To ερώτημα αυτό είναι επίκαιρο σε μια περίοδο στην οποία αυξάνονται οι φωνές υπέρ μιας μη φιλελεύθερης (illiberal) Δημοκρατίας. Μιας δημοκρατίας δηλαδή, στην οποία μια δημοκρατικά νομιμοποιημένη πλειοψηφία μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, μέσω ενός λαοπρόβλητου ηγέτη, χωρίς να φρενάρουν τη βούλησή της θεσμικά αντίβαρα ή ατομικά δικαιώματα μειοψηφιών.
Εκείνο που συχνά λησμονείται στη χώρα μας, αλλά όχι μόνο, είναι ότι η Δημοκρατία δεν είναι μόνο η αρχή της πλειοψηφίας. Αυτή ήταν η αθηναϊκή Δημοκρατία της αρχαιότητας. Δημοκρατία που ήταν συχνά έρμαιο δημαγωγών, βραχύβια και με αποκλεισμένες τις γυναίκες και τους δούλους. Εκείνη η δημοκρατία είχε αριθμητικά χαρακτηριστικά. Δεν ήταν, δηλαδή, ούτε μοναρχία ούτε ολιγαρχία. Δεν είχε όμως ισχυρά ποιοτικά χαρακτηριστικά, παρότι ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά εμπλούτισε την έννοια της. Οι ηττημένοι μπορούσαν να εξοστρακισθούν και δεν ήταν κατοχυρωμένοι.
Οι θεσμοί ως αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης Δημοκρατίας: Η δυναμική της πλειοψηφίας
Αντίθετα, η σύγχρονη Δημοκρατία είναι «τέκνο» μιας μακράς ιστορικής εξέλιξης, αρχικά στην Αγγλία των φιλελεύθερων θεσμών, που στόχο είχαν κυρίως τον περιορισμό της αυθαιρεσίας της εξουσίας και όχι απαραίτητα την ανάδειξη των ασκούντων την εξουσία μέσω πλειοψηφικών διαδικασιών. Είναι, επίσης, «τέκνο» των δύο μεγάλων επαναστάσεων, της αμερικανικής και της γαλλικής, που ενσωμάτωσαν τις φιλελεύθερες κατακτήσεις, αλλά προχώρησαν πιο πολύ, θέτονταςτο αίτημα της λαϊκής κυριαρχίας. Της άσκησης, δηλαδή, της εξουσίας από τους εκπροσώπους του λαού. Η έννοια του λαού ήταν αρχικά περιορισμένη. Και μόνο στη διάρκεια του 20ου αιώνα κατακτήθηκε η καθολική ψηφοφορία με την ίση ψήφο όλων των πολιτών, χωρίς εξαιρέσεις.
Κυρίως όμως, η σύγχρονη Δημοκρατία είναι τέκνο των στοχαστών του Διαφωτισμού του 17ου, 18ου. και 19ου αιώνα, οι οποίοι έχοντας υπόψη τις σύμφυτες στον άνθρωπο ατέλειες και τα όριά του, την αυθαιρεσία στην οποία κατατείνει η κάθε εξουσία, ακόμη και η πιο λαοπρόβλητη (γνωστός ο αφορισμός της τυραννίας της πλειοψηφίας του Τοcqueville), ενέπνευσαν, με το έργο τους, τους θεσμούς του κράτους δικαίου, που ενσωματώθηκαν έκτοτε σε όλα τα δημοκρατικά Συντάγματα και έγιναν αναφαίρετο κομμάτι της σύγχρονης αντίληψης της Δημοκρατίας.
Οι θεσμοί αυτοί, οι οποίοι εξισορροπούν την αρχή της ανάδειξης εκείνων που ασκούν την εξουσία με βάση το κριτήριο της πλειοψηφίας, είναι η διάκριση των εξουσιών (η κατανομή της εξουσίας σε διαφορετικούς ανεξάρτητους μεταξύ τους φορείς) και κυρίως η κατοχύρωση των μειοψηφιών και των μειονοτήτων, μέσω των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών (π.χ. ελευθερία λόγου, συνείδησης κλπ.), που πρέπει να μπορούν να ασκούνται αποτελεσματικά. Όπως εύστοχα παρατήρησε η Rosa Luxemburg, ελευθερία είναι η ελευθερία εκείνου που σκέπτεται διαφορετικά. Δεν πρέπει, επίσης, ποτέ να ξεχνάμε ότι ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία με ελεύθερες εκλογές.
Δημοκρατία: Πλειοψηφία και ο έλεγχος από τους θεσμούς
Η όποια πλειοψηφία δεν μπορεί πλέον να καταργήσει τις δικαιοκρατικές αυτές εγγυήσεις, όσο ευρεία και αν είναι. Στις συνταγματικές αξίες δεν χωρεί αριθμητική λογική. Οι δε εγγυήσεις αυτές δεν έχουν τεθεί μόνο για την ασφάλεια των μειοψηφιών, αλλά και για να μπορέσουν κάποτε – αν καταφέρουν να πείσουν – να γίνουν αυτές πλειοψηφία. Η Δημοκρατία ζει με την εναλλαγή στην εξουσία, με τον διάλογο, τη διαβούλευση και δεν γνωρίζει αναντίρρητες αυθεντίες. Γι’ αυτό και είναι έμμεση και αντιπροσωπευτική και όχι άμεση ή δημοψηφισματική. Αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείονται στο πλαίσιό της και στοιχεία άμεσης δημοκρατίας (όπως π.χ. τα δημοψηφίσματα), υπό την προϋπόθεση, όμως ότι αυτά δεν θα κατατείνουν στην ανατροπή της βάσης της σύγχρονης Δημοκρατίας, που είναι οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου και τα ατομικά δικαιώματα και οι ελευθερίες.
Εν κατακλείδι, μπορεί κανείς να πει ότι η δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο η πλειοψηφία αποφασίζει για το ποια θα είναι η τρέχουσα πολιτική. Μπορεί επίσης, αν είναι διευρυμένη, να αναθεωρήσει με συντεταγμένη διαδικασία το Σύνταγμα. Δεν είναι όμως παντοδύναμη. Οι αποφάσεις της πλειοψηφίας υπόκεινται σε έλεγχο από τους θεσμούς του κράτους δικαίου (π.χ. τα δικαστήρια) και δεν μπορεί ποτέ να στερήσει τις μειοψηφίες από τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες τους.
Χρήστος Ράμμος
Επίτιμος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας