Με την υπ’αριθμ. 15314/8798/16.09.2019 απόφαση του Προέδρου της Βουλής Κ. Τασούλα συστάθηκε η κατά το άρθρο 119 (παρ. 8) του Κανονισμού της Βουλής προβλεπόμενη Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος στο πλαίσιο της β΄ φάσης της αναθεωρητικής διαδικασίας. Η Επιτροπή αποτελείται από 43 Βουλευτές κατ’ αναλογία των εδρών της κάθε Κοινοβουλευτικής Ομάδας (Νέα Δημοκρατία: 23, ΣΥΡΙΖΑ: 13, Κίνημα Αλλαγής: 3, ΚΚΕ: 2, Ελληνική Λύση: 1 και ΜέΡΑ25: 1), ενώ το Προεδρείο της είναι διακομματικό (Πρόεδρος: Ευριπίδης Στυλιανίδης, Αντιπρόεδρος: Έφη Αχτσιόγλου και Γραμματέας: Γιώργος Καμίνης).
Οι συνεδριάσεις της θα διεξάγονται κάθε Τετάρτη και Πέμπτη, ενώ η Ολομέλεια, με απόφασή της (κατά πλειοψηφία), έθεσε προθεσμία μέχρι τις 22 Οκτωβρίου 2019 προκειμένου να καταθέσει η Επιτροπή τη σχετική έκθεσή της, με το ενδεχόμενο μικρής παράτασης, όπως τόνισε ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Κωνσταντίνος Τασούλας στη σχετική συνεδρίαση της Ολομέλειας (συνεδρίαση ΙΖ΄ – 18.09.2019).
Κυρίαρχα Ζητήματα Πρώτης και Δεύτερης Συνεδρίασης
Οι εργασίες της Επιτροπής Αναθεώρησης ξεκίνησαν την Τετάρτη, 25 Σεπτεμβρίου 2019, με μία επί της αρχής συζήτηση για το υπό εξέλιξη αναθεωρητικό εγχείρημα. Κυρίαρχο ήταν το ζήτημα του αν και πόσο δεσμεύεται η αναθεωρητική Βουλή από τις κατευθύνσεις που διατυπώθηκαν από την προ-αναθεωρητική Βουλή. Όπως ήταν αναμενόμενο επαναλήφθηκε η θεμελιώδης διαφωνία που έχει διατυπωθεί τόσο σε πολιτικό όσο και σε ακαδημαϊκό επίπεδο γύρω από το θέμα αυτό και οι σχετικές απόψεις κυμαίνονται από την πλήρη δέσμευση της αναθεωρητικής Βουλής ως την πλήρη ελευθερία της να διαμορφώσει το τελικό κείμενο των αναθεωρητέων διατάξεων, όπως η μετεκλογική πλειοψηφία των 151 ή 180 βουλευτών κρίνει. Από πρακτικής πλευράς, είναι βέβαιο ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα επηρεάσει τη διαμόρφωση των νέων άρθρων για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και ενδεχομένως για τον εκλογικό νόμο.
Τέλος, ένα ακόμη ζήτημα που κυριάρχησε στην πολύωρη πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής και επισημάνθηκε από την πλειοψηφία των μελών της ως ένα ιδιαίτερα αρνητικό γεγονός, ήταν η απουσία σημαντικών διατάξεων, όπως τα άρθρα 16 και 24, από τη β΄ φάση της αναθεωρητικής διαδικασίας. Χαρακτηριστική ήταν η πρόταση του Ειδικού Εισηγητή του Κινήματος Αλλαγής για ακύρωση της τρέχουσας αναθεωρητικής διαδικασίας και έναρξης νέας με την καταγραφή νέων προτάσεων ως προς τις αναθεωρητέες διατάξεις.
Κατά τη δεύτερη Συνεδρίασή της, η Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος εισήλθε πλέον στη συζήτηση των επί μέρους προτεινόμενων προς αναθεώρηση άρθρων. Η συνεδρίαση αφιερώθηκε στις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας (άρθρο 3 παρ. 1, 2 και 3 καθώς και πρόταση για προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης) και στα θέματα του όρκου (άρθρα 13 παρ. 5, 33 παρ. 2, και 59 παρ. 1 και 2). Για όλες τις προαναφερόμενες διατάξεις απαιτείται πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθμού των Βουλευτών, αφού καμία δε συγκέντρωσε τουλάχιστον 180 ψήφους στην προ-αναθεωρητική Βουλή.
Κατά τη συζήτηση διαφάνηκε ότι εξακολουθεί να υπάρχει αγεφύρωτη διάσταση απόψεων μεταξύ συμπολίτευσης και αξιωματικής αντιπολίτευσης ως προς τα άρθρα που αφορούν στις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας με τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας να αντιτάσσονται στην τροποποίησή τους και του ΣΥΡΙΖΑ να επιχειρηματολογούν υπέρ των σχετικών προτάσεων που είχαν καταθέσει στην προ-αναθεωρητική Βουλή. Από πλευράς Κινήματος Αλλαγής υποστηρίχθηκε η χρησιμότητα μιας ερμηνευτικής δήλωσης για την έννοια της επικρατούσας θρησκείας. Αρνητική προς κάθε αναθεώρηση των σχετικών άρθρων δήλωσε η Ελληνική Λύση, ενώ το ΚΚΕ και η Μέρα25 τάχθηκαν υπέρ της αναθεώρησής τους επικρίνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν ήταν πιο προωθημένες οι προτάσεις του.
Αντίθετα, σε ό,τι αφορά το ζήτημα του όρκου, φαίνεται να υπάρχει σύγκλιση απόψεων μεταξύ των κομμάτων. Προς το παρόν βέβαια υπάρχει διαφωνία ως προς το εάν θα είναι μόνο πολιτικός ο όρκος (όπως προτείνεται από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ) ή θα υπάρχει δυνατότητα αυτού που πρόκειται να ορκιστεί να επιλέξει σχετικά. Εκτιμάται πάντως ότι τελικά θα βρεθεί λύση και τα άρθρα 13 παρ 5, 33 παρ. 2 και 59 παρ. 1 και 2 θα αναθεωρηθούν.