Το 1997 ο Φαρίντ Ζακαρία εισήγαγε στη συγκριτική πολιτική ανάλυση την έννοια της «ανελεύθερης δημοκρατίας» (The Rise of Illiberal Democracy, Foreign Affairs, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1997, σελ. 22-43), με αναφορά σε ορισμένα πολιτικά συστήματα όπως η μετασοβιετική Ρωσία πριν από τον Πούτιν, η Σερβία του Μιλόσεβιτς, οι Φιλιππίνες, το Καζακστάν κλπ., στα οποία υπήρχε «εκλογική δημοκρατία» χωρίς τις εγγυήσεις του φιλελεύθερου συνταγματισμού (ανθρώπινα δικαιώματα, Κράτος Δικαίου, ανεξαρτησία της δικαιοσύνης κλπ.). Τότε ο γνωστός Αμερικανός αναλυτής θεωρούσε ότι πρόκειται για ένα μεταβατικό φαινόμενο, το οποίο θα εξελισσόταν είτε προς την κατεύθυνση της πλήρους κατάργησης των δημοκρατικών θεσμών, είτε σε μία πιο αισιόδοξη προοπτική, προς την κατεύθυνση της πλουραλιστικής δημοκρατίας δυτικού τύπου.
Είκοσι τρία χρόνια μετά, αφού δώσουμε τα εύσημα στον Ζακαρία για την επινόηση της έννοιας της «ανελεύθερης δημοκρατίας» (βλ. όμως τις επιφυλάξεις του Γ. Κατρούγκαλου, «Ανελεύθερη Δημοκρατία και Αντιδημοκρατικός Φιλελευθερισμός», σε: Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής επιστήμης, τεύχος 46, 2020, κυρίως ως προς τις γενεσιουργές αιτίες του φαινομένου με υπερτονισμό της σχέσης μεταξύ οικονομικού νέο-φιλελευθερισμού και πολιτικού αυταρχισμού), μπορούμε να πούμε ότι η «ανελεύθερη δημοκρατία» αποτελεί πλέον ένα θεσμικό πρότυπο, το οποίο έχει αποκρυσταλλωθεί τόσο στην εμπειρική του εφαρμογή όσο και στη θεωρητική του δικαιολόγηση.
Στις 26 Ιουλίου 2014 ο Ούγγρος Πρωθυπουργός Βίκτωρ Ορμπάν σε ομιλία του σε Ανοικτό Πανεπιστήμιο της Ρουμανίας, αλλά απευθυνόμενος ουσιαστικά σε όλη την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, εξήγγειλε το τέλος της φιλελεύθερης δημοκρατίας, με αφετηρία την Ουγγαρία, στην οποία οικοδομείται ένα νέο Κράτος, «που δεν θα είναι ένα φιλελεύθερο κράτος, θα είναι ένα δημοκρατικό Κράτος μη φιλελεύθερο». Τουλάχιστον τέσσερις χώρες μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Ρωσία, η Τουρκία, η Ουγγαρία και η Πολωνία, εκ των οποίων οι δύο τελευταίες αποτελούν και μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν πλέον ολοκληρώσει ένα πρόγραμμα συνταγματικών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, που κατοχυρώνουν ένα Κράτος το οποίο κατά τον Ορμπάν είναι δημοκρατικό αλλά όχι φιλελεύθερο, στην πράξη όμως δεν είναι ούτε φιλελεύθερο ούτε δημοκρατικό.
Φιλελεύθερο Κράτος που δεν είναι δημοκρατικό μπορεί να υπάρξει – αν και είναι πλέον ένα αντικείμενο της ιστορίας –, δημοκρατικό Κράτος που δεν είναι φιλελεύθερο δεν μπορεί να υπάρξει, είναι μια «δικτατορία της πλειοψηφίας» που διαστρέφει το νόημα της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στα σύγχρονα δημοκρατικά Συντάγματα, δηλαδή υπό την επιφύλαξη του σεβασμού των δικαιωμάτων της μειοψηφίας.
Είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό ότι όλες οι πρόσφατες νομικές μεταρρυθμίσεις στις χώρες αυτές, για παράδειγμα η αποδυνάμωση ή και η καθυπόταξη των Συνταγματικών Δικαστηρίων –από εκεί ξεκινούν όλα–, ο πολιτικός έλεγχος της δικαιοσύνης, ο έλεγχος των κρατικών και ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης, ο περιορισμός των δικαιωμάτων συμμετοχής στη δημόσια σφαίρα, η χειραγώγηση των εκλογικών συστημάτων, αποβλέπουν στη διαιώνιση του ισχύοντος πολιτικού status quo, ώστε να μην υπάρξει εναλλαγή στην πολιτική εξουσία.
Δεν πρόκειται για μεμονωμένες παραβιάσεις των εγγυήσεων της δημοκρατίας και του Κράτους δικαίου, αλλά για την εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού συστήματος διακυβέρνησης στον ευρωπαϊκό χώρο, που έρχεται σε αντίθεση με τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ΕΣΔΑ. Αυτός ο ιός της «ανελεύθερης δημοκρατίας» αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, τουλάχιστον στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να αποδειχθεί μακροπρόθεσμα ακόμη πιο μολυσματικός από τον κορωνοϊό.
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Καθηγητής ΕΑΠ
*Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Πρώτο Θέμα στις 15.8.2020