Ερωτήματα Πολίτη:
Το άρθρο 120 του Συντάγματος μπορεί να ενεργοποιηθεί σήμερα που βρισκόμαστε επί καθεστώς μη ανεξαρτησίας, οικονομικής ιδίως;
Η ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος, και συγκεκριμένα η παρ.4, που αναφέρει ότι οι Έλληνες “…δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.”, δεν κατοχυρώνει Συνταγματικά το δικαίωμα μας στα όπλα; Πώς αλλιώς μπορούμε, πόσο μάλλον “δικαιούμαστε και υποχρεούμαστε”, να αντισταθούμε κατά της βίας, όταν είμαστε άοπλοι (αφού αναφέρεται ρητά “με κάθε μέσο”);. Πότε υποτίθεται ότι δικαιούμαστε όπλα, τελευταία στιγμή;
Απάντηση:
Τι σημαίνει κατάλυση του Συντάγματος με τη βία;
Σύμφωνα με το άρθρο 120 του Συντάγματος «H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία». Καθιερώνεται έτσι το δικαίωμα αλλά και η υποχρέωση αντίστασης ως έκφανση του συνταγματικού πατριωτισμού. Προϋπόθεση για την ενεργοποίηση του άρθρου αυτού που επιτρέπει τη χρήση κάθε μέσου, ακόμα και της βίας, είναι η προσπάθεια βίαιης κατάλυσης. Κατάλυση του Συντάγματος αποτελεί η πλήρης απενεργοποίηση του κανονιστικού και εγγυητικού περιεχομένου του.
Δεν αποτελεί κατάλυση η παραβίαση συνταγματικών άρθρων για την οποία υπάρχει άλλωστε και η ασφαλιστική δικλείδα του ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων, ούτε η υποχώρηση κάποιων δικαιωμάτων, ούτε η εκχώρηση κυριαρχίας μέσω διεθνών συνθηκών, ούτε η αναστολή διατάξεων λόγω κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Η βίαιη κατάλυση που δικαιολογεί αντίσταση με κάθε μέσο αναφέρεται σε περιπτώσεις όπου τα θεσμικά αντίβαρα δεν μπορούν να λειτουργήσουν.
Μια σύγχρονη οπτική θα έθετε το ερώτημα αν σε περίπτωση συνταγματικής οπισθοδρόμησης, όπως αυτή που καταγράφεται σε χώρες όπου αυταρχικοί ηγέτες απενεργοποιούν σταδιακά τις εγγυήσεις του κράτους δικαίου, δικαιολογεί την αντίσταση. Η απάντηση δεν είναι απλή, όταν η οπισθοχώρηση γίνεται μέσω νομικών οδών η προϋπόθεση της βίας δεν πληρούται. Η αντίσταση ως έκφραση συνταγματικού πατριωτισμού είναι θεμιτή αλλά δεν μπορεί να εκδηλωθεί με κάθε μέσο. Η αναλογικότητα παραμένει ένα χρήσιμο εργαλείο για την επίλυση συνταγματικών διλημμάτων. Αντίστοιχα, κατάλυση του Συντάγματος μέσω μιας αναίμακτης συνταγματικής επανάστασης, όπως η άσκηση συντακτικής εξουσίας κατά παρέκκλιση των ορίων της αναθεώρησης, δεν συνιστά απαραίτητα και βίαιη κατάλυση.
Τα ζητήματα λοιπόν οικονομικής ανεξαρτησίας δεν στοιχειοθετούν απόπειρα βίαιης κατάλυσης του πολιτεύματος. Η οικονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης θέτει θέματα που ανήκουν στη σφαίρα της πολιτικής αντιπαράθεσης, της δικαστικής οριοθέτησης και των εξισορροπήσεων που επιτυγχάνονται μέσω των θεσμικών αντίβαρων.
Υπάρχει συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην οπλοφορία;
Το ελληνικό Σύνταγμα δεν καθιερώνει δικαίωμα στην οπλοφορία. Μπορεί να ερμηνευτεί το άρθρο 120 του Συντάγματος με τέτοιο τρόπο ώστε να δίνει έρεισμα στο δικαίωμα στα όπλα. Η απάντηση είναι αρνητική. Το «κάθε μέσο» που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο πολίτης σε περίπτωση βίαιης κατάλυσης του πολιτεύματος δεν δίνει βάση για την προληπτική προμήθεια όπλων, ώστε να βρίσκονται στη διάθεση των πολιτών σε περίπτωση βίαιης κατάλυσης του Συντάγματος. Ούτε καν η πιο διασταλτική ερμηνεία του δικαιώματος και της υποχρέωσης αντίστασης δεν θα μπορούσε να συναρτήσει τον συνταγματικό πατριωτισμό με το δικαίωμα στην οπλοκατοχή. Μια ενδιαφέρουσα παράμετρο δίνει η συγκριτική προσέγγιση των Συνταγμάτων που περιέχουν ένα δικαίωμα αντίστασης: μπορεί να θωρακίσει τη δημοκρατία, αλλά και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εκ των υστέρων δικαιολογία για την κατάλυση δημοκρατικών καθεστώτων μέσω βίας.
Εφόσον, λοιπόν, η οπλοκατοχή δεν αναφέρεται ρητά σε κάποιο συνταγματικό άρθρο, το κράτος είναι ελεύθερο να τη ρυθμίσει περιοριστικά για να υπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον. Το κράτος θα σταθμίσει αν είναι πιο επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια να οπλοφορούμε ή όχι, και υπό ποιες προϋποθέσεις.
Άλλωστε μόνο σε τρεις χώρες σε όλο τον κόσμο υπάρχει σήμερα ρητά συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην οπλοφορία. Η δεύτερη τροποποίηση των Ηνωμένων Πολιτειών, για το δικαίωμα οπλοκατοχής, είχε επηρεάσει στο παρελθόν άλλες χώρες να υιοθετήσουν το δικαίωμα αυτό (Βολιβία, Κόστα Ρίκα, Κολομβία, Ονδούρα, Νικαράγουα, Λιβερία, Γουατεμάλα, Μεξικό). Το δικαίωμα καταργήθηκε σε όλες εκτός από το Μεξικό, τη Γουατεμάλα και τις ΗΠΑ. Στη Ευρώπη, μόνο η Τσεχία έφθασε κοντά στη συνταγματική κατοχύρωσή του, ενώ κουλτούρα οπλοκατοχής υπάρχει στην Ελβετία.
Στις ΗΠΑ το τοπίο είναι διαφορετικό. Σύμφωνα με τη Δεύτερη Τροποποίηση του Συντάγματος του 1791 «μια καλά εποπτευόμενη πολιτοφυλακή, απαραίτητη για την ασφάλεια ενός ελεύθερου κράτους και το δικαίωμα του λαού να διατηρεί και να φέρει όπλα, δεν θα υποστεί περιορισμούς». Η συνταγματική αυτή πρόβλεψη αποτελεί την πηγή των ρυθμίσεων για τα όπλα, σε μια χώρα όπου τα τελευταία χρόνια έχε υποφέρει από μαζικές δολοφονικές επιθέσεις που συσχετίζονται άμεσα με τη ευκολία απόκτησης όπλων από τον καθένα.
Πώς ερμηνεύεται η συνταγματική αυτή διάταξη; Στο αμερικανικό μοντέλο ο τελευταίος λόγος για ερμηνεία ενός παλαιού συνταγματικού κειμένου ανήκει στο Ανώτατο Δικαστήριο, που έχει αναπτύξει πολύπλοκες θεωρίες και τεχνικές προσέγγισης. Στο ζήτημα των όπλων το Δικαστήριο βρίσκεται διχασμένο ανάμεσα στη συντηρητική άποψη, που διαβάζει στη Δεύτερη Τροποποίηση ένα ατομικό δικαίωμα στην οπλοκατοχή, και στην προοδευτική άποψη, που θεωρεί ότι η πρόβλεψη αναφέρεται σε ένα δικαίωμα στην ύπαρξη πολιτοφυλακής.[1]
[1] dikaioma-stin-oploforia-to-dikaioma-oplokatoxis-se-ipakai-evropi/
Αλκμήνη Φωτιάδου
Δρ. Συνταγματικού Δικαίου, Επιστημονική συνεργάτης Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου.