Οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ έχουν μία μακρά και έντονη προεκλογική περίοδο, τόσο κατά το στάδιο των προκριματικών εκλογών μέχρι τα εκλογικά συνέδρια όσο και μετά από αυτά μέχρι την ημέρα των εκλογών.
Αντίθετα, η ημέρα των εκλογών χαρακτηρίζεται από ήπιο πολιτικό κλίμα και αργά τη νύχτα ανακοινώνεται ο νικητής των εκλογών. Ακόμη και όταν η διαφορά στις ψήφους μεταξύ των δύο υποψηφίων είναι πολύ μικρή (εκλογή Κέννεντυ το 1960, Νίξον το 1968), τα όποια ζητήματα επιλύονται άμεσα και ο ηττημένος υποψήφιος παραδέχεται την ήττα του και συγχαίρει τον νικητή. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί θεώρησαν το 1960 ότι ο δήμαρχος του Σικάγο είχε κάνει λαθροχειρίες υπέρ του Κέννεντυ και έτσι κερδήθηκε η πιο κρίσιμη πολιτεία από τους δημοκρατικούς. Ο Νίξον δεν θέλησε να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα ζητώντας ανακαταμέτρηση και συνχάρη τον Κέννεντυ.
Οι εκλογές του 2000 ήταν μια ιδιαίτερη περίπτωση αφού η εκκρεμότητα με την καταμέτρηση των ψήφων στη Φλόριντα (πολιτεία που και σήμερα είναι διχασμένη πολιτικά) συνεχίσθηκε με ανακαταμετρήσεις ψήφων έως τον Δεκέμβριο. Το γεγονός ότι τότε κυβερνήτης της πολιτείας ήταν ο Ρεπουμπλικανός και αδελφός του υποψήφιου Μπους συνέβαλε στο να έρθουν μπροστά για μερικές εκατοντάδες ψήφους οι Ρεπουμπλικανοί και έτσι αυτοί που επέμεναν για ανακαταμέτρηση ήταν οι Δημοκρατικοί. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Φλόριντα δικαίωσε τους Δημοκρατικούς επιτρέποντας να ανακαταμετρηθούν οι ψήφοι αλλά τελικά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ δικαίωσε τον Μπους και σταμάτησε τη διαδικασία αυτή. Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι ακόμη και τότε δεν είχαν υπάρξει σοβαρά επεισόδια. Οι δύο υποψήφιοι συγκράτησαν τους οπαδούς τους και όλος ο αγώνας μεταφέρθηκε στα δικαστήρια όπου ενεπλάκησαν πολυμελείς και ακριβοπληρωμένες ομάδες νομικών.
Σήμερα, η κοινωνία είναι πολύ πιο πολωμένη και ο Τραμπ δεν έχει καμία σχέση με τον Μπους ως προς το πολιτικό του ύφος και ήθος. Εκτίμησή μου είναι ότι τα πράγματα θα κυλήσουν ομαλά μόνο εάν νικήσει ο Τραμπ ή εάν νικήσει με μεγάλη διαφορά ο Μπάιντεν. Σε περίπτωση που ο δημοκρατικός υποψήφιος νικήσει με οριακή διαφορά, ο Τραμπ δεν θα παραδώσει εύκολα τα όπλα.
Αυτή τη φορά, οι μέθοδοι δεν θα είναι μόνο νομικές. Πέραν των αιτήσεων που θα υποβληθούν στα δικαστήρια για ακύρωση ψήφων, αναστολή καταμέτρησης λόγω κακής σύνθεσης των εφορευτικών επιτροπών και αμφισβήτησης του κύρους ψήφων που έχουν ταχυδρομηθεί θα υπάρξουν και δυναμικές παρεμβάσεις. Ο Τραμπ έχει καλέσει τους οπαδούς του να παρακολουθούν την ψηφοφορία και την καταμέτρηση των ψήφων. Και εάν ακόμη η ψηφοφορία λήξει ομαλά, η καταμέτρηση μπορεί να μεταβληθεί σε πεδίο μάχης ιδιαίτερα στις κομητείες εκείνες που η διαφορά θα είναι ψήφο με ψήφο.
Για να έχει κανείς υπ’ όψιν του το μέγεθος της επίδρασης που έχει ο Τραμπ στους οπαδούς του, θυμίζω το εξής: όταν στο πρώτο κύμα της πανδημίας, τους είχε καλέσει να «ανοίξουν» τις πολιτείες τους (δηλαδή να παραβιάσουν τα μέτρα αποφυγής του συγχρωτισμού) και είχε καταφερθεί προσωπικά κατά της κυβέρνησης του του Μίσιγκαν, την άλλη μέρα οι οπαδοί κατέλαβαν τη Βουλή της πολιτείας αυτής ενώ, όπως αποκαλύφθηκε μήνες αργότερα, κάποιοι σχεδίασαν την απαγωγή της κυβέρνησης αυτής.
Όλα αυτά μοιάζουν και είναι εφιαλτικά και ας ελπίσουμε ότι δεν θα συμβούν τη βραδιά των εκλογών και τις επόμενες ημέρες. Το γεγονός όμως και μόνο ότι μπορεί να συμβούν δείχνει πολλά για το πόσο κινδυνεύει με κατάρρευση ένα από τα πιο καλά οργανωμένα συστήματα ελέγχων και ισορροπιών στον κόσμο (εάν όχι το καλύτερα οργανωμένο).
Το συμπέρασμα είναι ένα: κανένα σύστημα δεν διασφαλίζει από μόνο του ισορροπίες και ομαλότητα. Οι επιλογές των εκλογέων είναι που τελικά μπορεί να τραυματίσουν τη δημοκρατία οδηγώντας την σε ένα τούνελ αυταρχισμού, διχασμού και σταδιακού περιορισμού των ελευθεριών.
Θάνος Παπαϊωάννου
Αντιπρόεδρος ΑΣΕΠ & Πρώην Γενικός Γραμματέας Βουλής