Εισαγωγή
Όλα όσα σε ανύποπτους καιρούς συζητούσαμε ως σενάρια επιστημονικής φαντασίας εμφανίζονται απειλητικά μπροστά μας. Όσα γνωστικά σκαλιά και αν κατακτήσουμε, με δέος προβάλλουμε ανήμποροι απέναντι στη φύση. Είναι γεγονός ότι η παγκόσμια πανδημία του νέου κορωνοϊού αποτελεί απόδειξη ότι η πραγματικότητα ξεπερνά τα όρια οποιασδήποτε φαντασίας μας. Η αντιμετώπισή της εγείρει πληθώρα ερωτημάτων, μερικά εκ των οποίων άπτονται βιοηθικών στοχασμών. Τα ζητήματα είναι πολλά και δισεπίλυτα.
Στο πλαίσιο της παρούσης συζητήσεως θα περιορισθούμε στα κομβικά θέματα α) του ενδεχομένου υποχρεωτικού εμβολιασμού για την αντιμετώπιση της πανδημίας, β) της υποχρεωτικής ιατρικής εξετάσεως, συμπεριλαμβανομένης της θερμομετρήσεως του πληθυσμού και κυρίως των φερομένων ως ύποπτων κρουσμάτων, γ) της χρήσεως πειραματικών φαρμάκων, δ) της επιστημονικής ελευθερίας, σε περίπτωση που ομάδα επιστημόνων εκφράζει γνώμη που αμφισβητεί χωρίς επιστημονικά τεκμηριωμένες επιδημιολογικές μελέτες την αναγκαιότητα του αυστηρού εγκλεισμού εντός της οικίας και ε) της ατομικής ευθύνης του καθενός μας για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο στον καιρό της πανδημίας ως έκφανση δικαίου της ανάγκης
Στο άρθρο 2 της πράξεως νομοθετικού περιεχομένου της 25ης.2.2020υπό τον τίτλο «Kατεπείγοντα μέτρα αποφυγής και περιορισμού της διάδοσης κορονοϊού» προβλέπονται ως μέτρα για την καταπολέμηση της επιδημίας -μεταξύ άλλων- η υποχρεωτική υποβολή σε κλινικό και εργαστηριακό ιατρικό έλεγχο, η υγειονομική παρακολούθηση, ο εμβολιασμός, η φαρμακευτική αγωγή και νοσηλεία προσώπων, για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι μπορεί να μεταδώσουν άμεσα ή έμμεσα τη νόσο, η επιβολή κλινικών και εργαστηριακών ιατρικών ελέγχων, καθώς και μέτρων προληπτικής υγειονομικής παρακολουθήσεως, εμβολιασμού, φαρμακευτικής αγωγής και προληπτικής νοσηλείας προσώπων που προέρχονται από περιοχές όπου έχει παρατηρηθεί μεγάλη διάδοση της νόσου, η επιβολή προληπτικών ελέγχων υγειονομικής φύσεως και κλινικών ή εργαστηριακών ελέγχων σε όλα ή επιμέρους σημεία εισόδου και εξόδου από τη χώρα μέσω αεροπορικών, θαλάσσιων, σιδηροδρομικών ή και οδικών συνδέσεων με χώρες μεγάλης διαδόσεως της νόσου.
Περαιτέρω, στο άρθρο 37 της πράξεως νομοθετικού περιεχομένου της 30ης.3.2020 υπό τον τίτλο «Μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις» προβλέπεται διαδικασία χορηγήσεως φαρμάκων εκτός των συνήθων εγκεκριμένων ενδείξεων σε νοσούντες από κορωνοϊό COVID-19 από θεράποντες ιατρούς. Εν προκειμένω, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται άμεσος κίνδυνος δημόσιας υγείας από τη διασπορά του κορωνοϊού COVID-19, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν συντρέχουν οι κατά τις κείμενες διατάξεις προϋποθέσεις κανονικής εντάξεως ασθενών σε εγκεκριμένη στην Ελλάδα κλινική δοκιμή, θεσπίζεται ειδική διαδικασία κατεπείγουσας προσωρινής άδειας πρώιμης προσβάσεως (παρηγορητική χρήση) σε μη εγκεκριμένα φάρμακα για πάσχοντες από τον κορωνοϊό COVID-19, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων και συγκεκριμένα των διατάξεων της υπ’ αρ. ΔΥΓ3α/Γ.Π.85037/10/2011 υπουργικής αποφάσεως.
Οι όροι εγκρίσεως είναι οι εξής:
α) Η φαρμακευτική εταιρεία που υλοποιεί πρόγραμμα πρώιμης προσβάσεως σε φαρμακευτική ουσία υπό κλινική δοκιμή για πάσχοντες από τον κορωνοϊό COVID-19 υποβάλλει στον ΕΟΦ αίτηση χορηγήσεως κατεπείγουσας προσωρινής άδειας πρώιμης προσβάσεως για το εν λόγω πρόγραμμα.
β) Ο ΕΟΦ αξιολογεί το αίτημα με τα υποβαλλόμενα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου του θεραπευτικού πρωτοκόλλου, και, εφόσον χορηγήσει την κατεπείγουσα προσωρινή άδεια πρώιμης προσβάσεως, ο «υπεύθυνος προγράμματος» αναρτά στην ιστοσελίδα του τις απαραίτητες πληροφορίες για το πρόγραμμα, τα κριτήρια εντάξεως και αποκλεισμού ασθενών και έντυπο υποβολής συγκεκριμένου αιτήματος από τον θεράποντα ιατρό.
γ) Η ένδειξη της πρώιμης προσβάσεως για πάσχοντες από τον κορωνοϊό COVID-19 πρέπει να στηρίζεται στα διαθέσιμα στοιχεία, η δε επιλογή της να αιτιολογείται με βάση τα μη ικανοποιητικά αποτελέσματα από τις διαθέσιμες (εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων) θεραπείες ή την εξάντληση αυτών ή την ακαταλληλότητα χορηγήσεώς τους σε συγκεκριμένους ασθενείς λόγω της καταστάσεως της υγείας τους, να στηρίζεται στο προσδοκώμενο όφελος από τη νέα θεραπεία και να ταυτίζεται με την ένδειξη για την οποία διεξάγονται κλινικές δοκιμές.
δ) Η ένταξη των ασθενών στο πρόγραμμα πρώιμης προσβάσεως γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 της ως άνω υπουργικής αποφάσεως. Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην περ. (β) της παρ. 2, η δήλωση του θεράποντος ιατρού πρέπει να αιτιολογεί την επιλογή του με βάση τα μη ικανοποιητικά αποτελέσματα από τις διαθέσιμες (εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων) θεραπείες ή την εξάντληση αυτών ή την ακαταλληλότητα χορηγήσεώς τους σε συγκεκριμένους ασθενείς λόγω της καταστάσεως της υγείας τους και το προσδοκώμενο όφελος από τη νέα θεραπεία.
ε) Για τη χορήγηση του φαρμάκου απαιτείται άπαξ γνωστοποίηση του προγράμματος στο Επιστημονικό Συμβούλιο του νοσοκομείου και σύμφωνη γνώμη του Διευθυντή της κάθε κλινικής ή μονάδας όπου χορηγείται.
Τα ανακύπτοντα διλήμματα
Ερωτήματα γεννώνται αναφορικά με τη συνταγματικότητα των σχετικών μέτρων. Η απάντηση επί των ερωτημάτων αυτών υπό κανονικές συνθήκες ίσως φαινόταν στους περισσότερους από εμάς αυτονόητη. Βιώνουμε όμως εξαιρετικές συνθήκες απρόβλεπτης ανάγκης (σύμφωνα με το άρθρο 44 παρ. 1 Σ), και υποχρεούμαστε να αναστοχασθούμε την απάντησή μας με σύνεση και περίσκεψη υπό το φως των εκτάκτων περιστάσεων.
Περαιτέρω, τίθεται το ζήτημα της αυτονομίας, η οποία ενδέχεται να συγκρούεται με την προστασία της δημόσιας υγείας, υπό ειδικές περιστάσεις.[1] Αυτό σημαίνει ότι, όταν κάποιος ασκεί ένα δικαίωμά του σε τέτοιες συνθήκες, ελέγχεται πρωτίστως ηθικά, αν με τη συμπεριφορά του θέσει σε κίνδυνο την υγεία των άλλων.[2]
Α) Το ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού
Επιτρέπεται ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, σε περίπτωση που ανακαλυφθεί το σχετικό εμβόλιο; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ενιαία σε όλες τις περιστάσεις. Υπό κανονικές περιστάσεις, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός έρχεται σε αντίθεση με το δικαίωμα αυτοκαθορισμού του ατόμου.[3] Δεν μπορεί να επιβληθεί κάτι σε κάποιον που ενδέχεται να επιφέρει έστω και εντελώς μεμονωμένα κάποιες παρενέργειες. Ο κανόνας είναι ότι ο εμβολιασμός συνιστάται, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα μετ’ επιτάσεως, αλλά δεν επιβάλλεται και, ως εκ τούτου, ο μη εμβολιασμός δεν μπορεί να συνδέεται με δυσμενείς συνέπειες αποκλεισμού από την κοινωνική ζωή.[4]
Εάν, όμως, ο εμβολιασμός κριθεί με τεκμηριωμένες μελέτες από την ιατρική κοινότητα ιατρικώς επιβεβλημένος για την άμεση προστασία της δημόσιας υγείας, σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να κριθεί υποχρεωτικός, ιδίως σε στοχευμένες πληθυσμιακές ομάδες. Απαραίτητη είναι, πάντως, η προηγούμενη εξάντληση ηπιοτέρων μέσων, όπως λ.χ. η ευρεία ενημέρωση του πληθυσμού για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού.
Β) Η υποχρεωτική θερμομέτρηση και εν γένει εξέταση
Η υποχρεωτική θερμομέτρηση του πληθυσμού, αλλά και η εν γένει υποχρεωτική εξέταση του φαίνεται εκ πρώτης όψεως να έρχεται σε ένταση με το δικαίωμα αυτοκαθορισμού του ατόμου. Με νηφαλιότητα και ψυχραιμία η ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα,[5] στις Κατευθυντήριες Γραμμές που εξέδωσε την 18η Μαρτίου 2020, δεν προχώρησε σε ρητή απαγόρευση της θερμομετρήσεως των εργαζομένων από τους εργοδότες τους ή της εγκαταστάσεως θερμικών καμερών στον χώρο εργασίας, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές· αντιθέτως, ανέφερε ότι κανένα μέτρο που λαμβάνεται για την προστασία της υγείας και της ασφαλείας στον χώρο εργασίας και περιλαμβάνει επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων δεν αποκλείεται εκ των προτέρων, αρκεί τα ληφθέντα μέτρα να συμμορφώνονται με τις ρυθμίσεις της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων και με την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.
Ειδικότερα, η εγκατάσταση θερμικών καμερών αποτελεί ένα μέτρο δραστικό που έχει ως σκοπό την αποτροπή εισόδου στο χώρο εργασίας ατόμων με υψηλή θερμοκρασία, αν και, προφανώς, αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι οι εισερχόμενοι είναι απαραιτήτως θετικοί στον κορωνοϊό. Μέσω των καμερών αυτών πραγματοποιείται αυτοματοποιημένη επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς συλλέγονται και καταγράφονται δεδομένα σχετικά με τη θερμοκρασία ταυτοποιήσιμων προσώπων.[6]
Επομένως, ακόμα και αν τα δεδομένα δεν αποθηκεύονται σε αρχείο, τυγχάνει εφαρμογής η νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα λόγω της συνδρομής της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας των δεδομένων, δυνάμει του άρθρου 2 παρ. 1 ΓΚΠΔ. Υπό «κανονικές συνθήκες», η υιοθέτηση του μέτρου αυτού θα κρινόταν προδήλως δυσανάλογη και θα απαγορευόταν. Όμως, υπό την τρέχουσα κατάσταση παγκόσμιας πανδημίας που επικρατεί και στο πλαίσιο των συνολικών προσπαθειών για τον περιορισμό της εξαπλώσεως της νόσου, το μέτρο κρίνεται κατάλληλο και αποτελεσματικό για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και της δημόσιας υγείας εν γένει.
Ανακύπτουν, βέβαια, σημαντικές ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο που θα είχε η χρήση αυτής της τακτικής στην προστασία των προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων και των λοιπών εισερχομένων στον χώρο εργασίας, με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητος ο προσεκτικός σχεδιασμός της χρήσεως θερμικών καμερών από τον εργοδότη.
Πρώτον, το μέτρο πρέπει να εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο για το χρονικό διάστημα εξάρσεως της νόσου. Δεύτερον, τα δεδομένα δεν πρέπει να αποθηκεύονται σε αρχείο. Ο υπεύθυνος για την κάμερα οφείλει να την ελέγχει σε ζωντανό χρόνο και να επεμβαίνει αποτρέποντας την είσοδο σε όποιον εμφανίζει αυξημένη θερμοκρασία. Σε περίπτωση που το άτομο με αυξημένη θερμοκρασία είναι εργαζόμενος, ο υπεύθυνος για την κάμερα ειδοποιεί τον ιατρό εργασίας, ώστε να ενεργοποιηθούν οι σχετικές διαδικασίες.
Τρίτον, πρόσβαση στην οθόνη πρέπει να έχουν αποκλειστικά συγκεκριμένα άτομα.
Τέταρτον, η θερμική κάμερα μπορεί να τοποθετηθεί αποκλειστικά στην είσοδο στον χώρο εργασίας και σε κανέναν άλλο χώρο.
Πέμπτον, δεν πρέπει να «διαρρεύσουν» καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα στοιχεία του εργαζομένου που παρουσιάζει υψηλή θερμοκρασία στο υπόλοιπο προσωπικό· η επεξεργασία των σχετικών δεδομένων θα πρέπει να λαμβάνει χώρα από ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό που υπάγεται στον ιατρό εργασίας.
Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι η εγκατάσταση θερμικών καμερών θεωρείται ως το «ύστατο καταφύγιο» των εργοδοτών, εφόσον δεν υπάρχουν ηπιότερα μέσα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων.[7]
Γ) Το ζήτημα της χρήσεως πειραματικών φαρμάκων
Δεδομένης της ελλείψεως φαρμάκου για τη θεραπεία της νόσου, τίθεται το ερώτημα εάν μπορεί να χορηγηθεί στους ασθενείς κάποιο φάρμακο που χορηγείται για την αντιμετώπιση άλλων παθήσεων αλλά στην περίπτωση του νέου κορωνοϊού η αποτελεσματικότητά του είναι μη επιστημονικά επιβεβαιωμένη και αμφίβολη. Δεν διερευνάται το νομοθετικό πλαίσιο των κλινικών δοκιμών εν γένει,[8] αλλά η θέσπιση ενός εκτάκτου νομοθετικού πλαισίου. Συγκεκριμένα, ερωτάται εάν αντίκειται σε βασικές αρχές βιοηθικής να προβλεφθεί υπό το φως των έκτακτων περιστάσεων διαδικασία χορηγήσεως φαρμάκων εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων σε νοσούντες από κορωνοϊό COVID-19 από θεράποντες ιατρούς.
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα πρέπει να δοθεί μόνο υπό το πρίσμα της εξαιρετικότητας. Εάν αναμένουμε μεγάλο χρονικό διάστημα για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας και καταλληλότητας ενός φαρμάκου, τότε η πανδημία μπορεί να καταλήξει σε τραγωδία. Η απόσταση από την «ιταλοποίηση» και «ισπανοποίηση» της εξαπλώσεως του ιού είναι πολύ μικρή και ο χρόνος κυλά απειλητικά εναντίον μας.
Βασικά κριτήρια για να δοθεί το πράσινο φως στην κατ’ εξαίρεση σύντμηση χρονοβόρων διαδικασιών που σε περιόδους κανονικότητας εγγυώνται το καλώς έχειν των πειραματικών φαρμάκων είναι
α) η λήψη ενήμερης συναινέσεως του ασθενούς ή των οικείων αυτού σε περίπτωση που ο ασθενής αδυνατεί να συναινέσει,
β) η βεβαιότητα ότι τα φάρμακα δεν θα βλάψουν, αλλά στη χειρότερη περίπτωση δεν θα ωφελήσουν και
γ) η έγκριση της χορηγήσεως πρώτα από τον θεράποντα ιατρό και στη συνέχεια από ειδική επιτροπή του νοσοκομείου.
Ως εκ τούτου, η απάντηση στο ερώτημα είναι ότι οι διαδικασίες μπορούν να επιταχύνονται σε επείγουσες καταστάσεις, χωρίς όμως να παρακάμπτονται οι βασικές αρχές διεξαγωγής κλινικών ερευνών. [9]
Δ) Υπάρχει δικαίωμα στην ατεκμηρίωτη έκφραση ιατρικών απόψεων που εκμεταλλεύονται τον πληθυσμό και σπέρνουν τον πανικό στην κοινωνία;
Σε περιόδους κρίσεως επιτείνεται η τάση εκμεταλλεύσεως των ασθενέστερων ομάδων. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις επιτηδείων που ισχυρίζονται ότι εφηύραν θαυματουργό σκεύασμα κατά του κορωνοϊου, υπερβιταμίνες για την πρόληψη της νόσου κ.ο.κ.. Μεμονωμένες φωνές σπέρνουν τον σπόρο της αμφισβητήσεως κατά των πολιτικών υγείας ισχυριζόμενες ότι η λήψη τους είναι περιττή και παράλογη.
Kρίσιμη επί τούτου είναι η διασφάλιση της ακρίβειας της πληροφορήσεως και ο περιορισμός των ψευδών ειδήσεων. Ως προς την τελευταία παράμετρο, πρέπει να εξεταστεί και η παρέμβαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως, όταν τα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως υπερβαίνουν προδήλως βασικούς κανόνες δεοντολογίας. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος τονίζεται η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεοράσεως, η σημασία της αντικειμενικής μεταδόσεως της πληροφορίας με σεβασμό στην αξία του ανθρώπου.
Η δημιουργία κλίματος παραπληροφορήσεως και πανικού από τα ΜΜΕ, ιδιαιτέρως σε μία εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για το σύνολο του πληθυσμού, κατά την οποία οι πολίτες, τελούντες σε κατάσταση περιορισμού ή απαγορεύσεως των μετακινήσεων και εν μέσω, διάχυτου και απολύτως δικαιολογημένου φόβου για την εξάπλωση του ιού, ενημερώνονται τακτικά για τις εξελίξεις, δεν συμβαδίζει με την κοινωνική αποστολή των ΜΜΕ και ενδέχεται να προξενήσει περαιτέρω προβλήματα τόσο στο άτομο όσο και στο σύνολο της κοινωνίας.
Κατά συνέπεια, η αυξημένη επιτήρηση της δημοσιογραφικής καλύψεως της πανδημίας του κορωνοϊού και η παρέμβαση του ΕΣΡ δικαιολογείται από λόγους υπέρτερου εννόμου συμφέροντος και εντάσσεται στην γενικότερη πολιτική και προσπάθεια αντιμετωπίσεως της εξαιρετικής αυτής καταστάσεως που έχει δημιουργηθεί από την εξάπλωση της νόσου και του περιορισμού των εν γένει συνεπειών αυτής, σε καμία όμως περίπτωση η παρέμβαση δεν πρέπει να είναι τόσο έντονη, συστηματική και δυσανάλογη, ώστε να οδηγεί σε κρατική χειραγώγηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος.[10]
Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται και ο επιβεβλημένος έλεγχος των ανακοινώσεων εκ μέρους ιατρών από τους Ιατρικούς Συλλόγους της χώρας. Ο ιατρός ασκεί λειτούργημα,[11] υπό την έννοια μιας δημόσιας υπηρεσίας που ασκείται υπέρ του κοινού συμφέροντος και της πολιτείας ή αλλιώς μιας κοινωνικής προσφοράς.[12] Υπό αυτή την έννοια, ο ιατρός φέρει κοινωνική ευθύνη και δεν νομιμοποιείται με ατεκμηρίωτες επιστημονικές απόψεις και απαξιωτικές εκφράσεις να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα. Αν αυτό συμβεί, δικαιολογημένα θα παραπεμφθεί στο πειθαρχικό του οικείου ιατρικού συλλόγου, επί τη βάσει των άρθρων 36 παρ.1 του ν. 3418/2005 (Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας).[13]
Αυτό ορθώς συνέβη στην περίπτωση αναρτήσεως ιατρού-καρδιολόγου σε μέσα κοινωνικής δικτυώσεως, η οποία άνευ επιστημονικής τεκμηριώσεως επεχείρησε να διαστρεβλώσει την επιστημονική αλήθεια και να υπονομεύσει το έργο της πολιτείας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας που έχει συσταθεί για τον περιορισμό της διασποράς του κορωνοϊού. Στην προκειμένη περίπτωση ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών καταδίκασε κάθε δημοσιοποίηση προσωπικών και ατεκμηρίωτων επιστημονικά απόψεων, που δημιουργούν ανασφάλεια στο ευρύ κοινό.[14]
Αυτό δεν σημαίνει ασφαλώς ότι ο ιατρός στερείται της ελευθερίας εκφράσεως της επιστημονικής του γνώμης, αλλά ότι θα πρέπει να έχει συναίσθηση της αποστολής του και να μην εκφράζει ατεκμηρίωτες επιστημονικά θέσεις που σπέρνουν τον πανικό σε μια πολύ δύσκολη περίοδο που διανύει η κοινωνία μας.
Ε) Το ζήτημα της ατομικής ευθύνης
Η λήψη μέτρων από την πλευρά της πολιτείας δεν αρκεί από μόνη για την αποτελεσματική προστασία της δημόσιας υγείας και συγκεκριμένα την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά προϋποθέτει την ενεργοποίηση της ατομικής ευθύνης του καθενός.[15]
Είναι γεγονός ότι εάν οι πολίτες δεν συμμορφώνονται σε συστάσεις, αλλά και νομοθετικές διατάξεις περί αποφυγής του συγχρωτισμού, εάν δεν συμπεριφέρονται σαν να είναι φορείς του ιού προσέχοντας εξονυχιστικά μη τον μεταδώσουν σε κάποιον άλλον, εάν δεν αναλάβουν το χρέος που τους αναλογεί, οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση θα είναι αλυσιτελής. Επίσης, είναι γεγονός ότι αν οι πολίτες δεν εκλάβουν τον εθελοντισμό ως κομμάτι της ατομικής τους ευθύνης, η κοινωνία μας δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει την κρίση.
Η ατομική αυτή ευθύνη προβλέπεται συνταγματικά στο άρθρο 25 παρ. 4 Σ,[16] σύμφωνα με την οποία «Το κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης». Υπό το φως αυτής της διατάξεως, είναι ευκαιρία να αναλάβει η κοινωνία των πολιτών την ευθύνη που της αναλογεί και να συνδράμει στην αναχαίτιση του ιού.[17]
Η έννοια της αλληλεγγύης που προβλέπεται στην εν λόγω συνταγματική διάταξη, αποτελεί τη ratio του συνόλου των συνταγματικών καθηκόντων του πολίτη, την εκπλήρωση των οποίων αξιώνει επιτακτικά το Σύνταγμα, λόγω της αυξημένης σπουδαιότητας τους για την οργανωμένη κοινωνική συμβίωση.[18] Η διάταξη αυτή δεν αποτελεί κανόνα νομικής παραγωγής νέων θεμελιωδών καθηκόντων, πέραν εκείνων που προβλέπονται ρητά στο Σύνταγμα.[19] Ένα από αυτά τα καθήκοντα είναι η λήψη ατομικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Για να μπορέσει όμως να ενεργοποιηθεί η κοινωνική αυτή αλληλεγγύη, πρέπει αυτή να υποστηριχθεί μέσω της έγκυρης πληροφορήσεως της κοινής γνώμης, αλλά και της άμεσης αντιδράσεως σε φαινόμενα παραπλανήσεως.[20] Περαιτέρω, η ατομική ευθύνη ενισχύεται μέσω της προβολής προτύπων προσώπων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά της πανδημίας και με ιδιαίτατη αίσθηση καθήκοντος μάχονται υπέρ της προστασίας της δημόσιας υγείας.[21]
Αντί επιλόγου
Oι συνταγματολόγοι δεν είναι το γε νυν έχον οι πρωταγωνιστές των εξελίξεων. Οφείλουν διακριτικά στην παρούσα φάση να καταλάβουν τη δεύτερη γραμμή. Την πρώτη έχουμε χρέος να αναγνωρίσουμε τώρα στους αγωνιστές ιατρούς, ερευνητές, νοσοκόμους και τόσους άλλους αφανείς ήρωες που μάχονται για το πολύτιμο αγαθό της δημόσιας υγείας.
Ας κερδηθεί ο αγώνας της ζωής και της υγείας και ας αναλάβουν οι συνταγματολόγοι τα ηνία προσδίδοντας στα περιοριστικά μέτρα και σε πολιτικές υγείας για περιόδους κρίσεως, που ήταν ευκαιρία να χαραχθούν με αφορμή την πανδημία, το χαρακτήρα της εξαιρετικότητας.[22]
Ωστόσο, απαραίτητη κρίνεται και η συζήτηση για το εάν και υπό ποιες προϋποθέσεις «ήγγικε η ώρα» να μετασχηματισθούμε σε ένα κράτος προλήψεως, στο οποίο θα προέχει καταστατικά το σύνολο έναντι του ατόμου.[23]
Στο θέμα αυτό οφείλουμε να εγκύψουμε με πολλή προσοχή και περίσκεψη. Σαφέστατα και πρέπει να χαράξουμε μια πολιτική καταστροφών, αλλά δεν μπορούμε να μετασχηματίσουμε το κράτος, βάσει ενός έκτακτου γεγονότος. Πολύ εύστοχα διατυπώνει τις σκέψεις αυτές ο Μεγάλος Αλεξανδρινός ποιητής (Εν μεγάλη Ελληνική αποικία, 200 π.Χ.):
«Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Αποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.»
Υποσημειώσεις:
[1] Βλ. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, Γνώμη, Μεταδοτικά Λοιμώδη Νοσήματα: Δημόσιο Συμφέρον και Αυτονομία, 18.03.2011, διαθέσιμη σε: http://bioethics.gr/images/pdf/GNOMES/infectious-op-f.pdf.
[2] Βλ. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, Σύσταση, Η Αντιμετώπιση του Έμπολα: Ζητήματα Βιοηθικής, 27.01.2015, διαθέσιμη σε: http://bioethics.gr/images/pdf/GNOMES/SYSTASH_Ebola_Final_GR.pdf.
[3] Βλ. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, Σύσταση, Εμβολιασμοί σε Παιδιά, 26.05.2015, διαθέσιμη σε: http://www.bioethics.gr/images/pdf/GNOMES/RECOMMENDATION_Immunization_In_Children_Final_GR.pdf.
[4] Βλ. Βασιλική Μολλάκη, Παιδικός εμβολιασμός: Αυτονομία ή προστασία της δημόσιας υγείας; Ζητήματα Βιοηθικής και προτάσεις της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής, σε: Μαρία Κανελλοπούλου-Μπότη/Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή (επιμ.), Βιοηθικοί Προβληματισμοί ΙΙΙ, Το Παιδί, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2018, σ. 349 επ. (359, όπ. περαιτ. παραπ.).
[5] Βλ. ΑΠΔΠΧ, Κατευθυντήριες Γραμμές για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της διαχείρισης του COVID- 19, 18/03/2020, διαθέσιμο σε: https://www.dpa.gr/APDPXPortlets/htdocs/documentSDisplay.jsp?docid=163,39,44,101,194,223,3,99 .
[6] Βλ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Η προστασία προσωπικών δεδομένων σε περίοδο πανδημίας, διαθέσιμο σε: https://www.constitutionalism.gr/2020-03-28_panagopoulou-privacy-koronavirus/.
[7] Βλ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Η προστασία των προσωπικών δεδομένων στην εποχή του κορωνοϊού, Syntagma Watch, 17.3.2020, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/i-prostasia-ton-prosopikon-dedomenon-stin-epoxi-toukoronoiou/.
[8] Βλ. Δήμητρα Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Κλινικές δοκιμές, σε: Μαρία Κανελλλοπούλου-Μπότη/Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή (επιμ.), Ιατρική Ευθύνη και Βιοηθική, Σύγχρονες Προσεγγίσεις και Προοπτικές του Μέλλοντος, Εκδόσεις Broken Hill, Πασχαλίδη, Λευκωσία 2014, σ. 163 επ.
[9] Βλ. Δήμητρα Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, οπ. ανωτ. (υποσ. 8), σ. 171 επ.
[10] Βλ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Η προστασία προσωπικών δεδομένων σε περίοδο πανδημίας, διαθέσιμο σε: https://www.constitutionalism.gr/2020-03-28_panagopoulou-privacy-koronavirus/.
[11] Βλ. άρθρο 2 παρ. 1 ν. 3418/2005 (Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας) και ανάλυσή του από Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Άρθρο 2 ΚΙΔ, σε: Εμμανουήλ Ι. Λασκαρίδη (επιμ.), Ερμηνεία Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν. 3418/2005), Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2012, σ. 15 επ. (18).
[12] Βλ. Γεώργιο Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Β’ έκδοση, ανατύπωση 2006, λήμμα «λειτούργημα».
[13] Βλ. Αθανάσιο Τσιρωνά, Άρθρο 36 ΚΙΔ, σε: Εμμανουήλ Ι. Λασκαρίδη (επιμ.), Ερμηνεία Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν. 3418/2005), Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2012, σ. 445 επ. (448).
[14] Βλ. Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, Ανακοίνωση 24.3.2020, διαθέσιμη σε: https://www.isathens.gr/syndikal/9007-katadiki-apopseon.html.
[15] Βλ. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, Σύσταση, Η βιοηθική διάσταση της ατομικής ευθύνης στην αντιμετώπιση του COVID 19 (κορωνοϊός), 17.3.2020, διαθέσιμη σε: http://www.bioethics.gr/images/pdf/GNOMES/Recommendation_coronavirus_FINAL_GR.pdf
[16] Βλ. Νίκο Κ. Αλιβιζάτο, Ποια δημοκρατία μετά τον COVID-19;, Εφημερίδα Καθημερινή, 25.3.2020, διαθέσιμη σε: https://www.kathimerini.gr/1070545/article/epikairothta/ellada/n-alivizatos-poia-dhmokratia-meta-ton-covid-19.
[17] Βλ. Νίκο Κ. Αλιβιζάτο, όπ. ανωτ. (υποσ. 16).
[18] Βλ. Χαράλαμπο Ανθόπουλο, Ερμηνεία Άρθρου 25 Σ, σε: Φίλιππο Σπυρόπουλο/ Ξενοφώντα Κοντιάδη/ Χαράλαμπο Ανθόπουλο/Γιώργο Γεραπετρίτη (επιμ.), Σύνταγμα, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2017, σ. 684 επ. (703, όπ. περαιτ. παραπ.).
[19] Βλ. Χαράλαμπο Ανθόπουλο, όπ. ανωτ. (υποσ. 18), σ. 711.
[20] Βλ. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, Σύσταση, Η βιοηθική διάσταση της ατομικής ευθύνης στην αντιμετώπιση του COVID 19 (κορωνοϊός), 17.3.2020, διαθέσιμη σε: http://www.bioethics.gr/images/pdf/GNOMES/Recommendation_coronavirus_FINAL_GR.pdf .
[21] Βλ. Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, όπ. ανωτ. (υποσ. 20).
[22] Bλ. Σπύρο Βλαχόπουλο, «Όχι» στον συνταγματικό μιθριδατισμό, Καθημερινή, 29.3.2020, διαθέσιμη σε: https://www.kathimerini.gr/1071326/opinion/epikairothta/politikh/oxi-ston-syntagmatiko-mi8ridatismo?fbclid=IwAR0BgOzJRuiZt-kK3R2rotDC9gnbVxAxz_qKCs6wlX6vE4_0F4dA7UJs7r0.
[23] Βλ. Xαράλαμπο Ανθόπουλο, Κράτος πρόληψης και δικαίωμα στην ασφάλεια, σε: Χαράλαμπο Ανθόπουλου/Ξενοφώντα Κοντιάδη/Θεόδωρο Παπαθεοδώρου (επιμ.), Ασφάλεια και δικαιώματα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 2005, σ. 109 επ. και τον ίδιο, Ο Covid-19 και η εποχή των δικαιωμάτων, 28.3.2020, διαθέσιμο σε: https://www.constitutionalism.gr/2020-03-29_anthopoulos-covid19-telos-epohis-dikaiomaton/.
Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή
Επικ. Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου
Δ.Ν. (Humboldt), M.P.H. (Harvard), M.Δ.Ε. (Ε.Κ.Π.Α.)