Με πλειοψηφία 546 ψήφων υπέρ ψηφίστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 27 Φεβρουαρίου 2024, η πρώτη Οδηγία 2022/0117 (COD) για τη διασφάλιση των προσώπων και των οργανισμών, οι οποίοι εργάζονται για θέματα δημοσίου συμφέροντος. Η Οδηγία για την προστασία των προσώπων που προβαίνουν σε ενέργειες συμμετοχής του κοινού, από προδήλως αβάσιμες ή καταχρηστικές δικαστικές διαδικασίες («στρατηγικές αγωγές προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού»), θα τεθεί σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι αγωγές SLAPP (Lawsuit Against Public Participation- Αγωγές προς Αποθάρρυνσης της Συμμετοχής του Κοινού) αποτελούν αγωγές «στρατηγικής» από κάποιο ισχυρό πρόσωπο ή ομάδες συμφερόντων συνήθως κατά φυσικών προσώπων: δημοσιογράφων ή ακτιβιστών, ακόμη και πανεπιστημιακών, με απώτερο σκοπό την αποθάρρυνση και τον περιορισμό της ενασχόλησης με θέματα δημόσιου συμφέροντος ή ζητήματα κράτους δικαίου και λειτουργίας της διοίκησης. Η πλειονότητα των αγωγών αυτών δεν έχουν κάποιο συγκεκριμένο νομικό έρεισμα, αποτελούν δηλαδή προδήλως αβάσιμες αγωγές, οι οποίες ασκούνται με κύριο σκοπό την αποτροπή δημοσιοποίησης πορισμάτων της ερευνητικής δημοσιογραφίας και μετάδοσης πληροφοριών, αναφορικά με θέματα διαφθοράς ή κατάχρησης δημοσίου χρήματος. Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται ότι ο κύκλος στοχοποίησης έχει διευρυνθεί σημαντικά, καθώς οι αγωγές επενεργούν και κατά νομικών προσώπων: εκδοτικών οίκων ή οργανισμών μέσων ενημέρωσης, επεκτατικά προς τα εναγόμενα πρόσωπα. Οι αθέμιτες αυτές παρεμβάσεις προσώπων ή οργανισμών αποτελούν τροχοπέδη στην ενίσχυση της λειτουργίας του κράτους δικαίου και της άσκησης θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως αυτού της ελεύθερης έκφρασης και της ελευθεροτυπίας.
Οι αγωγές έχουν ως χαρακτηριστικό γνώρισμα την ανισομερή κατανομή ισχύος μεταξύ των διαδίκων, καθώς οι ενάγουσες/ενάγοντες βρίσκονται σε ισχυρότερη οικονομική ή και κοινωνικοπολιτική θέση. Οι ετήσιες Εκθέσεις για το κράτος δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταγράφουν εξάπλωση του φαινομένου ήδη από το 2020. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την Πολυφωνία στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης καταγράφει στην Ετήσια Έκθεση για το 2021 αύξηση του αριθμού των σοβαρών απειλών κατά δημοσιογράφων. Συγκεκριμένα, σε διάστημα 12 μηνών καταγράφηκαν 778 επιθέσεις σε πρόσωπα ή οντότητες, οι οποίες σχετίζονται με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης σε 24 κράτη μέλη της ΕΕ.
Αν και το φαινόμενο αγωγών SLAPP έχει ξεκινήσει ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, με αρχές της δεκαετίας του 1970 στις ΗΠΑ, η αύξηση των καταχρηστικών αγωγών και στους ευρωπαϊκούς κόλπους ενίσχυσε τη λήψη θετικών μέτρων με σκοπό την αναχαίτιση του φαινομένου και παράλληλα την προστασία όσων προσώπων ή οργανισμών αποτελούν στόχο των αγωγών αυτών. Έπειτα από Πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ψηφίστηκε η πρώτη Οδηγία 2022/0117 (COD) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των προσώπων που προβαίνουν σε ενέργειες συμμετοχής του κοινού από προδήλως αβάσιμες ή καταχρηστικές δικαστικές διαδικασίες («στρατηγικές αγωγές προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού»).
Συνήθως, οι αγωγές SLAPP προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού συνιστούν κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και έχουν συχνά διασυνοριακό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα τις αυξημένες δικαστικές δαπάνες και σημαντικές δικονομικές επιπτώσεις, όπως το forum shopping, δηλαδή η άγρα δικαστηρίου η επιλογή εκείνης της έννομης τάξης που παρέχει τους ευνοϊκότερους για τους ενάγοντες όρους. Οι ισχυρισμοί των αγωγών σχετίζονται συνήθως με τα αδικήματα της δυσφήμισης ή της παραβίαση προστασίας προσωπικών δεδομένων ή της παραβίασης του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή. Κύριο στόχο τους αποτελεί ο εκφοβισμός όσων προσώπων συμμετέχουν στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και δη της ελευθεροτυπίας αποτελεί διεθνώς μια από τις πυρηνικές εκφάνσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος, γι’ αυτό κατοχυρώνεται και στο ελληνικό Σύνταγμα στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 και 14 παρ. 1 και 2, αντίστοιχα. Η ακώλυτη άσκησή του συμβάλλει ουσιαστικά στον δημοκρατικό πλουραλισμό και στην προαγωγή του δημόσιου διαλόγου. Η ωρίμανση των δημοκρατιών σχετίζεται άμεσα με τις προϋποθέσεις και την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου. Ο «τέταρτος πυλώνας» της δημοκρατίας διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στη μετάδοση πληροφοριών, απόψεων και ιδεών, ειδικά δε στην περίπτωση της ερευνητικής δημοσιογραφίας και των οργανισμών μέσων ενημέρωσης, όπου το έργο των δημοσιογράφων ενέχει υψηλούς κινδύνους, ακριβώς λόγω αντικειμένου. Πέραν, όμως, του εξειδικευμένου αυτού τομέα, η δημοσιογραφία συνολικά οφείλει να ασκεί πίεση τόσο στην εκτελεστική εξουσία, όσο και σε οντότητες ή οργανισμούς με ισχύ, προβάλλοντας κριτικά επιχειρήματα και ισχυρά τεκμήρια, τηρώντας δηλαδή τον απαραίτητο κώδικα δεοντολογίας.
«Η δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς ελεύθερα και ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης» σημείωσε η Σοτανίτα Χίπερ, εκπρόσωπος της Κομισιόν. Η αποτροπή της ενεργού συμμετοχής σε ζητήματα δημοσίου συμφέροντος, τα οποία επηρεάζουν άμεσα το ευρύ κοινό και σχετίζονται με νευραλγικούς τομείς της δημόσιας διοίκησης, όπως η δημόσια υγεία, η ασφάλεια, το περιβάλλον, η άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων πλήττουν καίρια τόσο το ευρωπαϊκό ιδεώδες, όσο και το κράτος δικαίου των κρατών μελών. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, η πρόσφατη ανάδειξη των συνεπειών των αγωγών SLAPP για τους πολίτες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω της κατάθεσης και ψήφισης της Οδηγίας 2022/0117 (COD) για την προστασία των στοχοποιούμενων προσώπων αποτελεί τη βάση για τη διαμόρφωση στο εγγύς μέλλον ενός ολοκληρωμένου νομοθετικού πλέγματος προστασίας τόσο της ακώλυτης άσκησης του θεμελιώδους δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση και ελευθεροτυπία, όσο τελικά και του ίδιου του δημοκρατικού πολιτεύματος.