Η ελεγχόμενη κοινότητα (gated community), αλλιώς περιφραγμένη, φυλασσόμενη ή φρουρούμενη κοινότητα, είναι η οικιστική περιοχή στην οποία η πρόσβαση ελέγχεται. Συχνά διαχωρίζεται από το υπόλοιπο οικιστικό σύνολο με τείχη, διαθέτει ιδιωτική φρούρηση είτε φυσική είτε ηλεκτρονική (κάμερες ασφαλείας) και συνιστά μια ανερχόμενη τάση στον οικιστικό σχεδιασμό παγκοσμίως[1]. Οι ελεγχόμενες κοινότητες γεννήθηκαν στις Η.Π.Α. για την προστασία ομάδων της ανώτερης αστικής τάξης από την εγκληματικότητα των πόλεων[2], αλλά στη συνέχεια επεκτάθηκαν και στην Ευρώπη[3]. Πόσο κοντά στο μοντέλο αυτό μοιάζει να πλησιάζει το σχέδιο αξιοποίησης του Ελληνικού;
Στις 10.3.2021 κατατέθηκε στη Βουλή σχέδιο νόμου για την Κύρωση Σύµβασης Διανοµής Σύστασης Δικαιώµατος Επιφανείας Ακινήτου Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσµά και ρύθµιση συναφών θεμάτων και ήδη ψηφίσθηκε από τη Βουλή. Ειδικότερα, κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η «Σύμβαση Διανομής – Σύστασης Δικαιώματος Επιφανείας Ακινήτου Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά», μαζί με το προσαρτημένο σε αυτήν Ειδικό Διάγραμμα Διανομής, που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9.3.2021, μεταξύ αφενός του Ελληνικού Δημοσίου και αφετέρου του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.[4].
Με τη σύμβαση αυτή συστήνεται χωρίς αντάλλαγμα από το Ελληνικό Δημόσιο υπέρ Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ. δικαίωμα επιφάνειας[5] επί των ακινήτων που αναφέρονται στη Σύμβαση, και ορίζεται η διάρκεια του δικαιώματος επιφανείας στα ενενήντα εννέα (99) έτη, αρχόμενη από τη μεταβίβαση των εμπραγμάτων δικαιωμάτων από το Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ. στην «ΕΛΛΗΝΙΚΟ-ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (ΕΛΛΗΝΙΚΟ Α.Ε.).
Μεταξύ άλλων προβλέπεται η οίκοθεν διαγραφή από το Κτηματολόγιο Δημοσίων Κτημάτων, όλων των ιδιοκτησιών που περιέρχονται με την κυρούμενη σύμβαση κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στο ΤΑΙΠΕΔ, λαμβάνοντας υπόψη, ότι, μετά τη μεταβίβαση αυτή, τα εν λόγω ακίνητα «απολλύουν πλέον αυτοδικαίως τον χαρακτήρα τους ως Δημόσια Κτήματα».
Στο Μέρος Γ΄ του νομοσχεδίου συμπληρώνεται το υφιστάμενο πλαίσιο (ν. 4062/2012 και ν. 4663/2020) αναφορικά με την αξιοποίηση του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού Αγίου Κοσμά και εισάγονται ειδικές πολεοδομικές και άλλες ρυθμίσεις (ενιαία λειτουργία συγκεκριμένων εμπορικών χρήσεων, λειτουργία τουριστικών καταλυμάτων σε ψηλά κτίρια, έκδοση οικοδομικών αδειών και αδειών κατεδάφισης, λειτουργία παιδικής χαράς εντός της κτηριακής ενότητας Α1 του Μητροπολιτικού Πάρκου Πρασίνου και Αναψυχής, η οποία θα λειτουργεί υπό την ευθύνη του φορέα της ανάπτυξης, καθώς η έκταση δεν είναι κοινόχρηστη, κατασκευή περιφράξεων, διενέργεια ελέγχων από τους ελεγκτές δόμησης κ.ά.). Ειδικότερα, ως προς την περίφραξη στο νομοσχέδιο προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι:
«4. Εντός του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά επιτρέπεται η κατασκευή περιφράξεων, κατά την έννοια της παρ. 62 του άρθρου 2 του ν. 4067/2012 (Α΄ 79), για τον διαχωρισμό δραστηριοτήτων και λειτουργιών ακόμη και εντός του ίδιου γηπέδου, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης. 5.α. Για την οριοθέτηση του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά επιτρέπεται η κατασκευή περίφραξης περιμετρικά της συνολικής έκτασης κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει σε όλη την έκταση ή σε τμήματα αυτής και πρόσθετες κατασκευές, όπως ιδίως ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις φωτισμού και συστημάτων ασφάλειας, καθώς και εργοταξιακά κτίσματα και εγκαταστάσεις. β. Η άδεια για την εκτέλεση των εργασιών περίφραξης, η οποία μπορεί να εκδίδεται και τμηματικά, χορηγείται από το Γραφείο Ελληνικού, στο οποίο υποβάλλονται σε έγχαρτη μορφή τα ακόλουθα δικαιολογητικά. γ. Η άδεια εκδίδεται από το Γραφείο Ελληνικού σε έγχαρτη μορφή, έχει διάρκεια πέντε (5) χρόνια και αναθεωρείται και ενημερώνεται με τη διαδικασία της περ. β΄, η οποία εφαρμόζεται αναλογικά».
Όπως αναφέρεται στο σχέδιο νόμου, πρόκειται για «έργο εντόνου δημοσίου συμφέροντος, το οποίο, μεταξύ άλλων, θα συμβάλει στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας».
Εντούτοις, για πρώτη φορά στη χώρα μας προωθείται το μοντέλο της ελεγχόμενης πρόσβασης σε μια οικιστική περιοχή («ελεγχόμενη κοινότητα»/gated community), η οποία, περιφραγμένη, θα είναι αποκομμένη από τις υπόλοιπες γειτονιές της περιοχής[6]. Προβλέπεται ρητά η περίφραξη όχι μόνον επιμέρους εσωτερικών χώρων (γηπέδων κ.λπ.) αλλά και η περιμετρική περίφραξη της συνολικής έκτασης του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού –Αγίου Κοσμά κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης.
Η πρόβλεψη αυτή προβληματίζει, καθώς όχι μόνον εισάγει εξαίρεση στον κανόνα του ελέγχου του πολεοδομικού και οικιστικού σχεδιασμού από το Κράτος (άρθρ. 24 παρ. 2 και 3) αλλά εγείρει πολλαπλά ερωτήματα, δεδομένου ότι τα κοινόχρηστα, πράγματα, στα οποία, περιλαμβάνονται ο αιγιαλός, η παραλία, οι δρόμοι και οι πλατείες, ανήκουν στη δημόσια κτήση και προορίζονται για την άμεση εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού, ο οποίος συνίσταται, κατ’ αρχήν, στην κοινοχρησία τους. Αποκλεισμός δε του κοινοχρήστου πράγματος από την εξουσία χρήσης του κοινού είναι έννοια που δεν συμβιβάζεται με την κοινοχρησία, αφού συνεπάγεται την αναίρεσή της.
Τι είδους τόπος, όμως, θα μπορούσε να προκύψει στο Ελληνικό; Τόπος, ού -τόπος ή μη-τόπος; Μια περιοχή σήμερα γεμάτη από «μεταβατικά ερείπια»[7] θα ανοικοδομηθεί και θα αξιοποιηθεί πολεοδομικά «κατά παρέκκλιση» αυτονομούμενη από τις αφηγήσεις των γύρω περιοχών.
Η περίφραξη μιας τέτοιας περιοχής καταρχάς περικλείει, υπέρ των ενοικούντων σε αυτήν, παραδοσιακούς κοινόχρηστους χώρους (δρόμους, πάρκα, παραλίες κ.λπ.) που συνιστούν τον πυρήνα του δημόσιου χώρου αποκλείοντας τρίτους. Συνεπώς, ο δημόσιος χώρος ως συντελεσμένη πραγματικότητα αποσυντίθεται· αφενός ιδιωτικοποιείται de facto και μάλιστα με περίκλειστα τείχη και αφετέρου δημιουργείται ένας χώρος ουδέτερος, αποστειρωμένος, απολύτως ομοιογενής, στερημένος από το απρόβλεπτο, ανισόπεδο και τυχαίο, στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον δημόσιο χώρο[8].
Ένα αστικό φρούριο[9], μπορεί να συμβάλει στη χωροταξική κατάτμηση της ευρύτερης περιοχής, να προκαλέσει αυξημένη πόλωση ενισχύοντας την κουλτούρα του διαχωρισμού και τον κοινωνικό κατακερματισμό. Αποκλείοντας άλλους κατοίκους και ανθρώπους από τις γειτονικές συνοικίες, οι ελεγχόμενες κοινότητες ενδέχεται να συμβάλουν στην κοινωνική περιχαράκωση, εμποδίζοντας την κατασκευή δικτύων που αποτελούν τη βάση κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων. Ο χρήστης (ένοικος ή επισκέπτης) αυτού του μη -τόπου (non – place) συνάπτει σύμβαση με όποιον τον διαχειρίζεται (την ιδιωτική εξουσία που την κυβερνά και τη ρυθμίζει), οπότε η επιβεβαίωση της ταυτότητας του συμβαλλομένου χρήστη είναι αναγκαία για την πρόσβασή του. Ως μη τόποι, επί παραδείγματι, έχουν χαρακτηρισθεί τα αεροδρόμια (τι παράδοξο εν προκειμένω η περιοχή του Ελληνικού να έχει υπάρξει ως μη τόπος στο παρελθόν και έτσι να συνεχίζει και στο μέλλον…), όπου για να εισέλθει κανείς θα πρέπει να επιδείξει το εισιτήριό του. Στους χώρους αυτούς, για να ανακτήσει κανείς την ανωνυμία του, θα πρέπει προηγουμένως να έχει ταυτοποιηθεί[10]. Το δικαίωμα στην ταυτότητα δεν συνεπάγεται όμως αυτομάτως υποχρέωση ταυτοποίησης στον δημόσιο χώρο. Αντιθέτως, η έλλειψη ταυτοποίησης ή ανωνυμία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του δημόσιου χώρου[11]. Όπως άλλοτε σημείωνε προφητικά και ο Φουκώ: «Δεν ζούμε σε έναν χώρο ουδέτερο και λευκό. Ζούμε πεθαίνουμε, αγαπάμε σε ένα τετραγωνισμένο, κομμένο, ποικίλο χώρο με φωτεινές και σκοτεινές ζώνες, ανισόπεδα σκαλοπάτια, βαθουλώματα και κυρτώματα, με κάποιους τόπους σκληρούς και άλλους διαπερατούς, πορώδεις»[12]. Πράγματι ο δημόσιος χώρος είναι ένα διαρκώς ανοικτό πεδίο συνάντησης του ατόμου με το πλήθος, που αφουγκράζεται τις ανάγκες της εποχής και διαμορφώνεται σύμφωνα με αυτές. Η ανάδειξη, όμως, του ατόμου ως προσώπου, κοινωνού και πολίτη σε μια ευρύτερη κοινωνική και πολιτική κοινότητα με όρους ουσιαστικής ελευθερίας δεν μπορεί να διασφαλιστεί χωρίς την πρότερη εξασφάλιση συμμετοχής στον δημόσιο χώρο. Γι’ αυτόν τον λόγο, η αυτοτελής συνταγματική αξία του δημόσιου χώρου επιτάσσει την ενεργοποίηση της δέουσας συνταγματικής του προστασίας[13], προκειμένου να διασφαλισθεί η κοινωνικοπολιτική συμβίωση σε συνθήκες ευπρέπειας (civility)[14], δηλαδή ειρηνικής σύγκρουσης, ένα ποιοτικό γνώρισμα που προσιδιάζει σε μια ελεύθερη και δημοκρατική κοινωνία.
Σταυρούλα Γεωργίου
Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου -Δικηγόρος
Υποσημειώσεις:
[1] R. Atkinson & S. Blandy (2005) Introduction: International Perspectives on The New Enclavism and the Rise of Gated Communities, Housing Studies, 20:2, 177-186, DOI: 10.1080/0267303042000331718.
[2] Βλ. S. Low, Behind the Gates: Life, Security and the Pursuit of Happiness in Fortress America, London, Routledge, 2003.
[3] R. Atkinson & J. Flint, Fortress UK? Gated Communities, the spatial revolt of the elites and time-space trajectories of segregation, Housing Studies, (2004) 19 (6), pp. 875-892.
[4] Το περιεχόμενο της κυρούμενης Σύμβασης αποτυπώνει και εξειδικεύει δεδομένα που έχουν ήδη ρυθμιστεί με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και ιδίως με τις διατάξεις του ν. 4422/2016, με τον οποίο κυρώθηκαν η από 14.11.2014 Σύμβαση Αγοραπωλησίας Μετοχών για την απόκτηση του 100% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΟ Α.Ε. και η από 19.7.2016 Τροποποιητική αυτής Σύμβαση (εφεξής από κοινού η «Σύμβαση Αγοραπωλησίας Μετοχών»), καθώς και τις διατάξεις του π.δ. 35 ΑΑΠ/1.3.2018, με το οποίο εγκρίθηκε το Σχέδιο Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσμά Περιφέρειας Αττικής και των σχετικών νομοθετικών και διοικητικών πράξεων εφαρμογής και υλοποίησής του. Η νομοθετική κύρωση της Σύμβασης Διανομής Ακινήτου-Σύστασης Δικαιώματος Επιφανείας Ακινήτου Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά προβλέφθηκε με τη διάταξη του άρθρου 83 του ν. 4706/2020 όπου ορίσθηκε ότι η διανομή των ως άνω ακινήτων, καθώς και η σύσταση του δικαιώματος επιφανείας επ’ αυτών υπέρ της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» («ΤΑΙΠΕΔ»), συντελείται με σύμβαση που έχει τον τύπο του ιδιωτικού εγγράφου μεταξύ αυτού και του Ελληνικού Δημοσίου, όπως το τελευταίο εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, με βάση τα προβλεπόμενα στην διάταξη αυτή και κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης.
[5] Το δικαίωμα της επιφάνειας, ήτοι το εμπράγματο δικαίωμα φυσικού ή νομικού προσώπου να κατασκευάζει κτίσμα σε έδαφος δημοσίου κτήματος, που δεν του ανήκει, και να ασκεί στο κτίσμα τις εξουσίες, που παρέχει το δικαίωμα της κυριότητας, εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με τις διατάξεις του ν. 3986/2011 (άρθρα 18-26), με τις οποίες επαναφέρεται ο θεσμός της επιφάνειας του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου. Βλ. ενδεικτικώς Ευ. Περράκη, Η μερική (επαν)εισαγωγή του εμπράγματου δικαιώματος της επιφάνειας (Ν 3986/2011), EφΑΔ 8-9/2012, σ. 652 επ.
[6] Βλ. άρθρο του Γ. Λιάλιου με τίτλο «Μια ολόκληρη πόλη 25.000 κατοίκων δημιουργείται στο Ελληνικό», 12.3.2021 στην Καθημερινή, https://www.kathimerini.gr/society/561293299/mia-olokliri-poli-25-000-katoikion-dimioyrgeitai-sto-elliniko/?fbclid=IwAR2Mtv8eM_UK3faN64K_yjqR3USoMGYeABW12Q9DkI5UjCv8ja9P3f1KGBs
[7] Όρο που εισήγαγε ο Ν. Σινιόσογλου, βλ. του ιδίου, [Μεταβατικά Ερείπια. Ελληνικό] όπου επισημαίνεται από τον συγγραφέα: «Mεταβατικοί τόποι». Έτσι λέω τα μέρη που ξέκοψαν απ’ αυτό που ήταν, αλλά δεν είναι ακόμα κάτι άλλο. Στην Αθήνα ο πιο σημαντικός μεταβατικός τόπος είναι το παλαιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, κι ο μεγαλύτερος», διαθέσιμο στην ιστοσελίδα https://www.bibliotheque.gr/article/72182?fbclid=IwAR3TBxyg0BDJJtTUUJaYb5co_xDjx70lV4fB5_hVPy84DxuuL5gf9JEz1EE
[8] Σύμφωνα με τον Α. Maniscalco, πέντε είναι τα σημειολογικά κριτήρια του δημόσιου χώρου: 1) η ανοικτή και ελεύθερη πρόσβαση, 2) η δυνατότητα αλληλοδιάδρασης, 3) η ορατότητα και η αποκάλυψη, 4) η ετερογένεια, η ανοχή και διευκόλυνση, 5) η αυθεντικότητα και το απροσδόκητο, βλ. του ιδίου Public Spaces, Marketplaces and the Constitution, Shopping Malls and the First Amendment, State University of New York, 2015, σ. 14.
[9] K. Landman & M. Schonteich (2002) Urban Fortresses, African Security Review, 11:4, 71-85, DOI: 10.1080/10246029.2002.9628147
[10] Βλ. για την έννοια των non -places, Marc Auge, Non-Places, An introduction to supermodernity, Verso, London -New York, 2008. Σε υποσημείωση της έκδοσης διαβάζουμε : «The expression non-lieu, which in the present text usually means “non-place”, is more commonly used in French in the technical juridicial sense of “no case to answer” or “no grounds for prosecution”: a recognition that the accused is innocent”.
[11] Βλ. Στ. Γεωργίου, Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου, εκδ. Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2017, σ. 7.
[12] βλ. Μ. Φουκώ, Ουτοπίες και Ετεροτοπίες, εκδ. Ελευθεριακή Κουλτούρα, 2015.
[13] Βλ. για την αναγκαιότητα αναγνώρισης του δικαιώματος στον δημόσιο χώρο, Στ. Γεωργίου, Τα συνταγματικά θεμέλια του δημόσιου χώρου, όπ.π.
[14] Βλ. για την έννοια της ευπρέπειας (civility), Γ. Τασόπουλου, Η Κοινωνία και το Σύνταγμα στην Ελλάδα, Μεταξύ πολιτικού ενθουσιασμού και ευπρέπειας, εκδ. Σάκκουλα Αθήνα –Θεσσαλονίκη, 2006, ιδίως σ. 63-116.