Ο Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου & Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, Ξενοφών Κοντιάδης και ο Διοικητικός Επιστήμονας, Σύμβουλος ΑΣΕΠ και πρ. βουλευτής, Παναγιώτης Καρκατσούλης, συζητούν για την Κυβέρνηση και το επιτελικό Κράτος, την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση, τη νομοθέτηση και τη Δημόσια Διοίκηση στην Ελλάδα, διαχρονικά αλλά και σήμερα, εντός των πολλαπλών κρίσεων.
Ο Κυριάκος Παπανικολάου αναλύει τα όρια που θέτει το Σύνταγμα στην υπηρεσιακή Κυβέρνηση.
Ο Χάρης Τσιλιώτης αναφέρεται στη διαδικασία, τον χρονικό ορίζοντα και τις αρμοδιότητες της “υπηρεσιακής” Κυβέρνησης σύμφωνα με το Σύνταγμα, ενώ ανατρέχει και στις περιπτώσεις εφαρμογής της διάταξης κατά τη μεταδικτατορική περίοδο.
Ο Ξενοφών Κοντιάδης γράφει για τον σχηματισμό και τις αρμοδιότητες των εκλογικών Κυβερνήσεων, κατά το άρθρο 37 του Συντάγματος.
Ο Κώστας Μποτόπουλος γράφει για τον σχηματισμό Κυβέρνησης που βασίζεται σε “ψήφο ανοχής”, τα συνταγματικά και πολιτικά σενάρια, αλλά και τη διεθνή εμπειρία.
Με αφορμή τις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, ο Αντώνης Καραμπατζός γράφει για το άρθρο 37 του Συντάγματος, την εφαρμογή του μεταδικτατορικά, αλλά και τις σύγχρονες προκλήσεις.
Οι επιπτώσεις από την πλημμελή διαχείριση των κρίσεων είναι δραματικές, κυρίως για την κοινωνία και για τα αδύναμα μέλη της και σκόπιμο είναι να αναληφθούν αρμοδίως δράσεις ώστε να ξεπεραστούν οι εντοπισμένες αδυναμίες κατά τη διαχείριση των κρίσεων.
Ο Κωνσταντίνος Μουρτοπάλλας γράφει για τη σημασία της προσαρμοστικότητας των κοινοβουλευτικών διαδικασιών εν μέσω πανδημίας.
Ο Χαράλαμπος Τσιλιώτης εκφράζει τον προβληματισμό του για τις πρόσφατες παρεμβάσεις της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων.
Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με τον τ. Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, ο Γιάννης Τασόπουλος γράφει για την πολιτική ευθύνη της Κυβέρνησης και την αντικειμενική πολιτική ευθύνη των Υπουργών. Εξετάζει το ζήτημα της δημόσιας λογοδοσίας του/ης εκάστοτε Υπουργού, αλλά και τον κίνδυνο που ενέχουν οι προσωπικές αναφορές τόσο από την άποψη της διάκρισης των εξουσιών, όσο και από αυτή της κοινωνικής ηθικής του κράτους δικαίου και της ενδεχόμενης παραβίασης των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου.
Στο 16ο Βίντεο-Μάθημα της ειδικής εκπαιδευτικής ενότητας, με τίτλο Δεκάλεπτα Μαθήματα για το Σύνταγμα, η Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης Παντείου Πανεπιστημίου, Ευαγγελία Μπάλτα, εξηγεί τι είναι ο Κρατικός Προϋπολογισμός. Αναλύει τις βασικές αρχές που τον διέπουν σύμφωνα με το Σύνταγμα, τη διάρθρωσή του, τον τρόπο που καταρτίζεται, αλλά και τη διαδικασία ψήφισής του.
Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χθες από την Κυβέρνηση, τα οποία απαγορεύουν τις άσκοπες μετακινήσεις, δεν είναι αντίθετα στο Σύνταγμά μας, συμπέρασμα που προκύπτει, αποκλειστικά, από την ερμηνεία του Συντάγματος. Τα μέτρα ουσιαστικά κανονικοποιούν σε επίπεδο επιτακτικού κανόνα δικαίου τις υπάρχουσες ήδη, βασιζόμενες στα πορίσματα και τις διαπιστώσεις της ιατρικής επιστήμης, σχετικές συστάσεις και αφήνουν εκτός απαγόρευσης σωρεία περιπτώσεων επιτρεπτής μετακίνησης.
Το Κράτος που «απαλλάσσει» τον πολίτη από όλους τους λόγους που μπορεί να σκεφτεί για να αμφισβητήσει την ορθότητα του νόμου, πράττει άριστα, όταν δε κηρύσσει, έστω άτυπα, την κατάσταση ανάγκης, αυτή παύει να είναι ατομική, άναρχη και «φυσική», γίνεται πολιτική, κοινωνική και, στο μέτρο του δυνατού, εξομαλύνεται.
Στην πρόσφατη περίπτωση της επίταξης οικοπέδων σε νησιά για τη δημιουργία χώρων εγκατάστασης μεταναστών oι συνταγματικές προϋποθέσεις της επίταξης – έκτακτη, δημόσια, επείγουσα, πρόσκαιρη ανάγκη – φαίνονται να πληρούνται, ιδίως από τη στιγμή που η κυβέρνηση επικαλέστηκε ρητά όχι μόνο την κοινωνική αναταραχή σε περιοχές μαζικής υποδοχής μεταναστών-προσφύγων αλλά και απειλές κατά της δημόσιας υγιεινής.
Η αναγγελία της κυβέρνησης ότι σκοπεύει να αλλάξει επειγόντως τον σχετικό με τη διεξαγωγή του επαγγελματικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου νόμο και η κατάθεση σχετικής τροπολογίας, η οποία υπερψηφίστηκε τελικά σήμερα στη Βουλή με 156 ψήφους, αποτελούν ενέργειες που δεν είναι μεν ευθέως αντισυνταγματικές αλλά δύσκολα θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι δεν αποτελούν παρεμβάσεις που θα έπρεπε να αποφεύγονται σε ένα ορθά λειτουργούν Κράτος Δικαίου.
Κατά τη συνταγματική αναθεώρηση που βρίσκεται σε εξέλιξη και οδεύει, με γρήγορο ρυθμό, προς την ολοκλήρωση, εμφανίστηκαν, και «λύθηκαν» από τους πολιτικούς πρωταγωνιστές, μια σειρά από διλήμματα, τα οποία διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία και βοηθούν στην κατανόηση και αποτίμηση του εγχειρήματος.
Ήταν ορθή η απόφαση να μην παραστεί κανένα μέλος της κυβέρνησης από τα υπουργικά έδρανα στη συζήτηση για τη σύσταση της ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης στην υπόθεση «σκευωρία περί της Novartis»; Από συνταγματική άποψη, όχι: η επίκληση του σεβασμού της διάκρισης των εξουσιών δεν ευσταθεί.
Η πρόκληση που αντιμετωπίζει η Κυβέρνηση κατά την επιλογή της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων, αν θέλει να κινηθεί εντός της δημοκρατικής μας τάξης, είναι οι επιλογές της να μην κινδυνεύσουν να χαρακτηρισθούν ως αυθαίρετες.
Το δέλεαρ για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι ότι έχει τη δυνατότητα να αναθεωρήσει το άρθρο 32 του Συντάγματος, έτσι ώστε να απεμπλακεί η προεδρική εκλογή από το ενδεχόμενο πρόωρης διάλυσης της Βουλής. Άρα, η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα πραγματοποιηθεί τον ερχόμενο Ιανουάριο, δεν θα συνιστά πλέον ένα υπερόπλο στα χέρια της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο ανώτατος άρχοντας, είναι «πολιτικά ανεύθυνος» με την έννοια ότι για τις πράξεις του την πολιτική ευθύνη φέρει η κυβέρνηση. Αυτό επιτυγχάνεται με τον θεσμό της προσυπογραφής. Στο πλαίσιο αυτό, ένα κρίσιμο ερώτημα που τίθεται αναφορικά με την απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης για το διορισμό της δικαστικής ηγεσίας είναι το εξής: η αρμοδιότητα του ΠτΔ προς έκδοση της πράξης που του προτείνει και προσυπογράφει το υπουργικό συμβούλιο είναι υποχρεωτική για αυτόν ή αντίθετα είναι πράξη διακριτικής ευχέρειας, την οποία μπορεί κατά την κρίση του να αρνηθεί;
Τρεις είναι οι υποθέσεις σχηματισμού Κυβέρνησης, μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, ανάλογα με την κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων, καθώς και τις ενέργειες που προβλέπει το Σύνταγμα (άρθρα 37 και 84), σύμφωνα με την αρχή της δεδηλωμένης και τον συνταγματικό σκοπό της κυβερνησιμότητας.
Το δίμηνο Μάιος – Ιούνιος 2019 εν μέσω Ευρωεκλογών, Αυτοδιοικητικών Εκλογών και εσπευσμένης προκήρυξης Βουλευτικών Εκλογών τέθηκαν αλληλένδετα συνταγματικά ζητήματα, που φανερώνουν ότι η επικαιρότητα βρίθει θεμάτων θεσμικού ενδιαφέροντος, των οποίων η προσέγγιση εμπεριέχει, άμεσα ή έμμεσα, αναφορά σε συνταγματικές έννοιες ή κανόνες.
Η τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα έφερε στο προσκήνιο διάφορες όψεις της αρχής της αμεροληψίας που συνδέονται με το ζήτημα της υποκρισίας και του κυνισμού στην πολιτική. Αν θέλουμε να ασκήσουμε την εξουσία με αμερόληπτο τρόπο, αυτό συνεπάγεται ορισμένες δεσμεύσεις και περιορισμούς. Μπορεί να ανταποκριθούμε σε αυτό το βάρος, παρότι πολιτικά, κομματικά, δεν συμφέρει. Είναι όμως δύσκολο να έχουμε και τα δύο: το ηθικό πολιτικό επιχείρημα ότι είμαστε αμερόληπτοι και το επιθυμητό αποτέλεσμα να κάνουμε αυτό που μας συμφέρει πολιτικά και προτιμούμε κομματικά.
Η απόφασή της (παραιτηθείσας πλέον) κυβέρνησης να διορίσει νέα ηγεσία στην κορυφή της ελληνικής Δικαιοσύνης, η οποία ελήφθη από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 31 Μαΐου 2019, δηλαδή κατά τη διάρκεια μιας άτυπης προεκλογικής περιόδου είναι ένα ζήτημα που προκάλεσε έριδες μεταξύ των πολιτικών κομμάτων με την αντιπολίτευση να κατηγορεί την κυβέρνηση για πλήγμα στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.
Το φαινόμενο της παρείσφρησης διατάξεων άσχετων προς το κύριο αντικείμενο νομοσχεδίων δεν είναι νέο, παρότι το Σύνταγμα ρητά την απαγορεύει. Η σημερινή Κυβέρνηση προωθεί με διαδικασίες επείγοντος χαρακτήρα τη συζήτηση και ψήφιση νομοσχεδίων, στα οποία μάλιστα θα περιλαμβάνεται σειρά τροπολογιών με πελατειακά και ψηφοθηρικά χαρακτηριστικά.
Την εβδομάδα που πέρασε (μετά από τις Ευρωεκλογές και τον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών) τέθηκαν αλληλένδετα συνταγματικά ζητήματα: το ερώτημα περί παραίτησης της κυβέρνησης ή διάλυσης της Βουλής για κρίσιμο εθνικό θέμα, ο διορισμός της ηγεσίας της δικαιοσύνης από την παρούσα κυβέρνηση, η υπογραφή του κρίσιμου προεδρικού διατάγματος. Όποια και αν είναι η έκβαση του περίπλοκου συνταγματικού παιχνιδιού που διαδραματίζεται, θα αφήσει το αποτύπωμά της στη συνταγματική πρακτική.
Η πρόσφατη εξαγγελία του Πρωθυπουργού για διενέργεια πρόωρων εθνικών εκλογών, ασχέτως του λόγου που την προκάλεσε, πυροδοτεί πολιτικές, αλλά και σημαντικές συνταγματικές εξελίξεις.
Η βιασύνη της επιλογής της δικαστικής ηγεσίας από την παρούσα κυβέρνηση, αν τελικά πραγματοποιηθεί, παραπέμπει σε πολιτική πράξη, η οποία δεν είναι κατά το Σύνταγμα ανεκτή.
Πληθαίνουν τα παραδείγματα της αυταρχικής και εξωθεσμικής διακυβέρνησης της χώρας. Η πρόσφατη «μετατροπή» της διαδικασίας για πρόταση μομφής (από μέρους της Ν.Δ.) σε διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης (από μέρους της κυβέρνησης) αποτελεί καινοφανή πρακτική, ευθέως αντίθετη με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής.
Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!
It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.