Ερώτημα Πολίτη:
Αν, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, ένας Υπουργός δώσει ψευδή στοιχεία ή γενικότερα αν εν γνώσει του παραπληροφορήσει τη Βουλή, θα αντιμετωπίσει κάποια ποινή κι αν ναι ποια; Υπάρχουν μηχανισμοί που να ελέγχουν την εγκυρότητα των απαντήσεων των Υπουργών;
Απάντηση:
Η υποχρέωση παροχής αληθών στοιχείων από τους βουλευτές και τα μέλη της κυβέρνησης ερείδεται σε σειρά συνταγματικών διατάξεων και διατάξεων του Κανονισμού της Βουλής: άρθρο 59 παρ. 1 (όρκος περί τήρησης του Συντάγματος και του νόμου και περί ευσυνείδητης εκπλήρωσης των καθηκόντων τους), άρθρο 61 παρ. 3 (θέσπιση, με εξαιρέσεις της υποχρέωσης μαρτυρίας και μαρτυρία δεν νοείται παρά μόνον η αληθής), άρθρο 65 παρ. 1 (ελεύθερη και δημοκρατική λειτουργία της Βουλής), άρθρο 69 (θέσπιση υποχρέωσης να δίδονται “διευκρινήσεις” όποτε ζητηθούν και τέτοιες διευκρινήσεις, ενόψει του δημόσιου χαρακτήρα τους, δεν επιτρέπεται να μην είναι αληθείς), όλο το Μέρος τρίτο: “Διαδικασίες Κοινοβουλευτικού ελέγχου” του Κανονισμού της Βουλής. Ενδεχόμενη διατύπωση ή κατάθεση ψευδών στοιχείων συνιστά, εξάλλου, και ποινικό αδίκημα, κατά την έννοια των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα περί παράβασης καθήκοντος και, ενδεχομένως, ψευδομαρτυρίας. Ειδικός τρόπος ελέγχου της αλήθειας των στοιχείων που δημοσιοποιούν οι Υπουργοί δεν προβλέπεται, ωστόσο η ορθή εκτύλιξη των κοινοβουλευτικών εργασιών, συμπεριλαμβανομένου του έμπρακτου σεβασμού της αλήθειας, εμπίπτει στις αρμοδιότητες του Προέδρου της Βουλής (άρθρο 65 παρ. 4), ενώ ενδεχόμενη ψευδής δήλωση ή παράθεση στοιχείων, εφόσον αποδειχθεί, θα μπορούσε να οδηγήσει και σε υποβολή πρότασης μομφής κατά του ευθυνόμενου Υπουργού ή και όλης της κυβέρνησης (άρθρο 84 παρ. 2 και 85). Σε περίπτωση παρανομίας, εφόσον πρόκειται για εν ενεργεία ή πρώην Υπουργό, θα πρέπει να ακολουθηθεί η διαδικασία του άρθρου 86 του Συντάγματος περί ευθύνης Υπουργών.
Κώστας Μποτόπουλος
Συνταγματολόγος, Δικηγόρος