Search
Close this search box.

Ευρωεκλογές 2024: Μια πρώτη αποτίμηση

Ο Χρήστος Παπαστυλιανός σχολιάζει τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Μια εβδομάδα μετά από τις ευρωεκλογές και οι περισσότερες αναλύσεις τουλάχιστον στην Ελλάδα, εστιάζουν στο ποσοστό της αποχής και στην άνοδο της ακροδεξιάς. Πράγματι αυτά τα δύο στοιχεία είναι εμφανή, ωστόσο μια προσεκτική ματιά στα αποτελέσματα μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτές οι δύο γενικές τάσεις επικαλύπτουν μια πραγματικότητα αρκετά περίπλοκη. Για παράδειγμα, στην Ιβηρική Χερσόνησο, οι Σοσιαλιστές, σε επίπεδο ποσοστών κράτησαν τις δυνάμεις τους ή τις αύξησαν ελαφρά (Πορτογαλία) ενώ και τα δύο ακροδεξιά κόμματα σε αυτές τις δύο χώρες είδαν τα ποσοστά τους να πέφτουν στο μισό σε σχέση με αυτά που είχαν στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές (Ισπανία 2023, Πορτογαλία Μάρτιος 2024). Επίσης, στη Γαλλία εμφανίζεται μια αξιοσημείωτη αύξηση της δύναμης των Σοσιαλιστών ενώ στη Γερμανία το κόμμα του Λόγου και της Δικαιοσύνης, μια διάσπαση του κόμματος Αριστερά, με μια ατζέντα που κινείται στον αντίποδα κάποιων πολιτικών που προτείνουν τα κόμματα που προσδιορίζονται ως αριστερά, έλαβε διπλάσιες ψήφους από το κόμμα Αριστερά[1]. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι σε επίπεδο πολιτικού προσωπικού [βουλευτές και υποψήφιοι ευρωβουλευτές], το ποσοστό αυτών που δεν έχουν γερμανική καταγωγή σε αυτό το κόμμα είναι πολύ μεγαλύτερο από όλα τα υπόλοιπα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου και του κόμματος Αριστερά, οπότε η επιτυχία του δεν μπορεί να ιδωθεί ανεξάρτητα και από το τι θεωρούν οι δεύτερης γενιάς Γερμανοί ως ελίτ. Δεν αρκεί δηλαδή να αναφέρεσαι στην πολυπολιτισμικότητα και να διεκδικείς το ρόλο μιας πρωτοπορίας που θα εκφράσει τους αποκλεισμένους, πρέπει οι ίδιοι οι αποκλεισμένοι να εκφραστούν χωρίς τη διαμεσολάβηση μιας κομματικής δομής στην οποία κυριαρχούν οι γηγενείς.

Όσον αφορά την αποχή και τη σύνδεσή της με την άνοδο της ακροδεξιάς, στην Ουγγαρία η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στις ευρωεκλογές κατά 15% δε βοήθησε τον Ορμπάν να διατηρήσει την απόλυτη κυριαρχία του καθώς για πρώτη φορά μετά το 2010 έλαβε ποσοστό κάτω από 50% (45,8%) ενώ η αντιπολίτευση τριπλασίασε το ποσοστό της φτάνοντας στο 29%. Ταυτόχρονα, το εξτρεμιστικό Jobbik έλαβε 0,99% αντί του 6,08% που είχε λάβει στις τελευταίες ευρωεκλογές. Στην Πολωνία η αποχή εξακολούθησε να κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα (61%) σχεδόν αντίστοιχα με τις περσινές βουλευτικές εκλογές, χωρίς όμως να μεταβληθεί ο συσχετισμός δυνάμεων που είχε διαμορφωθεί σε αυτές τις εκλογές (52% υπέρ του Πρωθυπουργού Τουσκ και των συμμάχων του και 48% υπέρ του λαϊκιστικού κόμματος της Τάξης και Δικαιοσύνης και των συμμάχων του). Στην Πορτογαλία η συμμετοχή αυξήθηκε κατά 15% σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές, μια αύξηση που μάλλον βοήθησε τους Σοσιαλιστές να τερματίσουν πρώτοι με μια μονάδα διαφορά (στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου 2024 ήταν πίσω με μια μονάδα διαφορά από την κεντροδεξιά), μια αύξηση που αποδίδεται στη δυνατότητα που δόθηκε στους εκλογείς να ψηφίζουν στο εκλογικό τμήμα της επιλογής τους, ενώ ταυτόχρονα μια ηλεκτρονική πλατφόρμα έδειχνε το χρόνο αναμονής σε κάθε τμήμα σε πραγματικό χρόνο.

Όσον αφορά την επιρροή της ακροδεξιάς στους νέους, τα στοιχεία δείχνουν ότι σε Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία και Πολωνία, η επιρροή της ακροδεξιάς στους νέους είναι αξιοσημείωτη. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτές οι χώρες αντιπροσωπεύουν μόνο τα 4/27 της Ε.Ε. Ωστόσο, σε επίπεδο πληθυσμού αντιπροσωπεύουν πάνω από το μισό πληθυσμό της Ε.Ε. Στην Ελλάδα, ενδεικτικό αυτής της τάσης είναι ότι η «Φωνή Λογικής» είχε το μεγαλύτερο ποσοστό της στις ηλικίες 18-34, ενώ αντίθετα στη «Νίκη» και στην Ελληνική Λύση τα μεγαλύτερα ποσοστά εμφανίζονται στους πιο ηλικιωμένους. Στη Γαλλία, το 25% των ψηφοφόρων έως 24 ετών ψήφισαν το κόμμα του Εθνικού Συναγερμού, στη Γερμανία το ποσοστό των νέων που ψήφισε το AfD είναι 27%, στην Πολωνία το ακροδεξιό κόμμα «Συνομοσπονδία» σύμμαχος του Κόμματος «Νόμος και Τάξη» ψηφίστηκε από το 30% των ψηφοφόρων ηλικίας 18-29 ετών, ενώ το ποσοστό του στο γενικό πληθυσμό ήταν 12,1% και στην Ισπανία το κόμμα VOX ψηφίστηκε από το 12,5% των νέων ενώ το εκλογικό του ποσοστό στο γενικό πληθυσμό ήταν 9,5%.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτών των ευρωεκλογών είναι η επιρροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στις επιλογές των νέων ψηφοφόρων. Οι αξιοσημείωτες επιδόσεις του Φειδία στην Κύπρο[2] αλλά και του Ισπανού YouTuber Αλβίσε Πέρεθ είναι δείγμα αυτής της τάσης. Σε αυτή την κατηγορία μπορεί να ενταχθεί και η Αφροδίτη Λατινοπούλου, η οποία χωρίς την ύπαρξη ενός κομματικού σχηματισμού που να την στηρίζει (η «Φωνή Λογικής» δε φαίνεται να έχει οργάνωση κόμματος προς το παρόν), έγινε γνωστή μόνο μέσα από την παρουσία της στα ΜΚΔ και μετέτρεψε το ισχνό 0,43% των εθνικών εκλογών του 2023, σε 3,07% στις ευρωεκλογές. Όπως μάλιστα δείχνουν σχετικές έρευνες, οι νέοι έως 30 ετών προτιμούν να ενημερώνονται στην πλειοψηφία τους από τα ΜΚΔ (στη Γερμανία το 57% των νεαρών ψηφοφόρων δήλωσαν ότι ενημερώνονται αποκλειστικά από τα ΜΚΔ).

Σχετικά δε με την άνοδο των κομμάτων της ακροδεξιάς, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι παρουσιάζεται μια μετατόπιση της εκλογικής ισχύος από κόμματα της εξτρεμιστικής δεξιάς που είναι εναντίον του κοινοβουλευτισμού και αποδέχονται τη χρήση βίας στην υλοποίηση των σκοπών τους σε κόμματα που αποδέχονται τον κοινοβουλευτισμό και τη συμμέτοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας (είναι ενδεικτικό ότι το ουγγρικό κόμμα Jobbik, το οποίο με βάση τις αναλύσεις κατατάσσεται ξεκάθαρα στην εξτρεμιστική δεξιά, συμμετείχε στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές στην συμμαχία των 6 η οποία αντιτάχθηκε στον Ορμπάν, μαζί με άλλα κόμματα φιλελεύθερης και σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης στη βάση ενός ελάχιστου κοινού προγράμματος). Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να δούμε και την κίνηση του Εθνικού Συναγερμού να διακόψει τη συνεργασία με το AfD μετά τη στροφή του σε πιο «ριζοσπαστικές θέσεις» οι οποίες αγγίζουν και την επαναξιολόγηση των σκοτεινών πτυχών της γερμανικής ιστορίας. Ταυτόχρονα όμως τα κόμματα που κινούνται εντός αυτής της τάσης (αποδοχή του κοινοβουλευτισμού και της ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών), παρουσιάζουν αρκετές διαφορές σε ζητήματα που αφορούν τη θέση της Ευρώπης και τις συμμαχίες της στον σύγχρονο κόσμο (π.χ η Μελόνι είναι υπέρ της Ουκρανίας και της συμμέτοχής της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ, ενώ η Μαρίν Λεπέν κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση). Ωστόσο, ένα κοινό χαρακτηριστικό αυτών των κομμάτων είναι ότι στους διακηρυγμένους στόχους τους δεν είναι πλέον η διάλυση της Ε.Ε, αλλά η «επανεθνικοποίηση» της. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κυρίαρχο σύνθημα του κόμματος της Μελόνι για τις ευρωεκλογές ήταν «Περισσότερη Ιταλία στην Ευρώπη».

Οι δύο αυτές τάσεις (αποχή, άνοδος ακροδεξιάς) παρότι δεν εμφανίζονται με την ίδια ένταση σε όλα τα κράτη της Ε.Ε δεν μπορεί και ούτε πρέπει να αγνοηθούν. Οι παράγοντες οι οποίοι συντελούν στην εμφάνιση τους είναι οι ακόλουθοι:

Α) Μια όλο και περισσότερο εντεινόμενη αίσθηση αποξένωσης των πολιτών από τους θεσμούς της Ε.Ε και από το διακύβευμα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, η οποία δεν είναι αδικαιολόγητη. Η προώθηση της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης έχει περάσει εδώ και χρόνια από τους πολιτικούς ηγέτες των κρατών μελών στους τεχνοκράτες των ευρωπαϊκών θεσμών. Για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι η είσοδος της Ελλάδας στην Ε.Ε ήταν αποτέλεσμα μιας πολιτικής απόφασης του τότε Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας και του τότε Γερμανού Καγκελάριου παρά τις ισχυρές αντιρρήσεις της τότε Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το πιθανότερο είναι ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν θα ήταν δυνατή σήμερα. Επίσης οι πολιτικές που αποφασίζονται στο επίπεδο των οργάνων της Ε.Ε επηρεάζουν πολύ περισσότερο την εσωτερική πολιτική από ότι πριν από 30 χρόνια. Μάλιστα αυτή η εξέλιξη πολλές φορές λαμβάνει χώρα έμμεσα και χωρίς να υπάρχει ρητή αναφορά στις Συνθήκες της Ε.Ε. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί η τάση της νομολογίας του ΔΕΕ να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ε.Ε σε ζητήματα τα οποία δεν ανήκουν ρητά στις αρμοδιότητες της[3]. Στο βαθμό δε που κάθε τέτοια απόφαση «εισάγει» νέες πολιτικές που πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη μέλη, εντείνεται ολοένα και περισσότερο η αίσθηση ότι οι πολίτες της Ε.Ε δεν έχουν καμία επιρροή στις αποφάσεις που λαμβάνονται από τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε ενώ αντίθετα αυξάνεται η επιρροή μη εκλεγμένων αξιωματούχων στη δική τους ζωή.

Β) Οι νέοι ψηφοφόροι αποτελούν μια κατηγορία με ιδιαιτερότητες. Πέρα από την αίσθηση αποξένωσης του γενικού πληθυσμού από το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, πολλές σχετικές έρευνες δείχνουν ότι σε αυτή την κατηγορία των εκλογέων κυριαρχεί και ένα αίσθημα αποξένωσής τους από τις προηγούμενες γενιές και τις πολιτικές που εφάρμοσαν. Μια πρόσφατη έρευνα στη νεολαία της Γερμανίας έδειξε ότι οι νέοι ανησυχούν όλο και περισσότερο για τον πληθωρισμό, την ακριβή στέγαση και τις κοινωνικές διαιρέσεις και λιγότερο για την κλιματική αλλαγή. «Δεν υπάρχει πλέον η αίσθηση ότι αν απλώς δουλέψουν σκληρά, τότε το μέλλον θα είναι καλύτερο, και αυτό τους απογοητεύει και τους απομακρύνει από τα κόμματα εξουσίας», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας Σάιμον Σνέτσερ[4]. Μελέτη του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας του 2022 κατέγραψε μια ανησυχητική τάση χαμηλής προσέλευσης των νέων ψηφοφόρων στις εκλογές και ιδίως σε επίπεδο ΕΕ. Συγκεκριμένα, περίπου το 60% των νέων από 16 έως 24 ετών δεν συμμετέχουν στις εθνικές εκλογές, ενώ παρατηρείται εξαιρετικά χαμηλή προσέλευση και στις ευρωεκλογές, με πάνω από το 70% σε αυτή την ηλικιακή ομάδα να απέχει τελικά από τις κάλπες της ΕΕ[5]

Το ηλικιακό αυτό χάσμα έχει και μια άλλη συνέπεια, η οποία συνδέεται με τον διαφορετικό τρόπο ενημέρωσης των νέων. Η αποκλειστική σχεδόν ενημέρωσή τους από τα ΜΚΔ δημιουργεί ένα τοπίο το οποίο διαφέρει σημαντικά από το μοντέλο της παραδοσιακής δημόσιας σφαίρας. Πλέον υπάρχουν πολλές επιμέρους δημόσιες σφαίρες οι οποίες δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Η δυνατότητα ύπαρξης μιας δημόσιας σφαίρας στην οποία τα προβλήματα θεματοποιούνται και συζητιούνται δεν υφίσταται πλέον. Τα στοιχεία διαφοροποίησης μεταξύ των ηλικιακών κατηγοριών εντείνονται, όπως και οι παράλληλοι μονόλογοι. Η δυνατότητα σύνθεσης γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Η αποξένωση των νεότερων ηλικιών από τα αγαθά της μεταπολεμικής ευμάρειας, η απουσία μιας προοπτικής και ο κατακερματισμός της δημόσιας σφαίρας κάνουν πλέον πολύ πιθανή την ενίσχυση των τάσεων που εμφανίστηκαν στις τελευταίες ευρωεκλογές, καθώς η ανάδυση των όρων ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου δε φαίνεται ορατή στο άμεσο μέλλον.

Στην Ελλάδα, οι ευρωεκλογές αντιμετωπίστηκαν από όλα σχεδόν τα κόμματα κυρίως με όρους εσωτερικής πολιτικής. Παρά ταύτα τα αποτελέσματά τους προσφέρονται για τη συναγωγή μερικών χρήσιμων συμπερασμάτων. Οι γενικές τάσεις επιβεβαιώθηκαν και στην Ελλάδα. Η υψηλή αποχή και η άνοδος των κομμάτων που έχουν ακροδεξιά ατζέντα, χωρίς ευτυχώς να ανήκουν στην εξτρεμιστική εκδοχή της ακροδεξιάς, χαρακτήρισαν τις εκλογές. Στο βαθμό όμως που οι εκλογές διεξήχθησαν σε ένα περιβάλλον στο οποίο το στοιχείο της εσωτερικής πολιτικής ήταν έντονο, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και κάποια άλλα στοιχεία.

Αυτά τα στοιχεία είναι η καθίζηση της Νέας Δημοκρατίας και η αδυναμία της αντιπολίτευσης να αποτελέσει έναν πόλο που να μπορεί να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία της στο εκλογικό σώμα καθώς τα ποσοστά του δεύτερου και τρίτου κόμματος ακόμη υπολείπονται του συνόλου των ψήφων και ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας. Ένα τρίτο στοιχείο είναι φυσικά η αύξηση του ποσοστού των ακροδεξιών κομμάτων το οποίο κυμαίνεται πλέον στο 18%. Μια αύξηση η οποία σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να μας ανησυχεί, καθώς ο πολυκερματισμός του χώρου ο οποίος εκλαμβάνεται ως αδυναμία του, δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένος.

Όλα τα διαθέσιμα στοιχεία μέχρι στιγμής δείχνουν ότι η Νέα Δημοκρατία είχε διαρροές, είτε με τη μορφή της αποχής, είτε με την εκλογική μετατόπιση προς ένα άλλο κόμμα, οι οποίες είναι σχεδόν ισοδύναμες μεταξύ των κομμάτων που τοποθετούνται στα δεξιά της και κομμάτων που βρίσκονται στο κέντρο και την κεντροαριστερά. Η αμφίπλευρη διείσδυσή της σε δεξιά και κεντροαριστερά ακροατήρια, η οποία ήταν το συγκριτικό της πλεονέκτημα στις εκλογές του 2019 και του 2023 έγινε πλέον αμφίπλευρη καθίζηση. Οι πρόσφατες επιλογές της, όπως είναι η θεσμοθέτηση του γάμου των ομοφύλων μπορεί να την «τραυμάτισαν» εκλογικά, ωστόσο δεν εξηγούν από μόνες τους τις απώλειες της στο κεντρώο κοινό, ούτε στη νεολαία η οποία σε μεγαλύτερα ποσοστά από τους ηλικιωμένους ήταν υπέρ των συγκεκριμένων αλλαγών. Η Νέα Δημοκρατία αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα στους ψηφοφόρους έως 24 ετών και ο ΣΥΡΙΖΑ οριακά πρώτος, αντιστρέφοντας τη σειρά των εκλογών του 2023 στις οποίες η Νέα Δημοκρατία ήταν το πρώτο κόμμα σε αυτή την κατηγορία εκλογέων και ο ΣΥΡΙΖΑ δεύτερος.

Η τάση αυτή σε συνδυασμό με ένα άλλο στοιχείο επιβεβαιώνει ότι και στην Ελλάδα ο πολυκερματισμός της δημόσιας σφαίρας καλά κρατεί. Είναι γνωστό ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διατηρεί μια εξαίρετη σχέση με τα ΜΚΔ, από τα οποία ενημερώνονται οι νεότερες ηλικίες. Αυτό που δεν είναι τόσο γνωστό αλλά είναι αρκετά ενδιαφέρον είναι ότι το 24% των Ευρωβουλευτών που εκλέχθηκαν είναι δημοσιογράφοι των παραδοσιακών ΜΜΕ ενώ αντιπροσώπευαν μόνο το 7,48% των υποψηφίων. Είναι πλέον η επαγγελματική κατηγορία με τους περισσότερους ευρωβουλευτές και ακολουθούν οι νομικοί με 14% (αντιπροσώπευαν το 8,41% των υποψηφίων)[6] Η ελκτική δύναμη της τηλεόρασης στις μεγαλύτερες ηλικίες, οι οποίες κατά κανόνα έχουν και υψηλότερη συμμετοχή στις εκλογές φαίνεται να δικαιολογεί αυτό το στοιχείο, το οποίο αν το δούμε σε συνδυασμό την απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ και της Φωνής Λογικής στους νέους, μια απήχηση που έχει σχέση με τον τρόπο διεξαγωγής του προεκλογικού αγώνα από τους επικεφαλής των δύο πολιτικών σχηματισμών, μάλλον επιβεβαιώνει τις πανευρωπαϊκές τάσεις σχετικά με τον πολυκερματισμό της δημόσιας σφαίρας.

Παρά τις επιμέρους αιτίες οι οποίες συνέβαλλαν στην εκλογική καθίζηση της Νέας Δημοκρατία, η πιο σημαντική κατά τη γνώμη μου είναι η κατάρρευση του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, το οποίο μέχρι και τις εκλογές του 2023 ήταν ισχυρό για δύο λόγους. Μέχρι το 2023 η εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ και η διεξαγωγή εκλογών με σύστημα απλής αναλογικής αποτελούσαν το συγκολλητικό ιστό του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Μετά τις εκλογές του 2023 και τα δύο αυτά στοιχεία εξαλείφθηκαν. Στη συνέχεια, η Νέα Δημοκρατία δεν κατόρθωσε, ούτε καν προσπάθησε να μετατρέψει το αντί σε μια θετική πρόταση για τη χώρα όπως αντίστοιχα και ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δε μετασχημάτισε την αντιμνημονιακή ατζέντα που τον έφερε στην εξουσία σε μια θετική πρόταση για το μέλλον της χώρας. Και στις δύο περιπτώσεις, μόλις ξεφούσκωσε το αντί στοιχείο, υπήρξε αδυναμία συνάρθρωσης μιας θετικής αφήγησης και η πολιτική περιορίστηκε στη διαχείριση της καθημερινότητας των πολιτών χωρίς να αντιμετωπίζονται ουσιαστικά χρόνιες παθογένειες. Μόλις έπαψε ο ετεροπροσδιορισμός από τον «μπαμπούλα» των αντιπάλων και τα δύο κόμματα έχασαν μεγάλο μέρος της εκλογικής τους δύναμης. Και στις δύο περιπτώσεις μάλιστα η αποκαθήλωση δεν ήταν άμεση. Το εκλογικό σώμα έδωσε μια πίστωση 4-5 χρόνων πριν «βροντοφωνάξει» ότι «ο Βασιλιάς είναι γυμνός». Αρκετές αναλύσεις θεωρούν ότι οι τάσεις αυτές που εμφανίστηκαν στις ευρωεκλογές μπορεί να ανατραπούν εάν η κυβέρνηση «κάνει τη δουλειά της» ή η αντιπολίτευση αφήσει κατά μέρος τις σκιαμαχίες μεταξύ του δεύτερου και τρίτου κόμματος και φτιαχτεί ένας ισχυρός πόλος απέναντι στη Νέα Δημοκρατία. Δεν συμμερίζομαι αυτή την αισιοδοξία, η οποία βασίζεται σε αναλυτικά εργαλεία προηγούμενων δεκαετιών. Προϋπόθεση για την ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού και ανατροπής των τάσεων πολυκερματισμού του, είναι δύο στοιχεία. Α) Η παραδοχή ότι το εξωθεσμικό κοινωνικό συμβόλαιο, στο οποίο οικοδομήθηκε η μεταπολίτευση, δεν μπορεί να υπάρξει πλέον γιατί συρρικνώνεται σε μεγάλο βαθμό το πολυσθενές υποκείμενο στο οποίο βασίστηκε[7]. Η δυνατότητα εξεύρεσης πόρων από πολλαπλές πηγές και με αλλαγή ρόλων δεν υπάρχει πλέον στο βαθμό που υπήρχε. Για παράδειγμα, εάν μέχρι το πρόσφατο παρελθόν οι «ραντιέρηδες[8]» και οι νοικοκυραίοι συνυπήρχαν στο ευρύ κοινωνικό σώμα των «μη προνομιούχων», από το οποίο «άρδευαν» εκλογικά οφέλη τα δύο κόμματα που κυριάρχησαν στη μεταπολίτευση, η επέλαση της παγκοσμιοποίησης στην στεγαστική αγορά αλλάζει πλέον του συσχετισμούς υπέρ των «ραντιέρηδων» δημιουργώντας μια κατάσταση win lose εντός της εσωτερικής αγοράς, με χαμένους τους ενοικιαστές, οι οποίοι ψηφίζουν στις εκλογές. Το όποιο κέρδος μπορεί να έχουν οι εργαζόμενοι στον τουρισμό (ιδίως όσοι δουλεύουν σε τουριστικές περιοχές και επιστρέφουν τον χειμώνα σε μεγάλες πόλεις) ή οι οικογένειες με μικρά παιδιά από τις φορολογικές ελαφρύνσεις, εξανεμίζεται από τη στεγαστική ασφυξία που έχει εκτοξεύσει τις τιμές στην αγορά ακινήτων και την ακρίβεια στα είδη πρώτης ανάγκης. Η αποτυχία των έως τώρα προγραμμάτων τόνωσης της στεγαστικής αγοράς που έχει εξαγγείλει η Κυβέρνηση, τα οποία προσπαθούν να ικανοποιήσουν ταυτόχρονα και τους ιδιοκτήτες κατοικιών και τους ενοικιαστές, δείχνει ότι το μοντέλο νομιμοποίησης στο οποίο βασίστηκε η μεταπολίτευση έχει εξαντλήσει τα όρια του, χωρίς όμως να το συνειδητοποιεί η Κυβέρνηση ούτε όμως και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Β) Το ιδιόμορφο σύστημα δημιουργίας πόρων, όχι μόνο μέσω της παραγωγής και κατανάλωσης, αλλά μέσω της μη εφαρμογής του νόμου ή εξαιρέσεων που προβλέπει (π.χ. η νομοθεσία για τα αυθαίρετα), το οποίο και κυριάρχησε στη μεταπολίτευση πρέπει να τερματιστεί εάν τα πολιτικά κόμματα επιθυμούν να ανορθώσουν την πολιτική τους αξιοπιστία. Πέρα από το ότι δημιουργεί ένα σύμπαν παράλληλης «νομιμότητας» το οποίο υπονομεύει κάθε έννοια δικαιοσύνης οδηγεί και την εμπιστοσύνη των πολιτών ως προς τα κόμματα στο ναδίρ (μόνο 10% εμπιστεύεται τα κόμματα στην Ελλάδα). Χωρίς όμως να ενισχυθεί η αξιοπιστία των κομμάτων, οι πολίτες θα προσέρχονται στην κάλπη, όσοι τουλάχιστον το κάνουν, για να καταψηφίσουν και όχι να υπερψηφίσουν κάποιες πολιτικές. Θα συνεχίσει δηλαδή να κυριαρχεί η αρνητική ψήφος η οποία οδηγεί σε κατακερματισμό του εκλογικού σώματος. Εάν δεν γίνουν κατανοητές αυτές οι παράμετροι από τα πολιτικά κόμματα, τουλάχιστον από όσα θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως συστημικά, με την έννοια ότι αποδέχονται τους βασικούς κανόνες της φιλελεύθερης δημοκρατίας, τότε το πιο πιθανό σενάριο είναι ότι η αντισυστημική ψήφος θα συνεχίσει να αυξάνεται παρά τις διακηρυγμένες καλές προθέσεις όσων θέλουν να σώσουν τη δημοκρατία.

Χρήστος Παπαστυλιανός
Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας. 


Υποσημειώσεις:

[1] Θα πρέπει αν επισημανθεί πάντως ότι οι πολιτική ατζέντα που προβάλει το κόμμα του Λόγου και της Δικαιοσύνης δεν απέχει και πολύ από την ατζέντα των αριστερών κομμάτων έως τη δεκαετία του 1990, η οποία ήταν αντίθετη σε κάθε πολιτική του κεφαλαίου η οποία ενίσχυε το εργασιακό νταμπινγκ σε βάρος της εργατικής τάξης της κάθε χώρας.

[2] Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι στην Κύπρο την ίδια ημέρα με τις ευρωεκλογές διεξήχθησαν και δημοτικές εκλογές στις οποίες σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις (Λευκωσία-Πάφος) κομματικοί υποψήφιοι οι οποίοι στηρίχθηκαν από τρία συστημικά κόμματα, καταποντίστηκαν έναντι ανεξαρτήτων υποψηφίων (έλαβαν ποσοστό 40% έναντι των ανεξαρτήτων και στις δύο πόλεις). Η επιτυχία του Φειδία και του Ισπανού you tuber συντέλεσαν επίσης στη συγκράτηση των ποσοστών των ακροδεξιών κομμάτων ΕΛΑΜ και VOX αντίστοιχα.

[3] Το ΔΕΕ» επεκτείνει» το πεδίο εφαρμογής του Δικαίου της Ε.Ε μέσω μιας τελολογικής ερμηνεία διατάξεων των Συνθηκών η οποία αναδιατάσσει τη σχέση μεταξύ του δικαίου της Ε.Ε και του δικαίου των Κρατών Μελών, ωστόσο η αναδιάταξη αυτή μπορεί να επικριθεί για μια σειρά από λόγους που αφορούν το δημοκρατικό έλλειμα της Ε.Ε δε σημαίνει όμως ότι βρίσκεται εκτός των ερμηνευτικών επιλογών του δικαστή ούτε ότι συνιστά αυτόματα υπέρβαση του θεσμικού του ρόλου. Τα κράτη μέλη ως «Κύριοι των Συνθηκών» μπορούν να οριοθετήσουν εκ νέου το θεσμικό ρόλο του δικαστή, αλλά αυτό το ζήτημα αποτελεί μια πολιτική επιλογή η οποία δε σημαίνει απαραίτητα ότι οι ερμηνευτικές επιλογές του δικαστή του ΔΕΕ είναι «λάθος» υπό το πρίσμα των κριτηρίων της νομικής επιστήμης.

[4] https://www.kathimerini.gr/world/563078047/eyroekloges-giati-oi-neoi-psifisan-akrodexia/

[5] https://www.lifo.gr/now/politics/eyroekloges-2024-pos-psifisan-oi-neoi-17-24-eton-stin-ellada

[6]https://www.kathimerini.gr/politics/563075461/eyroekloges-yperpsifistikan-ta-pio-ftocha-viografika/

[7] Κ. Τσουκαλάς, Κράτος, κοινωνία, εργασία στη μεταπολεμική Ελλάδα, 1987.

[8] Αυτός που λαμβάνει εισόδημα προερχόμενο από τόκους και ενοίκια

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Η Πρόταση Οδηγίας και η Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αντιμετώπιση των SLAPPs

Η Χριστίνα Βρεττού σχολιάζει την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εισάγει Πρόταση σχετικά με τις SLAPPs (“στρατηγικές αγωγές προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού”), αλλά και τις συνέπειες πιθανής ενσωμάτωσής της στο ελληνικό δίκαιο.

Περισσότερα

/Αφιέρωμα/ Νομοσχέδιο για τα Προσωπικά Δεδομένα: Παρατηρήσεις και προτάσεις του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών – μέσα από την πένα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου και Συμβούλου Παναγιώτη Περάκη – συμμετέχει ενεργά στη δημόσια διαβούλευση, κάνοντας τη δική του επιστημονική παρέμβαση πάνω στο καίριο αυτό ζήτημα μέσα από τη διατύπωση μιας σειράς ενστάσεων και προτάσεων.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.

Subscribe

* indicates required
Email Format

Please select all the ways you would like to hear from Syntagma Watch:

You can unsubscribe at any time by clicking the link in the footer of our emails. For information about our privacy practices, please visit our website.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here.