσεως, προσβάσεως και διαβιβάσεως δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα συνιστούν, ως επιμέρους πράξεις επεξεργασίας, επέμβαση στα ατομικά δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής κατ’ άρθρο 9 Σ, 7 ΧΘΔΕΕ και 8 ΕΣΔΑ καθώς και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ’ άρθρο 9Α Σ, 8 ΕΣΔΑ και 8 ΧΘΔΕΕ. Παράλληλα με το δικαίωμα προστασίας δεδομένων των παιδιών, δεν πρέπει να διαλάθει την προσοχή μας και το αντίστοιχο δικαίωμα των εργαζομένων εκπαιδευτικών και διοικητικών υπαλλήλων που εργάζονται στον ίδιο χώρο. Περαιτέρω, η βιντεοσκόπηση παιδιών φαίνεται να έρχεται σε ένταση με το δικαίωμά τους στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς των παιδιών, κατά το άρθρο 5 παρ. 1 Σ. Είναι γεγονός ότι όταν ένα παιδί νιώθει ότι παρακολουθείται θα είναι συγκρατημένο και θα προσπαθεί να καταπιέζει τα όποια αισθήματά του, τις κινήσεις του, τις εκφράσεις του κ.ο.κ. Στην ίδια κατεύθυνση εύλογα θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η απαγόρευση βιντεοεπιτηρήσεως παιδιών υπαγορεύεται από το δικαίωμά τους στην προστασία της παιδικής ηλικίας, κατ’ άρθρο 21 παρ. 1 Σ.

Στον αντίποδα των ανωτέρω οφείλουμε να μη λησμονούμε τα ισοσθενή επιχειρήματα αναφορικά με τις βιαιοπραγίες, τις κλοπές και τον σχολικό εκφοβισμό που δυστυχώς εκτυλίσσονται στον σχολικό χώρο. Υπ’ ορισμένες περιστάσεις, η βιντεοσκόπηση σχολικών μονάδων δύναται να αποτρέψει σκηνικά βίας και σχολικού εκφοβισμού, κάτι που ενισχύει την κατ’ άρθρο 21 παρ. 1 Σ παιδική προστασία.

ΙΙΙ. Νομοθετικό και γνωμοδοτικό πλαίσιο

Τα άρθρα 5 και 6 παρ. 1 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων 679/2016 (ΓΚΠΔ) αποτελούν τη βάση για την κρίση της νομιμότητας σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω συσκευών μαγνητοσκοπήσεως (βίντεο). Περαιτέρω, πρέπει σε προηγούμενο χρόνο της εγκαταστάσεως και λειτουργίας του συστήματος να τεκμηριωθεί εσωτερικά η νομιμότητα της επεξεργασίας και μάλιστα κατά τον προσδιορισμό του σκοπού της επεξεργασίας ενδέχεται να χρειαστεί σχετική αξιολόγηση για κάθε κάμερα ξεχωριστά, ανάλογα με το σημείο τοποθετήσεώς και το οπτικό πεδίο θεάσεώς της. Η αξιολόγηση αυτή λαμβάνει χώρα μέσω της εκπονήσεως μελέτης εκτιμήσεως αντικτύπου, κατ’ άρθρο 35 ΓΚΠΔ. Αξιοσημείωτη είναι η ιδιαίτερη έμφαση του ΓΚΠΔ στην προστασία της ευάλωτης παιδικής ηλικίας.[1]

Σύμφωνα με τις Κατευθυντήριες Γραμμές 3/2019 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων: «α (…) 5. Η βιντεοεπιτήρηση δεν είναι εξ ορισμού αναγκαία εφόσον υπάρχουν άλλα μέσα για την επίτευξη του υποκείμενου σκοπού. Στην αντίθετη περίπτωση, υπάρχει ο κίνδυνος να μεταβληθούν οι πολιτισμικοί κανόνες και επομένως να εδραιωθεί ως γενική αρχή η έλλειψη της ιδιωτικότητας (…)». β «(…) 20. Το έννομο συμφέρον πρέπει να υφίσταται πραγματικά και να αφορά παρόν ζήτημα (δηλαδή το συμφέρον δεν πρέπει να είναι πλασματικό ή υποθετικό). Πρέπει να υφίσταται πραγματική κατάσταση κινδύνου –όπως ζημιές ή σοβαρά συμβάντα στο παρελθόν– πριν από την έναρξη της επιτήρησης. (…)». γ. «(…) 24. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή και να περιορίζονται στο αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία («ελαχιστοποίηση των δεδομένων»), βλέπε άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Πριν από την εγκατάσταση συστήματος βιντεοεπιτήρησης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει πάντα να εξετάζει ενδελεχώς αν αυτό το μέτρο είναι, κατά πρώτον, κατάλληλο για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου και, κατά δεύτερον, επαρκές και αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών του. Μέτρα βιντεοεπιτήρησης θα πρέπει να επιλέγονται μόνον εάν ο σκοπός της επεξεργασίας δεν θα μπορούσε εύλογα να εκπληρωθεί με άλλα μέσα, τα οποία θίγουν σε μικρότερο βαθμό τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων.»

Η Αρχή έχει εκδώσει για το ζήτημα της χρήσεως συστημάτων βιντεοεπιτηρήσεως για τον σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών την υπ’ αριθμ. 1/2011 Οδηγία, οι διατάξεις της οποίας πρέπει να εφαρμόζονται σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΓΚΠΔ και του ν. 4624/2019, με τον οποίο ορίζονται μέτρα εφαρμογής του ΓΚΠΔ. Τούτο ισχύει ιδίως για τις υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Γ’ αυτής (άρθρα 10 έως 13 της Οδηγίας 1/2011). Για παράδειγμα, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας μετά από την πλήρη εφαρμογή του ΓΚΠΔ δεν έχουν πλέον υποχρέωση γνωστοποιήσεως της επεξεργασίας στην Αρχή, αλλά οφείλουν να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα συμμορφώσεως προς τις απαιτήσεις του ΓΚΠΔ και να φροντίζουν για την ικανοποίηση των επαυξημένων δικαιωμάτων που προβλέπει ο ΓΚΠΔ. Στο άρθρο 18 της Οδηγίας 1/2011 για σχολεία και λοιπούς χώρους όπου δραστηριοποιούνται ανήλικοι ορίζονται τα εξής: α. «(…) 1. Η ύπαρξη και μόνο καμερών σε σχολεία και άλλους χώρους όπου δραστηριοποιούνται ανήλικοι (όπως παιδικοί σταθμοί, οικοτροφεία, φροντιστήρια κλπ.) χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, αφού δεν είναι εύκολο να αξιολογηθούν οι συνέπειες που μια τέτοια επεξεργασία μπορεί να έχει για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των ανηλίκων. Συγκεκριμένα, υπάρχει ο κίνδυνος να περιορισθεί η ανάπτυξη της έννοιας της ελευθερίας τους, εάν πιστέψουν από μικρή ηλικία ότι είναι φυσιολογικό να παρακολουθούνται μέσω καμερών (βλ. και Γνωμοδότηση 2/2009 της Ομάδας Εργασίας του Άρθρου 29, καθώς επίσης και την Απόφαση 77/2009 της Αρχής. (…)». β. «(…) 2. Το σύστημα βιντεοεπιτήρησης επιτρέπεται να λειτουργεί μόνο κατά τις ώρες που το σχολείο δεν λειτουργεί. Οι ώρες λειτουργίας του συστήματος πρέπει να αναγράφονται με σαφήνεια στις σχετικές ενημερωτικές πινακίδες, έτσι ώστε να γνωρίζουν πλήρως όλοι οι μαθητές και οι φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας τους στο σχολείο/φροντιστήριο δεν παρακολουθούνται. (…)». γ. «(…) 3. Κατ’ εξαίρεση σε περιπτώσεις σχολικών εγκαταστάσεων μεγάλης έκτασης, όπου δεν είναι πρακτικός έλεγχος των απομακρυσμένων σημείων των εγκαταστάσεων με ηπιότερα μέσα (π.χ. φύλακες), είναι δυνατόν να επιτραπεί η λειτουργία των καμερών που εστιάζουν στα απομακρυσμένα σημεία και κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου, μετά από έγκριση της Αρχής. δ. «(…) 5. Η απόφαση για την εγκατάσταση και τη λειτουργία του συστήματος πρέπει να λαμβάνεται από το αρμόδιο όργανο για τη διοίκηση του σχολείου, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη των εκπροσώπων του διδακτικού προσωπικού, του συλλόγου γονέων και των μαθητικών συλλόγων όπου υπάρχουν (…)».

Πρακτικά, η Αρχή, έχει παράσχει ειδική καθοδήγηση προς τους υπεύθυνους επεξεργασίας οι οποίοι σχεδιάζουν να χρησιμοποιήσουν συστήματα βιντεοεπιτηρήσεως σε σχολεία. Η καθοδήγηση αυτή, εφόσον ακολουθηθεί, εξασφαλίζει την τήρηση των προϋποθέσεων των άρθρων 5 και 6 παρ. 1 ΓΚΠΔ.

ΙV. Η Απόφαση 50/2022

Η Αρχή εξέτασε τη νομιμότητα λειτουργίας συστήματος βιντεοεπιτηρήσεως σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, σε συνέχεια καταγγελίας από πρώην εργαζόμενη. Από τα στοιχεία που υποβλήθηκαν προέκυψε ότι το σύστημα βιντεοεπιτηρήσεως δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις νομιμότητας. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκαν παραβιάσεις των άρθρων 5 παρ. 1α, 5 παρ. 1β και 5 παρ. 2, και των άρθρων 6, 12, 13, 30 του ΓΚΠΔ. Η Αρχή επέβαλε στον υπεύθυνο επεξεργασίας διοικητικό πρόστιμο ύψους 15.000 Ευρώ και τον διέταξε να απεγκαταστήσει τις κάμερες και να ενημερώσει εγγράφως την Αρχή σχετικά.

H Aρχή επεσήμανε ότι, σε αντίθεση με το άρθρο 18 της Οδηγίας 1/2011, το σύστημα ήταν ενεργό τις ώρες που το σχολείο λειτουργούσε, σε χώρους όπου κινούνται εργαζόμενοι και μαθητές, παραβιάζοντας κατά τον τρόπο αυτό την αρχή του περιορισμού του σκοπού. Περαιτέρω, η απόφαση για τη λειτουργία του συστήματος δεν είχε ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 της Οδηγίας 1/2011, ούτε είχε τεκμηριωθεί με άλλο τρόπο το επικαλούμενο υπέρτερο έννομο συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας, δηλαδή ότι η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, εκτός εάν έναντι των συμφερόντων αυτών υπερισχύει το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων που επιβάλλουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως εάν το υποκείμενο των δεδομένων είναι παιδί (άρθρο 6 παρ. 1 στ΄ ΓΚΠΔ). Η απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων εκδόθηκε μετά από την ακρόαση ενώπιον της Αρχής, ενώ το σύστημα λειτουργούσε από το 2007. Τέλος, η εξαίρεση της μεγάλης (χωρικής) εκτάσεως που προβλέπεται στην περίπτωση 3 του άρθρου 19 της Οδηγίας 1/2011 δεν εφαρμοζόταν στη συγκεκριμένη περίπτωση, διότι δεν επρόκειτο για περίπτωση σχολικής εγκαταστάσεως μεγάλης εκτάσεως, όπου δεν ήταν πρακτικός ο έλεγχος των απομακρυσμένων σημείων των εγκαταστάσεων με ηπιότερα μέσα. Συνεπώς, δεν τεκμηριώθηκε η νομιμότητα της επεξεργασίας κατά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 2 και 6 του ΓΚΠΔ. Πέραν τούτων, η Αρχή επεσήμανε ότι η ενημέρωση γονέων και εργαζομένων σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος υπήρξε ελλιπής, διότι κατά δήλωση του υπευθύνου επεξεργασίας γινόταν προφορικά, κατά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 1 α’ και των άρθρων 12 και 13 και 5 παρ. 2 β’ του ΓΚΠΔ, καθώς ο καταγγελλόμενος δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει ότι γινόταν τέτοια προφορική ενημέρωση και ακόμα κι αν γινόταν δεκτό ότι έλαβε χώρα προφορική ενημέρωση, αυτή δεν κάλυπτε κάθε κατηγορία υποκειμένων, ιδίως τα παιδιά, τους εργαζόμενους και τους προσερχόμενους στο χώρο, μη ικανοποιώντας τις απαιτήσεις διαφάνειας και λογοδοσίας. Επίσης, η Αρχή έκρινε ότι δεν ετηρείτο η αρχή του περιορισμού του σκοπού, εφόσον μέσω της προσβάσεως στην μεταδιδόμενη εικόνα από τον διευθυντή και εργοδότη δεν προέκυπτε σαφώς ούτε διασφαλιζόταν τεχνικώς ότι ο σκοπός της επεξεργασίας ήταν αποκλειστικά και μόνον η προστασία προσώπων και αγαθών. Επιπρόσθετα, δεν τηρήθηκε η αρχή της λογοδοσίας όσον αφορά στην τεκμηρίωση μέσω της τηρήσεως αρχείων δραστηριοτήτων, κατά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 2 και του άρθρου 30 του ΓΚΠΔ. Εν προκειμένω, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν τηρούσε αρχεία δραστηριοτήτων για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων μέσω του συστήματος βιντεοεπιτηρήσεως, τα προσκόμισε μόνο μετά από την ακρόαση ενώπιον της Αρχής.

Για την επιμέτρηση του προστίμου, η Αρχή έλαβε υπ’ όψιν της τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 83 παρ. 2 του ΓΚΠΔ, την παράγραφο 5 α’ και β’ του άρθρου 83 ΓΚΠΔ και τις Κατευθυντήριες Γραμμές για την εφαρμογή και τον καθορισμό διοικητικών προστίμων για τους σκοπούς του Κανονισμού 2016/679 που εκδόθηκαν στις 3/10/2017 από την Ομάδα Εργασίας του άρθρου 29 (WP 253), καθώς και τα πραγματικά δεδομένα της εξεταζόμενης υποθέσεως και ιδίως:

α) Τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παραβάσεως, ενόψει της φύσεως, της εκτάσεως ή του σκοπού της σχετικής επεξεργασίας, καθώς και τον αριθμό των υποκειμένων των δεδομένων που έθιξε η παράβαση και τον βαθμό ζημίας που υπέστησαν και συγκεκριμένα:

  1. το γεγονός ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας παραβίασε τις από το άρθρο 5 παρ. 1 α’ του ΓΚΠΔ αρχές της νομιμότητας, αντικειμενικότητας και διαφάνειας, επιπλέον δε την αρχή του περιορισμού του σκοπού κατ’ άρθρο 5 παρ. 1 εδ. β’ καθώς και την υποχρέωση (αρχή) λογοδοσίας κατ’ άρθρο 5 παρ. 2 του ΓΚΠΔ, ήτοι παραβίασε θεμελιώδεις αρχές του ΓΚΠΔ για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
  2. το γεγονός ότι η τήρηση των αρχών που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 α’ και παρ. 2 του ΓΚΠΔ είναι κεφαλαιώδους σημασίας, πρωτίστως δε, η αρχή της νομιμότητας, αντικειμενικότητας και διαφάνειας, ώστε εάν εκλείπει αυτή να καθίσταται εξ αρχής παράνομη η επεξεργασία, ακόμη και εάν έχουν τηρηθεί οι λοιπές αρχές επεξεργασίας. Ομοίως κεφαλαιώδους σημασίας καθίσταται τόσο η αρχή περιορισμού του σκοπού όσο όμως και η αρχή της λογοδοσίας στο πλαίσιο του νέου μοντέλου συμμορφώσεως που εισήχθη με τον ΓΚΠΔ, όπου το βάρος συμμορφώσεως και η σχετική ευθύνη βαρύνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας, ο οποίος και έχει εφοδιασθεί από τον ΓΚΠΔ με τα απαραίτητα εργαλεία συμμορφώσεως,
  3. το γεγονός ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν κατάφερε να συμμορφωθεί με τις επιταγές των αρχών επεξεργασίας του άρθρου 5 παρ. 1 εδ. α’ και β’ ΓΚΠΔ, επιπλέον δε, απέτυχε να τεκμηριώσει στο πλαίσιο της συμμορφώσεως τη νομιμότητα του συστήματος βιντεοεπιτηρήσεως,
  4. το γεγονός ότι η παραβίαση των ανωτέρω αρχών υπάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 παρ. 5 εδ. α’ του ΓΚΠΔ στην ανώτερη προβλεπόμενη κατηγορία του συστήματος διαβαθμίσεως διοικητικών προστίμων,
  5. το γεγονός ότι, από τα στοιχεία που τέθηκαν υπ’ όψιν της Αρχής, δεν προέκυψε η επέλευση υλικής βλάβης στα υποκείμενα των δεδομένων,
  6. το γεγονός ότι η παραβίαση των αρχών του άρθρου 5 παρ. 1 α’, β’ και παρ. 2 του ΓΚΠΔ δεν αφορούσε, με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν υπ’ όψιν της Αρχής δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των άρθρων 9 και 10 του ΓΚΠΔ, αλλά αφορά παιδιά, που απαιτούν ειδική προστασία όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (αιτ. σκέψη 38 και άρθρο 6 παρ. 1 στ’ του ΓΚΠΔ),
  7. το γεγονός ότι το εν λόγω σύστημα και οι κάμερες είχαν εγκατασταθεί και λειτουργούσαν μη νόμιμα από το έτος 2007, ενώ και μετά την εφαρμογή του ΓΚΠΔ δεν διαπιστώθηκε καμία ενέργεια συμμορφώσεως έως την επέμβαση της Αρχής.

β) Τον βαθμό υπαιτιότητας του υπευθύνου επεξεργασίας. Η εγκατάσταση και λειτουργία του συστήματος βιντεοεπιτηρήσεως κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας, αντικειμενικότητας και διαφάνειας, του περιορισμού του σκοπού καθώς και της λογοδοσίας υπήρξε αποτέλεσμα ανεπαρκούς γνώσεως και εφαρμογής των διατάξεων του ΓΚΠΔ που αποδίδεται σε αμέλεια και επομένως λαμβάνεται υπ’ όψιν ελαφρυντικά σε σχέση με το ενδεχόμενο να είχε λάβει χώρα εκ δόλου.

γ) Τυχόν ενέργειες στις οποίες προέβη ο υπεύθυνος επεξεργασίας για να μετριάσει τη ζημία που υπέστησαν τα υποκείμενα των δεδομένων και τον βαθμό συνεργασίας με την Αρχή για την επανόρθωση της παραβάσεως και τον περιορισμό των πιθανών δυσμενών επιπτώσεών της. Ο καταγγελλόμενος προέβη σε ενέργειες για την τεκμηρίωση της επεξεργασίας και τη συμμόρφωση με τον ΓΚΠΔ μετά από την ακρόαση, η δε συνεργασία του με την Αρχή υπήρξε ικανοποιητική.

δ) Τυχόν σχετικές προηγούμενες παραβάσεις του υπευθύνου επεξεργασίας. Από σχετικό έλεγχο προκύπτει ότι δεν έχει επιβληθεί στην καταγγελλόμενη εταιρία μέχρι σήμερα διοικητική κύρωση από την Αρχή.

ε) Τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία επηρεάζει η παράβαση. Δεν πρόκειται για δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των άρθρων 9 και 10 του ΓΚΠΔ, σύμφωνα με τα στοιχεία που τέθηκαν υπ’ όψιν της Αρχής, αλλά αφορά σε παιδιά, που απαιτούν ειδική προστασία όσον αφορά στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (αιτ. σκέψη 38 και άρθρο 6 παρ. 1 στ’ του ΓΚΠΔ).

στ) Το μέγεθος της εταιρείας.

V. Παρατηρήσεις

Η σχολιαζόμενη απόφαση θα μπορούσε να αναγνωσθεί ως εξής:

Κατά κανόνα, απαγορεύεται η εγκατάσταση συστήματος βιντοεπιτηρήσεως στα σχολεία.[2] Η παρακολούθηση σε σχολικό περιβάλλον πρέπει να αποφεύγεται. Και αυτό λόγω των μη εύκολα εκτιμώμενων κινδύνων για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η χρήση καμερών σε ώρες μη λειτουργίας του σχολείου για την προστασία των σχολικών εγκαταστάσεων, κατά κύριο λόγο όταν οι μαθητές απουσιάζουν. Πράγματι, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις βανδαλισμών κτιριακών μονάδων κατά τις ώρες που τα σχολεία είναι κλειστά.

 Σε ώρες λειτουργίας του σχολείου η βιντεοεπιτήρηση είναι επιτρεπτή υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α) Κατά κανόνα μη βιντεοσκόπηση μαθημάτων

Η βιντεοσκόπηση δεν πρέπει να καταλαμβάνει υπό κανονικές συνθήκες την ώρα διδασκαλίας, καθώς η τάξη βρίσκεται υπό την ευθύνη των διδασκόντων και δεν τίθεται εν ώρα μαθήματος ζήτημα προστασίας προσώπων και αγαθών. Η βιντεοσκόπηση σχολικών μαθημάτων σε έκτακτες περιόδους πανδημίας, φυσικών καταστροφών, βαριών ασθενειών κ.ο.κ. επιτρέπεται για διαφορετικούς λόγους υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις αναφορικά με την προστασία δεδομένων των μαθητών.[3] Εν προκειμένω σκοπός της επεξεργασίας δεν είναι η προστασία προσώπων και αγαθών, αλλά η συνέχιση της εκπαιδεύσεως υπό εξαιρετικά δυσμενείς προϋποθέσεις και η προστασία της δημόσιας υγείας και κάτι τέτοιο πρέπει να προβλέπεται νομοθετικά.[4]

β) Τήρηση των βασικών αρχών επεξεργασίας δεδομένων.

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω της βιντεοεπιτηρήσεως πρέπει να στηρίζεται σε μια από τις νόμιμες βάσεις επεξεργασίας που ορίζονται στα άρθρο 5 και 6 ΓΚΠ∆. Οι αρχές αυτές συνοψίζονται στην αρχή της νομιμότητας (τα προσωπικά δεδομένα πρέπει να αποκτηθούν με νόμιμο και θεμιτό τρόπο, η επεξεργασία τους να στηρίζεται σε μια νόμιμη βάση επεξεργασίας), της ελαχιστοποιήσεως των δεδομένων (τα προσωπικά δεδομένα πρέπει να είναι κατάλληλα, σχετικά και όχι περισσότερα απ’ ό,τι επιβάλλει ο σκοπός που δικαιολογεί την επεξεργασία τους και εν προκειμένω η προστασία των μαθητών και της περιουσίας του σχολείου), του σκοπού της επεξεργασίας (τα προσωπικά δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία και τηρούνται με νόμιμο και θεμιτό τρόπο μόνο για περιορισμένους, σαφώς προσδιορισμένους και νόμιμους σκοπούς, δηλαδή την αποφυγή βίας και βανδαλισμών και όχι για έτερους εμπορικούς λ.χ. σκοπούς), του χρονικού περιορισμού (τα προσωπικά δεδομένα δεν μπορεί να τηρούνται περισσότερο από τον αναγκαίο χρόνο), της ακρίβειας (πρέπει να είναι ακριβή και να ενημερώνονται τακτικά), της ακεραιότητας (λήψη κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας, προκειμένου να αποφεύγονται μη εξουσιοδοτημένες προσβάσεις, αλλαγές, διαρροές προσωπικών δεδομένων και τυχαία απώλεια, καταστροφή φθορά αυτών).

γ) Ύπαρξη σχολικών εγκαταστάσεων μεγάλης εκτάσεως

Η βιντεοεπιτήρηση επιτρέπεται σε εκτεταμένους σχολικούς χώρους όπου δεν είναι πρακτικός ο έλεγχος των απομακρυσμένων σημείων των εγκαταστάσεων με ηπιότερα μέσα (π.χ. με επόπτες καθηγητές ή φύλακες). Στις εν λόγω εγκαταστάσεις είναι δυνατόν να επιτραπεί η λειτουργία των καμερών που εστιάζουν στα απομακρυσμένα σημεία. Ωστόσο, το κριτήριο της μεγάλης εκτάσεως δεν είναι ευκόλως προσδιορίσιμο. Περαιτέρω, πρέπει να παραδεχθούμε ότι οι επόπτες εκπαιδευτικοί δεν δύνανται να εντοπίζουν όλα τα περιστατικά. Δεν είναι ανθρωπίνως εφικτό να υπάρχει παντού και καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας του σχολείου ένας επόπτης. Ως εκ τούτου, το κριτήριο της μεγάλης εκτάσεως δέον είναι να συνεκτιμάται, αλλά να μην είναι απόλυτο.

δ) Εκπόνηση μελέτης εκτιμήσεως αντικτύπου

Αναγκαία είναι η εκπόνηση μελέτης εκτιμήσεως αντικτύπου της βιντεοεπιτηρήσεως για τα δικαιώματα των επιτηρουμένων, σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 3 α’ ΓΚΠ∆ (βλ. και αιτ. σκ. 91), καθώς συντρέχει η περίπτωση συστηματικής παρακολουθήσεως ιδιωτικού χώρου σε µεγάλη κλίµακα ή σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 3 γ’ ΓΚΠΔ για την περίπτωση δημοσίου χώρου. Σημειωτέον ότι η Αρχή έχει σχετικώς εκδώσει την υπ’ αριθ. 65/2019 Απόφασή της (βλ. και ΦΕΚ Β΄ 1622/10-5-2019) «Κατάλογος µε τα είδη των πράξεων επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίµησης αντίκτυπου σχετικά µε την προστασία δεδοµένων σύµφωνα µε το άρθρο 35 παρ. 4 του ΓΚΠ∆». Ο κατάλογος αυτός καθιστά υποχρεωτική τη διενέργεια εκτιμήσεως αντικτύπου σε περιπτώσεις συστηµατικής και σε µεγάλη κλίµακα επεξεργασίας για την παρακολούθηση, την παρατήρηση ή τον έλεγχο των φυσικών προσώπων µε χρήση δεδοµένων που συλλέγονται µέσω συστηµάτων βιντεοεπιτηρήσεων ή µέσω δικτύων ή µε οποιοδήποτε άλλο µέσο σε δηµόσιο χώρο, δηµοσίως προσβάσιµο χώρο ή ιδιωτικό χώρο προσιτό σε απεριόριστο αριθµό προσώπων. Κομβικό στοιχείο της εκτιμήσεως είναι η διαβούλευση με τα υποκείμενα των δεδομένων ή τους εκπροσώπους τους, κατ’ άρθρο 35 παρ. 9 Σ. Στο πλαίσιο αυτό η διοίκηση του σχολείου μπορεί να καλέσει τα ενδιαφερόμενα μέρη, για να ακούσει τους προβληματισμούς τους και για να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα για την αντιμετώπιση των όποιων αναφυομένων κινδύνων.

Στο σημείο αυτό τονίζεται ότι η μελέτη δεν εξετάζει μόνο τον κίνδυνο επεμβάσεως στην ιδιωτικότητα, αλλά και σε άλλα δικαιώματα, όπως λ.χ. είναι το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, κατά το άρθρο 5 παρ. 1 Σ. Στην κατεύθυνση αυτή κινείται το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, το οποίο έχει υιοθετήσει τις «Κατευθυντήριες γραµµές για την εκτίµηση του αντικτύπου σχετικά µε την προστασία δεδοµένων (ΕΑΠ∆) και καθορισµός του κατά πόσον η επεξεργασία «ενδέχεται να επιφέρει υψηλό κίνδυνο» για τους σκοπούς του κανονισµού 2016/679» που εκδόθηκαν από την Ομάδα Εργασίας του άρθρου 29. Ενδεχομένως, κάποιες ανησυχίες θα μπορούσαν να εκφρασθούν λόγω της εν συνόλω εξετάσεως της επιρροής των δικαιωμάτων πέραν της ιδιωτικότητας από την ΑΠΔΠΧ, η οποία έχει ως αποστολή την εποπτεία της εφαρμογής της νομοθεσίας περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων[5] και όχι γενικώς την προστασία όλων των συνταγματικών δικαιωμάτων. Η Αρχή καλείται να εξετάσει την προστασία άλλων δικαιωμάτων. Η ανησυχία αυτή για τις αρμοδιότητες της Αρχής διασκεδάζεται από το γεγονός ότι τα εξεταζόμενα δικαιώματα θίγονται λόγω, ακριβώς, της επεμβάσεως στην ιδιωτικότητα και, ως εκ τούτου, λαμβάνει χώρα στάθμιση ανάμεσα στην ιδιωτικότητα και συγκρουόμενα άλλα αγαθά.[6] Ιδιαίτερα σημαντική είναι η επίδειξη αυτοσυγκρατήσεως εκ μέρους της ΑΠΔΠΧ, προκειμένου να μην εισέρχεται σε θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής.

ε) Ορισμός Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (ΥΠΔ)

Απαραίτητος κρίνεται ο ορισμός Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 37 παρ. 1 περ. β΄ τελ. εδ. ΓΚΠ∆, στην περίπτωση τακτικής και συστηµατικής παρακολουθήσεως των υποκειµένων των δεδοµένων σε µεγάλη κλίµακα. Πολύ κρίσιμος επί τούτου είναι ο ορισμός αμερόληπτου ΥΠΔ, που δεν θα βρίσκεται σε κατάσταση συγκρούσεως συμφερόντων, προκειμένου να είναι σε θέση να ασκεί ουσιαστικό έλεγχο. Κρίνεται ότι αυτό θα επιτυγχανόταν στον βέλτιστο βαθμό εάν ο ΥΠΔ δεν προερχόταν από το σώμα του σχολείου, προκειμένου να απουσιάζει οποιαδήποτε σχέση εξαρτήσεως.

Στ) Λήψη αποφάσεως

Η εγκατάσταση και η λειτουργία του συστήματος πρέπει να αποφασισθεί από το αρμόδιο όργανο για τη διοίκηση του σχολείου, αφού ληφθεί υπ’ όψιν η γνώμη των εκπροσώπων του διδακτικού προσωπικού, του συλλόγου γονέων και των μαθητικών συλλόγων όπου υπάρχουν.

ζ) Διεξοδική ενημέρωση

Η επεξεργασία δεδομένων μέσω βιντεοεπιτηρήσεως απαιτεί διεξοδική ενημέρωση όλων των υποκειμένων των δεδομένων, ήτοι μαθητών, γονέων και εργαζομένων εκπαιδευτικών και διοικητικού προσωπικού. Η εν λόγω ενημέρωση πρέπει να τεκμηριώνεται και να μην είναι προφορική.[7] Η ενημέρωση για τα παιδιά πρέπει να λαμβάνει χώρα σε γλώσσα φιλική στα παιδιά.

η) Τήρηση αρχείου δραστηριοτήτων

Το σχολείο οφείλει να τηρεί αρχείο επεξεργασίας όλων των υπό επεξεργασία δεδομένων, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 ΓΚΠΔ. Η τήρηση αρχείου απορρέει από την αρχή της λογοδοσίας, βάσει της οποίας ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να αποδείξει τη συμμόρφωσή του με τη νομοθεσία προστασίας δεδομένων σε ένα καθεστώς «οιονεί αυτορρυθμίσεως». Αυτό σημαίνει ότι δεν υποχρεούται σε γνωστοποίηση του αρχείο της βιντεοεπιτηρήσεως στην ΑΠΔΠΧ, αλλά σε μια «οιονεί αυτογνωστοποίηση».

Εν τοις πράγμασι, η Αρχή μέσω της αποφάσεως αυτής παρέχει τις κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο εγκαταστάσεως καμερών στα σχολεία.

VI. Αντί επιλόγου

Η ΑΠΔΠΧ ορθώς επέβαλε πρόστιμο σε ιδιωτική σχολική μονάδα που τηρούσε σύστημα βιντεοεπιτηρήσεως χωρίς να πληρούνται οι βασικές προϋποθέσεις για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των υποκειμένων των δεδομένων. Πρόκειται για μια κατευθυντήρια απόφαση από την οποία διαφαίνεται ότι η βιντεοεπιτήρηση σχολικών μονάδων ούτε επιτρέπεται ούτε απαγορεύεται δίχως άλλο, αλλά αποτελεί προϊόν σταθμίσεως με βάση την αρχή της αναλογικότητας. Η τεχνολογία δεν είναι προς δαιμονοποίηση, αλλά προς αποτίμηση[8] και ρύθμιση[9] και οφείλει να χρησιμοποιείται προς όφελος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Χρειάζεται διαρκής ενημέρωση και ισχυρά αντανακλαστικά απέναντι στους νέους κινδύνους[10] της τεχνολογίας και η ορθή χρήση της εναπόκειται σε μας.

Φερενίκη Παναγοπούλου
Επίκουρη Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου
Δ.Ν. (Ηumboldt), Μ.P.H. (Harvard), M.Δ.Ε. (Ε.Κ.Π.Α.)


Υποσημειώσεις:

* Θερμότατες ευχαριστίες εκφράζονται στον Αναπλ. Καθηγητή Νομικής ΕΚΠΑ, Γεώργιο Γιαννόπουλο, για τον πολύ εποικοδομητικό διάλογο μαζί του.

[1] Bλ. ενδεικτικά άρθρα 6 παρ. 1 στ, 8, 12 παρ. 1, 77 παρ. 1β και αιτιολογικές σκέψεις 38, 58 ΓΚΠΔ.

[2] Για τη βιντεοεπιτήρηση πανεπιστημιακών χώρων βλ. Fereniki Panagopoulou-Koutnatzi, The use of technical means for the electronic surveillance of universities, σε: Maria Bottis (επιμ.), Privacy and Surveillance – current aspects and future perspectives Proceedings of the Liss-Cost seminar in Athens, Greece “Surveillance in Academia”, 2012 plus selected papers from ICIL 2011 and 2012 in Corfu, Greece, σ. 283 επ.

[3] Βλ. ΑΠΔΠΧ, Aπόφαση 61/2022 και Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Ζητήματα συνταγματικότητας

στην εξ αποστάσεως σχολική εκπαίδευση, ΕφημΔΔ 2020, σ. 292 επ..

[4] Πρβλ. το άρθρο 63 του ν. 4686/2020.

[5] Βλ. άρθρο 9 ν. 4624/2019.

[6] Βλ. Φερενίκη Παναγοπούλου, To ζήτημα των καμερών (φορητών και σώματος) που φέρουν οι Μονάδες Αποκαταστάσεως της Τάξεως (Μ.Α.Τ.) της Ελληνικής Αστυνομίας, Syntagma Watch, 4.1.2021, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/to-zitima-twn-kamerwn-foritwn-kai-swmatos-poy-feroun-oi-monades-apokatastaseos-tis-taxis-mat-tis-ellhnikhs-astynomias/.

[7] Για τις επιταγές ενημερώσεως βλ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων, Εισαγωγή και Προστασία Δικαιωμάτων, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα 2017, σ. 58 επ..

[8] Πρβλ. Ι. Κριάρη-Κατράνη, Τεχνολογία και Κοινοβούλιο, Ο θεσμικός ρόλος και το έργο των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών και των Γραφείων Αποτίμησης της Τεχνολογίας, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2001, σ. 11 επ..

[9] Πρβλ. Λ. Μήτρου, Η ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης, Τα Νέα, 29.1.2022, διαθέσιμο σε: https://www.tanea.gr/print/2022/01/29/greece/i-rythmisi-tis-texnitis-noimosynis/.

[10] Βλ. Ευ. Αλεξανδροπούλου-Αιγυπτιάδου, Προσωπικά Δεδομένα, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2016. σ. 219.

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Η απόφαση για την Πανεπιστημιακή αστυνομία ως άτυπη συνταγματική μεταβολή

Η Αλκμήνη Φωτιάδου σχολιάζει την απόφαση του ΣτΕ για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία, εξηγώντας τους λόγους που την καθιστούν το τέλος (;) μίας διαδικασίας άτυπης συνταγματικής μεταβολής.

Περισσότερα

Υπόθεση Ασημακοπούλου: Απόφαση Σταθμός της ΑΠΔΠΧ για ζητήματα που αφορούν την πολιτική επικοινωνία

Ο Στέργιος Κωνσταντίνου αναλύει την απόφαση-σταθμό της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σχετικά με την υπόθεση διαρροής προσωπικών δεδομένων εκλογέων του εξωτερικού.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.