Αν και το ΕΣΡ είναι από τις πρώτες ανεξάρτητες αρχές (1989), παρέμενε πάντοτε εγκλωβισμένο στη λογική ενός διοικητικού οργάνου με έμφαση στην επιβολή κυρώσεων εις βάρος των ραδιοφωνικών και των τηλεοπτικών σταθμών, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή στη διαμόρφωση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Η θεσμική πορεία του ΕΣΡ χαρακτηρίζεται εξαρχής από την προσπάθεια ελέγχου της Αρχής από το κομματικό σύστημα και περαιτέρω από την εκάστοτε κυβέρνηση τόσο κατά τον ορισμό των μελών, όσο και κατά την απόδοση αρμοδιοτήτων. Παρά την προσπάθεια που ξεκίνησε με το ν. 2863/2000 να αναζητηθούν συναινετικές λύσεις από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής κατά την επιλογή των μελών και παρά τη συνταγματική του κατοχύρωση (2001), το αποτέλεσμα ήταν η «δικαστικοποίηση» του θεσμού (δεν είναι τυχαία η παρουσία ανώτατων δικαστών του Αρείου Πάγου στην ηγεσία της αρχής κατά τα τελευταία 20 χρόνια) και η υποβάθμιση του ρυθμιστικού του ρόλου. Θα μπορούσε η αναγκαστική ανάθεση στο ΕΣΡ αρμοδιοτήτων ρύθμισης του διαδικτύου, κατ’ αναλογία όσων συμβαίνουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να λειτουργήσει ως η πιο σοβαρή υπενθύμιση για την ανάγκη ριζικών αλλαγών στη λειτουργία αυτής της κομβικής για τη δημοκρατία ανεξάρτητης αρχής;
Απαντώντας καταφατικά στο ερώτημα, ο υπογράφων συνέταξε μια πρόταση τροποποίησης του Ν. 2863/2000, που αποτελεί τον καταστατικό νόμο του ΕΣΡ, προτείνοντας τρεις βασικές αλλαγές, με τις οποίες το ΕΣΡ αποκτά χαρακτηριστικά ανεξάρτητης αρχής:
1. Eνισχύεται η ανεξαρτησία του διότι αποκτά νομική προσωπικότητα και οικονομική αυτοτέλεια (δικά του έσοδα) (άρθρο 1 παρ. 1 & 2 και νέο άρθρο 5α)
2. Αυξάνονται οι αρμοδιότητές του διότι εκδίδει κανονιστικές πράξεις και αποκτά περισσότερες συμβουλευτικές αρμοδιότητες
– Σε συνέχεια της νομολογίας ΣτΕ Ολ 95/2017, παρεμβαίνει γνωμοδοτικά στις διαδικασίες εκδόσεως κανονιστικών πράξεων που προηγούνται των αδειοδοτήσεων ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, έτσι ώστε η σημαντική αυτή αρμοδιότητα να πάψει να εξαρτάται αποκλειστικά από τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές (άρθρο 4 παρ. 1, στοιχ. β’).
– Προβλέπεται κανονιστική αρμοδιότητα σε ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή των νόμων (άρθρο 4, παρ. 1, στοιχ. γ’, δ’ και ε’). Αποκαθίσταται έτσι η ισορροπία μεταξύ του νόμου (που θέτει τις αρχές και δεν υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες) και της εφαρμοστικής πράξης (που λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες κάθε χρονικής περιόδου).
– Προβλέπεται απλή γνωμοδοτική αρμοδιότητα πριν από την κατάθεση σχεδίων νόμων ή προεδρικών διαταγμάτων ή άλλων κανονιστικών πράξεων που αφορούν σε αντικείμενο αρμοδιότητάς του (άρθρο 4 παρ. 2).
3. Γίνεται αποτελεσματικότερο διότι βελτιώνεται το νομικό καθεστώς των μελών ως προς τέσσερα σημεία: μειώνεται ο αριθμός των μελών από 9 σε 7 (άρθρο 2 παρ. 1), προβλέπεται πρόσκληση ενδιαφέροντος για την πλήρωση των κενών θέσεων μελών (άρθρο 2 παρ. 2) και η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση για όλα τα μέλη (άρθρο 3 παρ. 1), απαιτείται η αποδεδειγμένη γνώση του αντικειμένου ως προϋπόθεση διορισμού (άρθρο 2 παρ. 3) και θεσπίζεται όριο ηλικίας (άρθρο 3 παρ. 10).
Αλέξανδρος Οικονόμου
ΔΝ Δικηγόρος, Ειδ. Επιστήμονας ΕΣΡ
Για να δείτε αναλυτικά τις προτάσεις πατήστε εδώ.
Για να δείτε το πρόγραμμα της εκδήλωσης, με τίτλο “Quo Vadis Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης;”, που διοργανώνεται την Τετάρτη 30.11.2022 από το ΚΕΣΔ πατήστε εδώ.