Διάλογος μεταξύ δύο φίλων, του Γιάννη και της Μαρίας.
Γ: Μαρία, σ’ ευχαριστώ που ήρθες. Μπορείς σε παρακαλώ να μου πεις τι λένε αυτά τα δύο έγγραφα;
Μ: Για να δούμε Γιάννη. Το πρώτο λέει… μάλιστα… φαίνεται ότι ο δήμος απαλλοτρίωσε το οικόπεδό σου πριν από 6 χρόνια για να γίνει εκεί το νέο δημαρχείο.
Γ: Τι θα πει «απαλλοτρίωσε»; Αρχίζω να ανησυχώ.
Μ: Απαλλοτρίωση είναι η πράξη ενός οργάνου του κράτους ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, όπως ενός υπουργού ή του Δημοτικού Συμβουλίου του δήμου, με την οποία αποφασίζει ότι ένα ακίνητο κάποιου προσώπου είναι απαραίτητο να το πάρει αναγκαστικά το κράτος ή ο δήμος, για να υλοποιήσει έναν σκοπό δημόσιας ωφέλειας που προβλέπεται στο νόμο. Για παράδειγμα, να κατασκευάσει το δημαρχείο ή να κάνει ένα σχολείο και άλλα τέτοια έργα. Αυτή η πράξη λέγεται «κήρυξη» της απαλλοτρίωσης.
Γ: Μπορεί, δηλαδή, απλά με έναν νόμο και με μια πράξη ο δήμος να πάρει την περιουσία μου;
Μ: Μόνο με προϋποθέσεις, γιατί υπάρχουν τα άρθρα του Συντάγματος που προστατεύουν τα ατομικά μας δικαιώματα και το Σύνταγμα είναι ο ανώτερος νόμος. Φαντάσου μια πυραμίδα που στην κορυφή της είναι το Σύνταγμα και πιο κάτω στην πυραμίδα είναι οι νόμοι. Οι νόμοι δεν μπορούν να θίξουν τα ατομικά μας δικαιώματα και αν το κάνουν, τότε τα δικαστήρια θα τους κρίνουν αντίθετους στο Σύνταγμα και δεν θα τους εφαρμόσουν. Λοιπόν, ένα από αυτά είναι το άρθρο 17 που προστατεύει το δικαίωμα ιδιοκτησίας του καθενός και έτσι προστατεύει και το δικό σου δικαίωμα ιδιοκτησίας.
Γ: Μπορείς να μου πεις μερικά ακόμη από αυτά τα άρθρα του Συντάγματος;
Μ: Σου ανέφερα το άρθρο 17 που προστατεύει την ιδιοκτησία. Άλλο άρθρο είναι το 4, που λέει ότι όλοι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Επίσης, το άρθρο 7 που ορίζει ότι δεν υπάρχει έγκλημα και ποινή χωρίς προηγούμενο νόμο που να το προβλέπει και να ορίζει και ποινή. Άρα, αν κάποιος, ας πούμε εσύ ή εγώ, κάνουμε κάτι που δεν απαγορεύεται, δεν μπορεί μετά να γίνει ένας νόμος και να μας τιμωρήσουν.
Γ: Δηλαδή, στη Δημοκρατία, όπως η δική μας, τα άρθρα αυτά είναι οι τρεις «σωματοφύλακες» των ατομικών μας δικαιωμάτων;
Μ: Αν σου αρέσει, μπορείς να τα πεις και έτσι. Όμως δεν είναι μόνο τρεις οι «σωματοφύλακες». Υπάρχουν και άλλα άρθρα του Συντάγματος που προστατεύουν τα δικαιώματά μας.
Γ: Εντάξει, ωραία είναι αυτά, αλλά με το οικόπεδο τι θα γίνει;
Μ: Εκτός από αυτά που σου είπα, για να μπορέσει το κράτος ή ο δήμος να πάρει ένα περιουσιακό στοιχείο, να απαλλοτριώσει δηλαδή το δικαίωμα κυριότητας που έχει κάποιος σε ένα ακίνητο και να «συντελέσει», όπως λέγεται, την απαλλοτρίωση για να κάνει δικό του το ακίνητο, πρέπει προηγουμένως να αποζημιώσει πλήρως τον ιδιοκτήτη.
Γ: Μια στιγμή, δηλαδή τώρα είμαι κύριος;
Μ. Φυσικά, είσαι κύριος Γιάννη και χωρίς το οικόπεδο, αλλά εσύ τυχαίνει να είσαι και «κύριος» του οικοπέδου.
Γ. Ήμουν, θέλεις να πεις. Ο δήμος θα μου δώσει όσα θέλει και θα πάρει το οικόπεδο.
Μ: Δεν μπορεί να το κάνει, γιατί το άρθρο 17 προβλέπει ότι την αποζημίωση την καθορίζει το δικαστήριο και όχι ο δήμος ή το κράτος. Ορίστε, διάβασε τα έγγραφα που μου έφερες. Το πρώτο είναι η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που κήρυξε την απαλλοτρίωση και το δεύτερο, είναι η απόφαση του δικαστηρίου που καθόρισε πριν από 4 χρόνια την αποζημίωση, αν υπολογίζω καλά συνολικά είναι 250.000 ευρώ. Πήρες αυτά τα χρήματα;
Γ: Όχι βέβαια. Νοικιάζω, το ξέχασες;
Μ: Μάλλον δεν έχεις πρόβλημα, γιατί πάλι το άρθρο 17 προβλέπει ότι, εάν δεν καταβληθεί η αποζημίωση που ορίστηκε από το δικαστήριο μέσα σε ενάμισι έτος από τη δημοσίευση της απόφασης, τότε η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδίκαια, είναι σαν να μην υπάρχει. Αφού δεν σου έδωσαν την αποζημίωση, για σένα έχει περάσει το διάστημα αυτό. Βέβαια, επειδή το οικόπεδο είναι μέσα στο σχέδιο πόλεως και προβλέπεται να γίνει δημαρχείο, πρέπει να απευθυνθείς σε δικηγόρο, για να σου πει πώς θα το αποδεσμεύσεις.
Γ: Γιατί, όμως, όταν μια άλλη περιοχή μπήκε στο σχέδιο πόλεως, ο δήμος εκεί πήρε 60 τ.μ. από το χωράφι ενός θείου μου, χωρίς να τον αποζημιώσουν;
Μ: Αυτό είναι άλλο άρθρο, το 24 που προστατεύει το δικαίωμά μας στο περιβάλλον. Είναι, όμως, διαφορετικό, διότι το ακίνητο ήταν χωράφι και όταν μπήκε στο σχέδιο πόλεως έγινε οικόπεδο και απέκτησε πολύ μεγαλύτερη αξία. Έτσι, το Σύνταγμα προβλέπει – και υπάρχει νόμος – ότι στην περίπτωση αυτή όλοι οι ιδιοκτήτες πρέπει να δώσουν, χωρίς αποζημίωση, ένα τμήμα του ακινήτου τους, ανάλογα με το εμβαδόν του, που λέγεται «εισφορά σε γη», για να κατασκευάσει ο Δήμος τους απαραίτητους δρόμους και τις πλατείες. Αλλιώς, το σχέδιο πόλεως θα μείνει στα χαρτιά και τα οικόπεδα δεν θα έχουν αξία, γιατί δεν θα μπορούν να οικοδομηθούν.
Γ: Δεν μπορεί, όμως, να τα σκέφθηκε όλα το Σύνταγμα. Ένας φίλος έλεγε με παράπονο ότι είχε πάρει άδεια οικοδομής για να χτίσει το σπίτι του, αλλά στο οικόπεδο βρέθηκαν αρχαία και η αρχαιολογική υπηρεσία απαγόρευσε τις εργασίες. Αυτός καταστράφηκε, δεν μπορεί πλέον να αξιοποιήσει την περιουσία του.
Μ: Και αυτό το προβλέπουν το Σύνταγμα και ο νόμος. Πράγματι, μπορεί η αρχαιολογική υπηρεσία να απαγορεύσει την οικοδόμηση, για να προστατεύει τα αρχαία. Τότε, όμως, το κράτος είναι υποχρεωμένο είτε να απαλλοτριώσει το οικόπεδο είτε να αποζημιώσει τον ιδιοκτήτη για όσο διάστημα δεν του επιτρέπει την οικοδόμηση.
Γ: Επομένως, η αναγκαστική απαλλοτρίωση δεν είναι εξοντωτική για την περιουσία και μπορεί ταυτόχρονα να γίνουν σχολεία, νοσοκομεία, δρόμοι και να προστατευθούν και τα αρχαία.
Μ: Σ’ αυτό ακριβώς αποβλέπει το άρθρο 17 του Συντάγματος. Διότι, με τα χρήματα που θα πάρει ο ιδιοκτήτης θα αγοράσει άλλο ακίνητο, ίδιας αξίας στην περιοχή και έτσι, τελικά, δεν θα μειωθεί η περιουσία του και παράλληλα θα γίνει και το σχολείο ή το νοσοκομείο.
Γ: Δηλαδή, για να πάρει το κράτος ή ο δήμος ένα περιουσιακό στοιχείο κάποιου, ένα ακίνητο ας πούμε, και να απαλλοτριώσει το δικαίωμα κυριότητάς του πάνω στο ακίνητο, πρέπει πρώτα να κηρύξει την απαλλοτρίωση και κατόπιν να αποζημιώσει πλήρως τον ιδιοκτήτη μέχρι το τελευταίο ευρώ, για το ποσό που θα ορίσει το δικαστήριο. Αν δεν τα κάνει όλα αυτά, τότε δεν μπορεί να θίξει την περιουσία, γιατί το απαγορεύει το άρθρο 17 του Συντάγματος.
Μ: Σωστά.
Γ: Μαρία;
Μ. Ναι;
Γ: Να αφήσουμε την απαλλοτρίωση;
Μ: Τι εννοείς Γιάννη;
Γ: Εννοώ ότι μου αρέσει όταν συναντιόμαστε. Μιλάς ωραία, είσαι ενημερωμένη. Εδώ και καιρό ήθελα να σου πω … καταλαβαίνεις … έτσι δεν είναι;
Μ. Κάτι καταλαβαίνω, αλλά συνέχισε.
Γ. Λοιπόν 3 μήνες σκεφτόμουν και τώρα … θέλεις να συναντηθούμε αύριο, ώστε να μου πεις για τα άλλα ατομικά δικαιώματα;
Δημήτρης Βασιλειάδης
Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας