Ερώτηση Πολίτη:
Γιατί το δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως του διοικούμενου δεν ισχύει όταν πρόκειται για χρέη προς την εφορία και υπάρχει η δυνατότητα κατασχέσεων και δεσμεύσεων τραπεζικών λογαριασμών (χωρίς καμία προηγούμενη ειδοποίηση και ακρόαση);
Απάντηση:
Τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν ισχύουν απεριόριστα, με τη μόνη εξαίρεση της προσβολής της ανθρώπινης αξίας. Υπόκεινται σε περιορισμούς που ελέγχονται με τη σειρά τους ως προς την τήρηση των λεγόμενων «περιορισμών των περιορισμών», ιδίως της αρχής της αναλογικότητας. Ο κανόνας αυτός ισχύει και για το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος.
Γίνεται έτσι, π.χ., πάγια δεκτό ότι δεν απαιτείται προηγούμενη ακρόαση στην περίπτωση δυσμενών διοικητικών πράξεων ή μέτρων που στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα, ανεξάρτητα της υπαιτιότητας ή της υποκειμενικής συμπεριφοράς του διοικουμένου. Η γενική αυτή αρχή εφαρμόζεται καταρχήν και στη φορολογική διαδικασία (πρβλ., π.χ., ΣτΕ 2370/2007 Ολομ.).
Η περίπτωση της κατάσχεσης και η σχετική νομολογία
Σε περίπτωση κατάσχεσης εις χείρας πιστωτικού ιδρύματος απαίτησης οφειλέτη του Δημοσίου, η ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 30 παρ. 1 Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων) δεν απαιτεί την κοινοποίηση στον τελευταίο του κατασχετηρίου εγγράφου. Μετά από σαράντα έτη αδιάλειπτης εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, η συνταγματικότητά της αμφισβητήθηκε σχετικά πρόσφατα.
Δεδομένου όμως ότι ο οφειλέτης έχει ήδη άλλες δυνατότητες δικαστικής αμφισβήτησης της οφειλής, το Συμβούλιο της Επικρατείας κατέληξε ότι μια τέτοια κοινοποίηση θα συνιστούσε απλώς μια επιπλέον κοινοποίηση προς τον οφειλέτη πριν από την ενεργοποίηση του δικαιώματος του Δημοσίου να λάβει μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του που δεν επιβάλλεται συνταγματικά (ΣτΕ 2080/2014 Επταμ.).
Σύμφωνα με τη νομολογία, αν ο οφειλέτης πληροφορούνταν την επικείμενη κατάσχεση, θα έσπευδε να εισπράξει από την τράπεζα τα οφειλόμενα χρήματα, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η ικανοποίηση της αξίωσης του Δημοσίου. Η νομολογία αυτή επικρίνεται στη θεωρία με επιχειρήματα τόσο συνταγματικού όσο και διοικητικού δικαίου. Αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα και από τον Συνήγορο του Πολίτη που αναδεικνύει και σειρά ελλείψεων στην εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας (βλ. Ειδική Έκθεση από τον Συνήγορο του Πολίτη).
Ο σκοπός της προληπτικής δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών
Από την άλλη πλευρά, όμως, η είσπραξη των χρεών προς το Δημόσιο δεν είναι συνταγματικώς αδιάφορη, αλλά επιβάλλεται στο πλαίσιο της συνεισφοράς των Ελλήνων στα δημόσια βάρη, χωρίς διακρίσεις, ανάλογα με τις δυνάμεις τους (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος). Για τον ίδιο λόγο άλλωστε και η προληπτική δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών από τα όργανα του ΣΔΟΕ έχει κριθεί ότι αποσκοπεί σε θεμιτό σκοπό δημοσίου συμφέροντος.
Ο σκοπός αυτός συνίσταται στη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου σε περίπτωση διαπίστωσης τέλεσης της παράβασης και η διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα, ανεξαρτήτως του ότι οι προϋποθέσεις της δέσμευσης πρέπει να διαγράφονται στο νόμο κατά τρόπο σαφή, αντικειμενικό και σύμφωνο προς την αρχή της αναλογικότητας (πρβλ. ΣτΕ 3316/2014 Ολομ.).
Κατά συνέπεια, κατασχέσεις και δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών υπόκεινται βεβαίως σε συνταγματικά όρια, η τήρηση των οποίων πρέπει να ελέγχεται με προσοχή. Στα όρια αυτά όμως δεν συγκαταλέγεται η συγκεκριμένη προηγούμενη ειδοποίηση του οφειλέτη, καθώς αυτή είναι δυνατόν να αναιρέσει το σκοπό της επικείμενης κατάσχεσης ή δέσμευσης.
Στέλιος Κουτνατζής
Λέκτορας Δημοσίου Δικαίου Νομικής Σχολής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης