Ίσως οι παρακάτω σκέψεις για πολλούς φανούν ένας νεανικός ρομαντισμός ή ένας επιστημονικός ιδεαλισμός, ωστόσο είναι αναγκαίο να παρουσιάζονται στο δημόσιο λόγο προβληματισμοί κοινωνικής «ενσυναίσθησης» και επαγρύπνησης, σε μία περίοδο στην οποία ο λαϊκισμός στην πατρίδα μας δεν τηρεί ούτε τα προσχήματα, ούτε και τους στοιχειώδεις πολιτικούς και θεσμικούς κανόνες.
Παραδοσιακά η μέση πολιτική αντίληψη για την παρουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις ζωές μας, για τους πολίτες και πολιτικούς της χώρας μας, διαλαμβάνει μία, κατά κύριο λόγο, πλειοψηφούσα θετική αποδοχή με ένα όμως ελληνοκεντρικό στίγμα «μεγαλοϊδεατισμού» ως προς τις ρίζες και τις αξίες της, κομμένη και ραμμένη σε συγκυριακά συμφέροντά μας, έχοντας όμως παράλληλα πλήρη μεσάνυχτα για τις κεντρικές ενωσιακές επιδιώξεις και αγωνίες. Η συγκεκριμένη προσέγγιση έχει πράγματι έναν «γενετικό» χαρακτήρα αλήθειας. Ωστόσο δεν τελειώνουν, ούτε και βέβαια αρχίζουν όλα εκεί. Η Ευρώπη είναι πάρα πολλά περισσότερα και η ελληνική πολιτική σκηνή, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, συστηματικά αδιαφορεί για τα θεσμικά της πεπραγμένα και τη δυναμική πολιτειακή μας συμμετοχή στην εξελισσόμενη κοινή μας Διακυβέρνηση.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ιδιαίτερα μετά την είσοδο των «φτωχότερων» από εμάς ανατολικών ευρωπαϊκών κρατών σταμάτησε να αποτελεί το «σακί με τα χρυσά φλουριά» και πέρα από τις αξιώσεις μίας ενιαίας κοινής αγοράς, αποζητά την πολιτειακή ταυτοτική της εξέλιξη μέσα από την συνεκτική ανάπτυξη θεσμών που δεν άπτονται αμιγώς χρηματοοικονομικών παραμέτρων. Σε αυτό το πεδίο η χώρα μας οφείλει να καταγράψει μία ουσιαστική παρουσία.
Η θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια
Σε μία κρισιμότατη καμπή της Ένωσης που η διάλυση της έχει ακριβώς τις ίδιες πιθανότητες με την ολιστική ομοσπονδιακού της τύπου μετεξέλιξη, η Ελλάδα είναι αναγκαίο να δώσει το παρόν και μάχες για μία αποτελεσματική κοινωνική και δημοκρατική διακυβερνησιμότητα όχι ως φτωχός συγγενής αλλά ως ένας αδιαμφισβήτητος πολιτιστικός και γεωστρατηγικός εταίρος σταθερότητας.
Η αντιπροσώπευση της Ελληνικής Δημοκρατίας στο Ευρωκοινοβούλιο απαιτεί να έχει ουσία, να προκαλέσει ζυμώσεις εντός των ευρωκοινοβουλευτικών ομάδων και όποτε χρειαστεί, πέρα από αυτές, να αποτελέσει μία επίλεκτη «Εθνική Ελλάδος» ως προς την ενσωμάτωση και κατανόηση των εθνικών μας διεκδικήσεων, στο κοινό συμφέρον της Ευρωπαϊκής Οικογένειας. Αντίστοιχη βεβαίως αντίδραση είναι αναγκαίο να υιοθετηθεί και στο επίπεδο της Επιτροπής και του Συμβουλίου, όπου και εκεί η Ελληνική αντιπροσωπεία κατά κανόνα απέχει από το θεσμικό παιχνίδι των συσχετισμών και των συνεργειών στη λήψη της ενωσιακής απόφασης, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνει ολοένα και περισσότερο τη θέση και το ρόλο της.
Προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα επόμενα χρόνια
Η Ε.Ε. τα επόμενα χρόνια οφείλει να διασφαλίσει και να διαχειριστεί τρεις βασικές προτεραιότητες, «κοινού δημοσίου συμφέροντος»: Την μεταναστευτική πολιτική με την αρμονική ένταξη και συνύπαρξη των προσφύγων που «ήρθαν για να μείνουν» εντός των ευρωπαϊκών κοινωνιών, την βιώσιμη ανάπτυξη με την πρωταγωνιστική της παρουσία σε ρόλο παγκόσμιας «πράσινης» ηγέτιδας δύναμης και την δημοσιονομική της σταθερότητα με την συμπαγή κοινωνικοοικονομική συνοχή μεταξύ των κρατών μελών.
Η δημοκρατική λειτουργική της διεύρυνση, η αποφασιστική καθιέρωση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. ως «ευρωσυνταγματικό» κεκτημένο και η οικονομική διακυβέρνηση πέρα της στενής νομισματικής επιβολής, αποτελούν τις λειτουργικές απαντήσεις αλλά και τις επιτακτικές επιδιώξεις της Ένωσης.
Με τα ιστορικά τραύματα του επαπειλούμενου Brexit και την αυξανόμενη επιρροή της καιροσκοπικής ακροδεξιάς να αποτελούν τους «κοινούς κακούς μας δαίμονες», τα διαχρονικά διακυβεύματα της Γαλλικής Επανάστασης αποτελούν τις ασφαλέστερες δογματικές δικλείδες για όλα τα παραπάνω. Η ελευθερία και η δικαιοσύνη απαιτούν πράγματι διαρθρωτικές θεσμικές παρεμβάσεις για την ρεαλιστική αποδοτικότητα τους, ωστόσο η αδελφοσύνη (σήμερα αλληλεγγύη) επιβάλλει τη δική μας Επανάσταση, την Επανάσταση του μέσου Ευρωπαίου πολίτη, για την επίτευξη μίας ουσιαστικής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Σε αυτό το ζητούμενο η Ελλάδα, με όρους «κανονικού» κράτους δικαίου, μετά από μία δεκαετία ύφεσης δεν πρέπει πλέον να αποτελεί έναν αδύναμο συνομιλητή… κατά το δοκούν του εθνοκεντρικού παρασιτισμού της, αλλά ένα συστατικό πρωτεργάτη της ενωσιακής μετεξέλιξης και της εθνικής της επανεκκίνησης, αφού βέβαια πρωτίστως και εμείς ως λαός, μεταξύ μας θέσουμε την… συνεργατική αλληλεγγύη ως συνειδητή κοινωνική και πολιτική μας επιλογή, έναντι της κομματικής μισαλλοδοξίας και του τυχοδιωκτικού λαϊκισμού που στηρίζει τον κρατικό μας μηχανισμό μέχρι σήμερα.
Μιχάλης Θ. Παπαγεωργίου
Δικηγόρος
Υπ. Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου Νομικής Αθηνών
VScholar/VResearch Fellow University of Cambridge