Η διαφημιστική καμπάνια κατά των αμβλώσεων στο ΜΕΤΡΟ της Αθήνας θέτει ζητήματα ελευθερίας της έκφρασης . Έπρεπε να επιτραπεί; Ήταν σωστό να κατέβει η αφίσα;
Οι παράμετροι είναι πολλαπλές. 1. Κρίνεται η συγκεκριμένη εικόνα με την απεικόνιση, το σλόγκαν, τα ψεύδη και τις ανακρίβειες που περιέχει, ή κάθε καμπάνια κατά των αμβλώσεων; 2. Με βάση ποια κριτήρια κρίθηκε επιτρεπτή (εφαρμόστηκαν σωστά, εφαρμόστηκαν λανθασμένα, είναι ορθά τα ίδια τα κριτήρια); 3. Έχει ιδιαίτερη βαρύτητα ότι ο χώρος ανάρτησης είναι όχι μόνο δημόσιος αλλά και αναπόφευκτο πέρασμα για όσους χρησιμοποιούν το μετρό[1] και ο υπεύθυνος φορέας είναι αντιληπτός ως δημόσιος (δεν είναι εδώ απαραίτητο ένα μίνι μάθημα διοικητικού δικαίου).
Στην Ελλάδα σημείο αναφοράς για την ελευθερία της έκφρασης είναι το Σύνταγμα και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η έκφραση είναι ελεύθερη, αλλά μπορεί να περιορισθεί σταθμιζόμενη με άλλα αγαθά με βάση της αρχής της αναλογικότητας.[2] Δεν ισχύει η απόλυτα ελεύθερη αγορά των ιδεών, όπου η μόνη απάντηση στον κακό λόγο είναι ο περισσότερος λόγος και όπου ακόμα και τα ψεύδη έχουν αξία, καθώς επιτρέπουν στην αλήθεια να λάμψει πιο δυνατά. Η επίκληση επιχειρημάτων από την αμερικανική προστασία της ελευθερίας του λόγου καλό είναι να γίνεται υπό το πρίσμα της νομολογιακής επεξεργασίας της Πρώτης Τροποποίησης, που έχει γεννήσει κριτήρια για τον περιορισμό της απόλυτης προστασίας και κατηγορίες κακού λόγου που δεν προστατεύονται ή χρήζουν περιορισμένης προστασίας.
Διαφημιστικές καμπάνιες και κριτήρια ρύθμισης
Οι διαφημιστικές καμπάνιες σε δημόσιους χώρους υπόκεινται σε κριτήρια ρύθμισης. Ο διαφημιστικός λόγος υπόκειται σε διαφορετικούς περιορισμούς από τον πολιτικό λόγο (στο θέμα της άμβλωσης μπορούμε να μιλήσουμε για προώθηση πολιτικής και φιλοσοφικής άποψης που δεν έχει σκοπό το κέρδος). Μια διαφήμιση δεν επιτρέπεται να θίγει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ούτε να έχει ρατσιστικό περιεχόμενο. Τα χρηστά ήθη αποτελούν ένα ακόμα θεμιτό κριτήριο: δεν είναι όλες οι εικόνες επιτρεπτές σε δημόσιους χώρους. Το κριτήριο που φαίνεται ότι έπρεπε να εφαρμοσθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη ΣΤΑΣΥ είναι να «μην προκαλείται το δημόσιο αίσθημα». Το κριτήριο αυτό από τη σκοπιά της θεωρίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αόριστο: τέτοιου τύπου κριτήρια συνήθως συγκεκριμενοποιούνται μέσω της νομολογίας.
Απλοποιώντας: κάποιος υπεύθυνος βλέπει την αφίσα και κρίνει ότι δεν προκαλεί το δημόσιο αίσθημα, οι αντιδράσεις δείχνουν ότι το προκαλεί, οι αφίσες κατεβαίνουν. Είναι τόσο απλό;
Η αφίσα κατά της άμβλωσης και η ελευθερία του λόγου
Θα επιχειρήσω μια περιγραφική ανάλυση της αφίσας από τη σκοπιά κάποιου που γνωρίζει τα βασικά της ελευθερίας του λόγου. Το να εκφράζεται κανείς ενάντια σε ένα νόμο του κράτους ή ακόμα και σε ένα συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα είναι επιτρεπτό. Οι νόμοι αλλάζουν, όπως και το Σύνταγμα, και κάθε πολίτης μπορεί να εκφράζει τη γνώμη του για την κατεύθυνση αυτών των αλλαγών. Ακόμα και για όσα εμπίπτουν στα όρια της συνταγματικής αναθεώρησης (όπως η προστασία των δικαιωμάτων) δεν εξυπακούεται ότι απαγορεύεται κάθε συζήτηση. Η έκφραση μάλιστα που χρειάζεται περισσότερη προστασία από περιορισμούς είναι εκείνη που «σοκάρει και ενοχλεί».
Η αφίσα αυτή απλά σοκάρει, ενοχλεί και υποστηρίζει την αλλαγή ενός νόμου; Η απάντηση είναι αρνητική:
1. Το «άσε με να ζήσω» με την εικόνα του εμβρύου προσβάλλει την αξιοπρέπεια των γυναικών που κάνουν την επιλογή της άμβλωσης και των γιατρών που τις εκτελούν. «Θέλεις να κάνεις άμβλωση; Σκοτώνεις αυτό το γλυκό πλάσμα που η καρδούλα του χτυπάει και πονάει» λέει η αφίσα. «Αυτό κάνουν οι γυναίκες που διακόπτουν την κύησή τους», λέει η αφίσα σε όσους χρησιμοποιούν το μετρό.
2. Οι ανακριβείς πληροφορίες επιτείνουν την προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Πρέπει να σημειωθεί ότι το δικαίωμα στην άμβλωση συναρτάται με την επιστημονική γνώση, καθώς το κριτήριο της βιωσιμότητας του εμβρύου είναι καθοριστικό για τη νομική ρύθμιση.
Προκαλούν όλα αυτά το δημόσιο αίσθημα; Στην πράξη η απάντηση φάνηκε να είναι θετική. Το ίδιο το κριτήριο δεν μοιάζει να είναι το καταλληλότερο. Η απαγόρευση της πρόκλησης και μόνο του δημοσίου αισθήματος φαίνεται δυνάμει τρομακτικός περιορισμός της ελεύθερης έκφρασης. Ταυτόχρονα, με παράδοξο τρόπο είναι ανεπαρκής, καθώς θα μπορούσε μια διαφήμιση να προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια χωρίς να προκαλεί το δημόσιο αίσθημα. Ο χώρος που αναρτήθηκε η αφίσα, που δεν αφήνει επιλογή στους πολίτες να τον αποφύγουν, καθώς και ο φορέας που είναι αρμόδιος να εγκρίνει την καμπάνια επιτείνουν το πρόβλημα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ελευθερία της έκφρασης μπορούσε θεμιτά να
περιοριστεί. Η καμπάνια δεν έπρεπε να επιτραπεί στο δημόσιο χώρο. Εφόσον έγινε
επιτρεπτή με εσφαλμένη εφαρμογή των κριτηρίων, δεν μπορούσε παρά να κατέβει.
Όμως η εμπειρία σε υποθέσεις ελευθερίας της έκφρασης είναι ότι μηνύματα που
λογοκρίνονται συνήθως δυναμώνουν. Το δικαίωμα στην άμβλωση στην Ελλάδα, από
τότε που ρυθμίστηκε νομοθετικά, αποτελούσε ένα συνταγματικό non-issue. Ίσως όμως ποτέ δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο
ότι οι πόλεμοι της κουλτούρας έχουν έκβαση.
Υποσημειώσεις
[1] Η ίδια η ΣΤΑΣΥ γλαφυρότατα θέτει το ζήτημα «Ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα; Οι 1 εκατομμύριο επιβάτες που επιλέγουν καθημερινά τα μέσα σταθερής τροχιάς για τις μετακινήσεις τους. Επίσης, οι μεγάλες διαφημιστικές επιφάνειες, το υψηλό impact, η μεγάλη συχνότητα δρομολογίων, η tailor made επικοινωνία που αυξάνουν την αξία και αναγνωρισιμότητα του προϊόντος/υπηρεσίας σας και επομένως τις πωλήσεις σας!» (με link στην αρχική της σελίδα http://www.stasy.gr/index.php?id=19)
[2] Για παράδειγμα στην απόφαση Annen v. Germany ECHR 309 (2018)το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι οι περιορισμοί στην έκφραση ενός ακτιβιστή που μοίραζε φυλλάδια εναντίον των αμβλώσεων ήταν δικαιολογημένοι σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Αλκμήνη Φωτιάδου
Συνταγματολόγος, Διδάκτωρ Νομικής Σχολής, Δικηγόρος