Σε συνέχεια προηγούμενου άρθρου μου που δημοσιεύτηκε στην παρούσα ιστοσελίδα την Τρίτη 27 Ιουνίου 2023, σχετικά με το ενδεχόμενο απαγόρευσης του κόμματος «Σπαρτιάτες» ή ακύρωσης της εκλογής των βουλευτών του με απόφαση του ΑΕΔ, θα ήθελα να επανέλθω επ’ αφορμή απόψεων που διατυπώθηκαν σχετικά με το ενδεχόμενο έκπτωσης των βουλευτών του εν λόγω κόμματος λόγω ασυμβιβάστου.
Η έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα επέρχεται ως κύρωση και μάλιστα επαχθής, όταν ο βουλευτής αποκτήσει ιδιότητα που είναι ασυμβίβαστη με το βουλευτικό αξίωμα ή δεν παραιτηθεί από ήδη προϋπάρχουσα της απόκτησης αυτού ή όταν απωλέσει το παθητικό εκλογικό δικαίωμα ή παραβεί μία υποχρέωση που καθορίζει το Σύνταγμα ή εξουσιοδοτεί προς τούτο τον κοινό νομοθέτη να καθορίσει. Λόγω του ότι αποτελεί σοβαρή επέμβαση τόσο στη λειτουργία του βουλευτή ως μέλους της εθνικής αντιπροσωπείας και οργάνου της νομοθετικής εξουσίας αλλά και του θεμελιώδους πολιτικού δικαιώματος του εκλέγεσθαι του βουλευτή και του εκλέγειν των εκλογέων που τον ανέδειξαν, επέρχεται κατ’ εξαίρεση και μόνο σε περιπτώσεις που προβλέπει αποκλειστικά το ίδιο το Σύνταγμα. Μόνο τότε μπορεί να δικαιολογηθεί από το Σύνταγμα και το άρθρο 3 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (πρβλ. μεταξύ άλλων την πολύ γνωστή σε εμάς υπόθεση του ΕΔΔΑ, απόφαση της 15.06.2006 Λυκουρέζος κατά Ελλάδας).
Το Σύνταγμα λοιπόν προβλέπει περιοριστικά και αποκλειστικά μόνο σε τρεις περιπτώσεις τη δυνατότητα έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα: Στο άρθρο 29 παρ. 2 εδ. γ΄ όταν κάποιος υποψήφιος που εκλέχθηκε βουλευτής παραβεί τους κανόνες για την προεκλογική προβολή και τις εκλογικές δαπάνες (εισήχθη με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001), στο άρθρο 55 παρ. 2 όταν βουλευτής στερείται των προσόντων εκλογής του που καθορίζονται επίσης περιοριστικά και αποκλειστικά στην παρ. 1 αυτού και αφορούν την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη, τα προσόντα για την άσκηση του δικαιώματος του εκλέγειν (π.χ. στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων συνεπεία αμετάκλητης ποινικής καταδίκης – περίπτωση έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα του βουλευτή Δ. Τσοβόλα μετά την αμετάκλητη καταδίκη του από το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 86 Σ το 1992 και την στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων ως παρεπόμενη ποινή που προβλεπόταν τότε από τον ΠΚ) και τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας τους, και τέλος στο άρθρο 57 που καθορίζει τις ασυμβίβαστες επαγγελματικές ιδιότητες του βουλευτή. Πέραν τούτων ουδέν προβλέπεται και βεβαίως δεν μπορεί ο κοινός νομοθέτης να προβλέψει περαιτέρω ασυμβίβαστα ή λόγους έκπτωσης του βουλευτή από το βουλευτικό αξίωμα, εκτός κι αν εξουσιοδοτείται από τον συνταγματικό νομοθέτη ειδικώς προς τούτο, όπως στα άρθρα 29 παρ. 2 (υπέρβαση εκλογικών δαπανών) και 57 παρ. 1 υποπαρ. 3 Σ, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την συνταγματική αναθεώρηση του 2008 (επαγγελματικό ασυμβίβαστο των βουλευτών).
Για να επανέλθουμε στο θέμα τυχόν έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα των βουλευτών του κόμματος “Σπαρτιάτες” πουθενά στο Σύνταγμα δεν προβλέπεται έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα στην περίπτωση που το κόμμα με το οποίο εκλέχτηκαν οι βουλευτές του εμπίπτει στις περιπτώσεις απαγόρευσης συμμετοχής του στις εκλογές, ούτε εξουσιοδοτείται ο κοινός νομοθέτης να εισαγάγει ένα τέτοιο ασυμβίβαστο. Τη νεοπαγή αυτή ρύθμιση εισήγαγε ο κοινός εκλογικός νομοθέτης στο άρθρο 32 ΕΝ, όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα χωρίς συνταγματική πρόβλεψη. Περαιτέρω, ούτε η νομοθετική αυτή διάταξη που προβλέπει την απαγόρευση συμμετοχής κόμματος στις εκλογές προέβλεψε περίπτωση έκπτωσης των βουλευτών κόμματος που ναι μεν συμμετείχε στις εκλογές με απόφαση του ΑΠ αλλά εν συνεχεία συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις αποκλεισμού του κατά την παρ. 1 του άρθρου 32 ΕΝ. Αλλά και να το προέβλεπε θα ήταν αντισυνταγματικό σύμφωνα με τα ανωτέρω, χωρίς συνταγματική πρόβλεψη ή έστω εξουσιοδότηση.
Πέραν τούτων η έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα προβλέπεται ως κύρωση για πράξη ή παράλειψη του βουλευτή, που είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα αυτή ή θεωρείται απαγορευμένη και όχι του κόμματος στο οποίο ανήκει ο βουλευτής. Άλλωστε σύμφωνα με τα άρθρα 51 παρ. 3 εδ. α΄ και 53 παρ. 1 εδ. α΄ Σ οι γενικές βουλευτικές εκλογές διεξάγονται για την εκλογή των βουλευτών. Για τους ίδιους λόγους που καθίσταται ανεπίτρεπτη η ακύρωση εκλογής βουλευτή για ενδεχόμενη παράβαση του κόμματος και εξετέθησαν στο προηγούμενο άρθρο, ανεπίτρεπτη και έτι περαιτέρω για τους λόγους που εκτίθενται στο παρόν είναι η έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα βουλευτή για ενδεχόμενη παράβαση του κόμματος, ήτοι τους λόγους που επιβάλλουν την απαγόρευση συμμετοχής του στις εκλογές κατά την παρ. 1 του άρθρου 32.
Όσον αφορά τις πολιτικές δυνάμεις, πιστεύω ότι πολιτικά φρόνιμο είναι, αντί να επιλέξουν τον δρόμο της δικαστικής αντιδικίας, να μείνουν στο εκλογικό αποτέλεσμα και να αναζητήσουν τρόπους πολιτικής απαξίωσης των “Σπαρτιατών” στα μάτια και τις συνειδήσεις του εκλογικού σώματος. Το φαινόμενο «Κασιδιάρης» και η νεόκοπη παραλλαγή του, το κόμμα των Σπαρτιατών, στο μέτρο που δεν εισέρχεται στην περιοχή του Ποινικού Δικαίου, πρέπει να αντιμετωπιστεί με μέσα πολιτικά και όχι με συνταγματικές ακροβασίες.
Χαράλαμπος Τσιλιώτης
Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Διευθυντής Ινστιτούτου Διαφάνειας και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου, Μέλος Επιτροπής Συνταγματικών Δικαιωμάτων ΔΣΑ