1. Η συνταγματική αρχή της άμεσης ψηφοφορίας (αρθρ. 51 παράγρ. 3 Σ.) σημαίνει ότι οι βουλευτές εκλέγονται απευθείας από τους εκλογείς και όχι από εκλέκτορες, δηλαδή από παρένθετα πρόσωπα, τα οποία είχαν εκλεγεί προηγουμένως, γι’ αυτό τον σκοπό. Η ψήφος αυτή λέγεται και «προσωπική». Από την αμεσότητα της ψήφου απορρέει και ο κανόνας ότι απαγορεύεται η εκλογή μόνον κομμάτων (Parteienwahl), τα οποία, μετά τις εκλογές, θα επιλέξουν αυτά τα πρόσωπα που θα τα αντιπροσωπεύουν στη Βουλή. Τονίζεται ότι οι εκλογείς ψηφίζουν άμεσα, μόνον εάν αυτοί έχουν την τελευταία λέξη (Ingo von Münch).
2. Δεν αμφισβητείται, επίσης, ότι η παροχή ψήφου βάσει ψηφοδελτίων που περιέχουν τους από τον αρχηγό του κόμματος περιοριστικώς προτεινόμενους υποψηφίους βουλευτές, δεν παραβιάζει την αρχή της αμεσότητας της ψηφοφορίας, αφού ο εκλογέας διατηρεί το δικαίωμα να επιλέξει έναν ή περισσότερους, ανάλογα, μεταξύ των προτεινομένων. Είναι το σύστημα του «σταυρού προτίμησης».
3. Όταν όμως υπάρχουν ονόματα στο ψηφοδέλτιο αλλά δεν προβλέπεται σταυρός προτίμησης, η εκλογή πλησιάζει προς την εκτεθείσα και μη επιτρεπόμενη εκλογή κόμματος, διότι τη θέση του υποψηφίου στο ψηφοδέλτιο (πρώτος στον κατάλογο ή δεύτερος κλπ.) την ορίζει ο αρχηγός του κόμματος και είναι αποφασιστικής σημασίας για την εκλογή ή μη του υποψηφίου (σύστημα λίστας). Ενώ, δηλαδή, σύμφωνα με την αρχή της αμεσότητας, θα πρέπει για όλους (κόμματα, υποψήφιοι, εκλογείς) να είναι άγνωστο το αποτέλεσμα των εκλογών προ της ημέρας διεξαγωγής τους, οπότε ο εκλογέας θα εκφράσει «άμεσα» την προτίμησή του υπέρ ενός ή περισσοτέρων υποψηφίων, με το σύστημα της «λίστας» η εκλογή των περισσοτέρων βουλευτών έχει ήδη γίνει πριν από τις εκλογές, οπότε το εκλογικό σώμα καλείται απλώς να επικυρώσει ή να απορρίψει την γενομένη προεκλογή! Ενόψει των εκτεθέντων, είχα υποστηρίξει ότι η αντικατάσταση του σταυρού προτίμησης από το σύστημα της λίστας, που ίσχυε από το 1982 μέχρι το 1989, ήταν αμφιβόλου συνταγματικότητας, ενώ το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο είχε ταχθεί υπέρ της συνταγματικότητας της λεγομένης «δεσμευμένης λίστας» (Σύνταγμα-Corpus II, Αντ.Ν.Σάκκ.,1985, σελ. 21-23).
4. Τα πράγματα όμως περιπλέκονται όταν, όπως ορίζεται στο άρθρο 72 παρ.11 του π.δ. 26/2012 κωδικ. νομοθ. για εκλογή βουλευτών, «οι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από τις προηγούμενες, [οπότε] δεν εφαρμόζονται για τις εκλογές αυτές οι περί εκλογής βουλευτών με σταυρό προτιμήσεως διατάξεις του παρόντος, αλλά οι περί σειράς καταλήψεως εδρών διατάξεις (λίστα) του π.δ. 152/1985 [δεν προέβλεπε σταυρό προτίμησης] που επαναφέρονται σε ισχύ και εφαρμόζονται κάθε φορά για την περίπτωση αυτή».
5. Έτσι, στην περίπτωση της επαναληπτικής εκλογής, σε κάθε συνδυασμό τα ονόματα των υποψηφίων αναγράφονται κατά τη σειρά που καθορίζει ο αρχηγός του κόμματος (βλ. άρθρο 34 του π.δ. 152/1985). Αλλά τότε, κατά τη σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων, ο αρχηγός του κόμματος υποχρεούται να προτάξει στο ψηφοδέλτιο, και δή κατά φθίνουσα τάξη, τους αρχικώς υποψηφίους και ενδεχομένως εκλεγέντες βουλευτές που είχαν συγκεντρώσει, κατά την προηγηθείσα εκλογή, τους περισσότερους σταυρούς προτιμήσεως. Δεν είναι δε ελεύθερος ο αρχηγός του κόμματος να τους εντάξει, κατά τις δεύτερες αυτές εκλογές (λίστα), σε μη εκλόγιμη θέση ή να τους μετατοπίσει σε άλλη εκλογική περιφέρεια χωρίς καμιά πιθανότητα επανεκλογής, όπως ακριβώς συνέβη και πρόσφατα με τα κόμματα «Ελληνική Λύση», «Νίκη» και «Πλεύση Ελευθερίας». Εδώ ο αρχηγός του κόμματος δεν έχει δικαίωμα να ακυρώσει την ψήφο των εκλογέων, οι οποίοι άμεσα επέλεξαν, προ μηνός, ποιους θέλουν να τους εκπροσωπούν στη νέα Βουλή. Είναι δε τόσο νωπές οι προτιμήσεις με σταυρό του εκλογικού σώματος που αυτές πρέπει οπωσδήποτε να γίνονται σεβαστές, άλλως υπάρχει ευθέως χειραγώγηση, από το κόμμα, της ψήφου των εκλογέων που εξαναγκάζονται έτσι να αποδεχθούν, στην περιφέρειά τους, άλλους για βουλευτές από αυτούς που οι ίδιοι είχαν επιλέξει ή να ψηφίσουν άλλο κόμμα ή να μη ψηφίσουν καν. Άλλως, απαξιώνεται πλήρως η προ μηνός δοθείσα ψήφος.
6. Στην περίπτωση λοιπόν αυτή, παραβιάζεται όχι μόνον η αρχή της αμεσότητας, αλλά, και κυρίως, η άλλη συνταγματική αρχή της «ελεύθερης ψηφοφορίας» που καθιερώνεται, επίσης ρητώς, στο άρθρο 52 ελλην.Σ. αλλά και στο άρθρο 38 γερμ. Σ. (βλ. και άρθρο 3 του Πρώτου Προσθ. Πρ. ΕΣΔΑ), και σημαίνει ότι ο εκλογέας πρέπει να διαμορφώνει μόνος του την απόφαση ποιό κόμμα και ποιόν υποψήφιο θα ψηφίσει, δηλαδή δεν επιτρέπεται να επηρεάζεται ή να εξαναγκάζεται, εμμέσως πλην σαφώς, να ψηφίσει υποψήφιο που αυτός δεν δέχεται (Corpus, σελ. 29-31). Η δε μη ελεύθερη ψήφος, θεωρείται ως ο προθάλαμος ολοκληρωτικού καθεστώτος, όπου οι εκλογείς δεσμεύονται να ψηφίσουν το μοναδικό κυβερνητικό ψηφοδέλτιο.
Οι κατ’ αυτόν πάντως τον τρόπο παραγκωνισθέντες, από πρώτοι σε σταυρούς να τοποθετούνται τώρα τελευταίοι στο ψηφοδέλτιο και να μένουν εκτός Βουλής, μπορούν νομικά να αντιδράσουν; Γεννάται τουλάχιστον ζήτημα ηθικής στο πλαίσιο της ασκούμενης πολιτικής.
Πέτρος Ι. Παραράς
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Επίτιμος Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Πηγή: Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Καθημερινή, 01.08.2023