Ερώτημα Πολίτη:
Ποια είναι η έννοια του όρου «αυταρχικός συνταγματισμός» και ποια η (ενδεχομένως ποιοτική) διαφορά της από τον (άνευ επιθετικού προσδιορισμού) συνταγματισμό;
Απάντηση:
Ο όρος συνταγματισμός αποδίδεται ευρύτερα και συνοπτικά ως η «τεχνική με την οποία εγκαθιδρύονται και διατηρούνται αποτελεσματικοί έλεγχοι στην πολιτική και κρατική δράση»[1]. Εκφράζει έτσι μια φιλελεύθερη αντίληψη του δημοσίου δικαίου, σύμφωνα με την οποία «η δημόσια εξουσία ουσιαστικά περιορίζεται, ώστε να κατοχυρωθούν οι πρωταρχικές ελευθερίες του ατόμου»[2].
Με τον όρο «αυταρχικός συνταγματισμός» αποδίδεται ο όρος “illiberal constitutionalism”, ένας όρος ο οποίος πράγματι φαίνεται καταρχήν αντιφατικός. Στο πλαίσιο, όμως, της ανάδυσης των ανελεύθερων ή αυταρχικών δημοκρατιών (illiberal democracies), έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο σε ορισμένα κράτη να παραμένουν σε ισχύ οι τεχνικές και οι μηχανισμοί του συνταγματισμού, χωρίς όμως, από ένα σημείο και μετά, να γίνεται σεβαστή η ουσία του, δηλαδή η προστασία της πολιτικής ελευθερίας και των δικαιωμάτων των πολιτών. Διαστρέφεται επομένως το νόημα του συνταγματισμού και αυτός από φιλελεύθερος (πρόκειται βέβαια για ταυτολογία, γι’ αυτό η λέξη «φιλελεύθερος» γενικά περιττεύει) μετατρέπεται, ιδίως με την ανάδυση λαϊκιστικών συνταγματικών κινημάτων (populist constitutionalism) και την προσφυγή σε έννοιες όπως η εθνική συνταγματική ταυτότητα, παραδόξως σε «ανελεύθερο» ή «αυταρχικό».
Για παράδειγμα, σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία ή η Πολωνία, εφαρμόζεται η τεχνική του ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων, που είναι κεντρικό στοιχείο της έννοιας του σύγχρονου συνταγματισμού. Ωστόσο, ο έλεγχος ασκείται από δικαστήρια, τα οποία είναι αμφίβολο κατά πόσο είναι πλέον ανεξάρτητα και δεν επηρεάζονται ουσιαστικά από την κυβέρνηση, όπως επιτάσσει μία άλλη κομβική αρχή, αυτή της διάκρισης των εξουσιών. Το αποτέλεσμα είναι ο «συνταγματισμός» να συνεχίζει να υφίσταται μεν τυπικά, αλλά ως ένα άδειο κέλυφος.
Αποστόλης Βλαχογιάννης
Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου
Υποσημειώσεις:
[1] Ο ορισμός αυτός ανήκει στον Carl Friedrich (Constitutional Government and Democracy, Little, Brown & Co., Boston, 1941).
[2] Philippe Raynaud, « Constitutionnalisme », in : Stéphane Rials/Dennis Alland (dir.), Dictionnaire de la culture juridique, Quadrige/Lamy-PUF, Paris, 2003, σελ. 266.