Ερώτημα Πολίτη:
Ποιο είναι το νομικό καθεστώς αναφορικά με τη στρατιωτική θητεία και καριέρα στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις για ομοφυλόφιλα άτομα;
Ο νόμος 4443/2016, θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού δικαίου, βρίσκουν εφαρμογή σε περίπτωση διάκρισης λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας;
Απάντηση:
Οι υπηρετούντες τη στρατιωτική τους θητεία και τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων τελούν σε ειδική κυριαρχική σχέση και γι’αυτόν τον λόγο μπορούν να γίνουν ανεκτοί εντονότεροι περιορισμοί σε ορισμένα δικαιώματά τους. Αυτό, όμως, ουδόλως σημαίνει ότι στερούνται συλλήβδην τα κατοχυρωμένα από τους νόμους και το Σύνταγμα, καθώς και από το ενωσιακό δίκαιο[1], δικαιώματά τους ούτε ότι οι όποιοι ανεκτοί περιορισμοί μπορούν να θίγουν τον πυρήνα των θεμελιωδών αυτών δικαιωμάτων.
Όπως έχει κρίνει το ΣτΕ σχετικά (Γ΄ Τμ. 888/2008, σκ. 6), από τον συνδυασμό των άρθρων 2 (σεβασμός και προστασία της αξίας του ανθρώπου), 5 παρ. 1 (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας) και 9 παρ. 1 (σεβασμός του ιδιωτικού βίου) του Συντάγματος
«συνάγεται ότι η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα και υπέρ των προσώπων που τελούν σε καθεστώς ειδικής σχέσης εξουσίασης προς το Κράτος, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων. Κατά την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος οι υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις μπορεί να υπόκεινται σε γενικούς περιορισμούς που δικαιολογούνται από τη φύση της σχέσης τους με το Κράτος και των συναφών υποχρεώσεών τους που απορρέουν από αυτή τη σχέση, οι οποίοι, πάντως, ελέγχονται με βάση την αρχή της αναλογικότητας και δεν επιτρέπεται να αναιρούν, στην ουσία του, το ως άνω δικαίωμα […]. Από τις ίδιες συνταγματικές διατάξεις συνάγεται ότι στον πυρήνα της απαραβίαστης σφαίρας της ιδιωτικής ζωής των προσώπων ανήκει προδήλως και η ερωτική τους ζωή. Στον πυρήνα αυτό του ιδιωτικού βίου και στο βαθμό που τα στοιχεία που τον συνθέτουν δεν δημοσιοποιούνται οικειοθελώς ουδείς (ούτε δημόσια αρχή ούτε ιδιώτης) επιτρέπεται να διεισδύσει […]. Επομένως, η ερωτική ζωή, από μόνη της, δεν μπορεί να ελέγχεται πειθαρχικά από τις διοικητικές αρχές. Ειδικότερα, η σύναψη, η διατήρηση και η διάλυση ερωτικών σχέσεων δεν μπορεί, αυτοτελώς να χαρακτηρισθούν ως απρεπής διαγωγή ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του αξιωματικού των ενόπλων δυνάμεων, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν συνεπάγονται άμεση και σαφή παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος ή συνιστούν εκμετάλλευση της υπηρεσιακής ιδιότητας του αξιωματικού […], οι σχετικές δε διατάξεις που επιτρέπουν τέτοιες αποκλίσεις πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται πάντοτε στενά, υπό το φως των επιταγών των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 9 παρ. 1 του Συντάγματος.»
Το συμπέρασμα που προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης αυτής, που αποτελεί κρατούσα νομολογία, είναι ότι το Σύνταγμα και τα δικαιώματα που κατοχυρώνει δεν παύουν να εφαρμόζονται στους στρατιώτες και τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων. Αντιθέτως, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και ο ιδιωτικός τους βίος προστατεύονται όπως και στους άλλους πολίτες. Η δε έννοια της ερωτικής ζωής καλύπτει, οπωσδήποτε υπό το φως των σύγχρονων αντιλήψεων, τις ερωτικές σχέσεις μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου.
Ο σεξουαλικός προσανατολισμός των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων πρέπει επομένως να γίνεται σεβαστός και κάθε διάταξη που προβλέπει πειθαρχικές ποινές για ανάρμοστη ενέργεια ή συμπεριφορά (ή κάθε άλλη παρεμφερή έννοια[2]) πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως των ως άνω συνταγματικών διατάξεων και κάθε άλλης σχετικής προστατευτικής διάταξης, έτσι ώστε να μην εισάγει απαγορευμένες διακρίσεις και άνιση μεταχείριση. Ας παρατηρηθεί συναφώς ότι στις τάξεις της Ελληνικής Αστυνομίας, που είναι εξίσου οργανωμένη ως στρατιωτικό σώμα, λειτουργεί σωματείο που σκοπό έχει, μεταξύ άλλων, την προώθηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων χωρίς διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου (Δράση Αστυνομικών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου – Police Action for Human Rights).
Απόστολος Βλαχογιάννης
Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου
Υποσημειώσεις:
[1] Εκτός από την Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, την οποία ενσωματώνει ο ν. 4443/2016, αναφορά πρέπει να γίνει και στο άρθρο 21 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
[2] Όπως ενδεικτικά τα άρθρα 31, 32 και 39 του ν.δ. 1400/1973 «Περί Καταστάσεων των Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων» ή το άρθρο 24 του Γενικού Κανονισμού Υπηρεσίας στον Στρατό (π.δ. 13/1984).