Για να απαντήσει κανείς σωστά στο ερώτημα, πρέπει προηγουμένως να γνωρίζει τι είναι η κυριαρχία και τι είναι τα Μνημόνια.
Εντελώς απλά, ως κυριαρχία θεωρούμε την απεριόριστη εξουσία του κράτους να ρυθμίζει τις υποθέσεις που το αφορούν (ή που νομίζει ότι το αφορούν) με τα δικά του όργανα και με τον τρόπο που εκείνο επιθυμεί. Αυτή η απλή μορφή κυριαρχίας δεν υπάρχει πια πουθενά στον κόσμο.Όλα τα κράτη και καθένα χωριστά, δεσμεύονται με διεθνείς συμφωνίες, που περιορίζουν την κυριαρχία τους. Η συμμετοχή σε οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό (λ.χ. στον Ο.Η.Ε.), με τις υποχρεώσεις που αναγκαστικά συνεπάγεται, μειώνει ισόποσα την εθνική κυριαρχία. Όσο πιο εκτεταμένες είναι οι αρμοδιότητες που παραχωρούνται σε ένα διεθνή οργανισμό (λ.χ. στην Ευρωπαϊκή Ένωση), τόσο μειώνονται αντίστοιχα οι εξουσίες του κράτους.
Ειδικότερα, στον οικονομικό τομέα, η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από τα κράτη μέλη στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σημαντική. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί αρέσει στα κράτη ή στους πολίτες να μειώνεται η κυριαρχία τους. Συμβαίνει απλούστατα, γιατί στον σημερινό πολύπλοκο κόσμο είναι πολλά τα ζητήματα που δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει μόνο του οποιοδήποτε κράτος και έτσι προσφεύγει σε διεθνή συνεργασία. Η συνεργασία, άλλωστε, αυτή είναι ο καλύτερος τρόπος να αποφεύγονται συγκρούσεις και πόλεμοι και να επικρατεί, σχετικώς έστω, η ειρήνη. Εξάλλου, η διεθνής οικονομική συνεργασία εξασφαλίζει οικονομικά πλεονεκτήματα, έστω και όχι πάντα ισοκατανεμημένα σε όλους, κράτη και πολίτες.
Τα Μνημόνια είναι κείμενα με τα οποία τα κράτη και οι διεθνείς οργανισμοί διατυπώνουν την κοινή τους επιθυμία να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένα ζητήματα με ορισμένο τρόπο, αντλώντας ορισμένα πλεονεκτήματα και αναλαμβάνοντας ορισμένες υποχρεώσεις. Τα κείμενα αυτά έχουν μειωμένη δεσμευτικότητα, αφού δεν παράγουν από μόνα τους αποτελέσματα. Όσα περιέχονται σε αυτά πρέπει, για να δεσμεύουν τη χώρα, να γίνουν περιεχόμενο νόμου, που ψηφίζεται (ή όχι) από τη Βουλή.
Μνημόνια: Η Περίπτωση της Ελλάδας
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η χώρα βρέθηκε, από δική της μακρά κακοδιαχείριση, σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, που χειροτέρεψε με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, αφού δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στο εξωτερικό (δάνεια) και στο εσωτερικό (μισθοί, λειτουργία κρατικών υπηρεσιών). Έτσι, οι αλλεπάλληλες κυβερνήσεις της, από το 2010 και μετά, έκριναν ότι πρέπει να υπογράψουν μνημόνια με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, με τα οποία θα εξασφαλιζόταν η συνέχιση της χρηματοδότησης της χώρας, και άρα η συνέχιση της λειτουργίας του κράτους, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να εφαρμόσουν μια οικονομική πολιτική που, κατά την κοινή αντίληψη του κράτους και των οργανισμών αυτών, θα εξασφάλιζε την μη επανάληψη του φαινομένου.
Οι προβλέψεις των Μνημονίων έγιναν νόμοι του κράτους, που ψηφίστηκαν από τη Βουλή. Η χώρα, δηλαδή, αυτοδεσμεύτηκε να εφαρμόσει τις προβλέψεις αυτές. Τα ελληνικά και τα διεθνή δικαστήρια, στα οποία προσέφυγαν βλαπτόμενοι πολίτες και οργανώσεις, έκριναν ότι το σύστημα αυτό, στα βασικά του σημεία, δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ούτε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το συμπέρασμα, επομένως, είναι το εξής: δεν είναι σωστή η εκτίμηση, ούτε νομικά αλλά ούτε και πραγματικά, ότι η χώρα έχασε την κυριαρχία της με τα μνημόνια. Η χώρα, βέβαια, δέχθηκε να επιβάλει στον εαυτό της περιορισμούς στην ελεύθερη άσκηση της οικονομικής της πολιτικής, με αντάλλαγμα τη χρηματοδότησή της. Συνεπώς, περιόρισε κατά το μέρος αυτό την κυριαρχία της. Ο περιορισμός αυτός δεν είναι κάτι μοναδικό ή ασυνήθιστο. Ήταν, όμως, βαρύτερος από τα συνηθισμένα, διότι βαρύτερη ήταν και η κρίση που αντιμετωπίζεται.
Δίδαγμα: οι λαοί και οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να παρασύρονται σε βραχυπρόθεσμες πολιτικές παροχών. Γιατί αλλιώς, μακροπρόθεσμα, θα αντιμετωπίσουν σοβαρούς περιορισμούς στην εθνική τους κυριαρχία. Και αυτό, ασφαλώς, είναι κάτι που δεν το θέλουμε.
Αθανάσιος Ράντος
Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας