Η απαγόρευση υπαίθριων συναθροίσεων και η συγκυρία

Ο Γρηγόρης Αυδίκος γράφει για την κρίσιμη ισορροπία μεταξύ των νομοθετικών πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει η Κυβέρνηση και του δικαιώματος των πολιτών σε συνάθροιση και διαμαρτυρία εν μέσω πανδημίας.

Με την απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας με αριθμό 1029/8/18- κδ’/25-01-2021 (ΦΕΚ Β΄ 242/2021) απαγορεύθηκαν όλες οι δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις στο σύνολο της Επικρατείας στις οποίες συμμετέχουν πλέον των εκατό (100) ατόμων και αυτό για το διάστημα από την Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021 και ώρα 06.00 έως και τη Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021 και ώρα 06.00. Η ίδια απόφαση, προβλέπει, παράλληλα, την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης της ανωτέρω απαγόρευσης, υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής άλλων κυρώσεων που προκύπτουν από την κείμενη νομοθεσία και συγκεκριμένα διοικητικό πρόστιμο 5.000 ευρώ αν τη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση τη διοργανώνει νομικό πρόσωπο και 3.000 ευρώ αν τη διοργανώνει φυσικό πρόσωπο και τέλος πρόστιμο 300 ευρώ στα πρόσωπα που παραβιάζουν την απαγόρευση και συμμετέχουν σε συναθροίσεις.

Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση[1] της αστυνομίας, για την έκδοση της απόφασης ελήφθησαν, μεταξύ άλλων, υπόψη: α) επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, που αφορούν στην προστασία της δημόσιας υγείας και συνίστανται στη λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση του σοβαρού κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, β) ο κίνδυνος περαιτέρω αύξησης του ρυθμού διάδοσης του κορωνοϊού από την πραγματοποίηση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων με την αθρόα συμμετοχή ατόμων, γ) η από 22-01-2021 εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας, όπου, μεταξύ άλλων, προτείνεται ως ανώτατος αριθμός συμμετεχόντων σε δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις τα (100) άτομα.

Όπως είναι γνωστό, αυτή είναι η δεύτερη φορά μέσα στην τρέχουσα πανδημία που με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας απαγορεύονται οι δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις. Υπενθυμίζεται απλώς ότι με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας με αριθ. 1029/8/18/13.11.2020 (ΦΕΚ Β΄ 5046/14.11.2020), αποφασίσθηκε, για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας, που συνίστατο στον σοβαρό κίνδυνο διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, η απαγόρευση όλων των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων στο σύνολο της Επικράτειας στις οποίες συμμετέχουν τέσσερα (4) ή περισσότερα άτομα, από 15.11.2020 και ώρα 6.00 π.μ. έως και 18.11.2020 ώρα 9.00 μ.μ., με προφανή στόχο την αναστολή των εορτασμών της επετείου του Πολυτεχνείου. Κατά της απαγόρευσης αυτής, είχε ασκηθεί αίτηση ακύρωσης (η οποία εκκρεμεί μέχρι σήμερα) και αίτηση αναστολής ενώπιον του ΣτΕ. Επί της τελευταίας εκδόθηκε η ΣτΕ ΕπΑν. 262/2020, η οποία, αφού έλαβε υπόψη, τα δεδομένα που τέθηκαν, απέρριψε την αίτηση αναστολής λόγω συνδρομής εξαιρετικώς επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 52 παρ. 6 εδάφιο δεύτερο του π.δ. 18/1989, ανεξαρτήτως του επανορθωσίμου ή μη της βλάβης των αιτούντων[2].

Τα νομικά επιχειρήματα[3] υπέρ της αντισυνταγματικότητας ή της εν γένει έλλειψης νομιμότητας του μέτρου έχουν ήδη αναπτυχθεί από τους αιτούντες την ακύρωση της απόφασης του Νοεμβρίου για την απαγόρευση των συναθροίσεων. Αναμένεται δε η απόφαση επί της σχετικής αίτησης ακύρωσης. Λίγο πολύ δε τα νομικά ζητήματα παραμένουν κοινά, αφού και η νέα απόφαση κινείται στο ίδιο πλαίσιο και αξιοποιεί τα ίδια εργαλεία (τα άρθρα 5, 11 και 25 του Συντάγματος, ιδίως σε την ερμηνευτική δήλωση του πρώτου, την παρ. 2 του άρθρου εξηκοστού όγδοου της από 20.3.2020 Π.Ν.Π., το αρ. 11 παρ. 2 της Ε.Σ.Δ.Α. και τέλος την εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού στο πλαίσιο της υποστήριξης του επιχειρήματος για την αναγκαιότητα του μέτρου).

Μόνη εξαίρεση εδώ (στην ως άνω ομοιότητα των νομικών ζητημάτων) είναι τα δεδομένα που αφορούν την αναλογικότητα του μέτρου. Και αυτό διότι η πρόσφατη απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας επιτρέπει τις συναθροίσεις μέχρι 100 άτομα, ενώ δεν είναι τα ίδια τα δεδομένα σε σχέση με τα γενικότερα μέτρα που ισχύουν στην παρούσα φάση για την αποτροπή της διάδοσης του κορωνοϊού. Στο πλαίσιο αυτό, μπορούν να υποστηριχθούν, εκατέρωθεν, πολλά. Το μόνο που σημειώνω στο σημείο αυτό είναι ότι η ελευθερία στη συλλογική έκφραση γνώμης είναι θεμελιώδης για μια συνταγματική έννομη τάξη, και στο πλαίσιο αυτό το δικαίωμα συνάθροισης είναι δομικά κατασκευασμένο ώστε να «ενοχλεί», να ασκεί πίεση μέσω της κινητοποίησης μεγάλου αριθμού ανθρώπων. Και ναι μεν, βέβαια, αναστέλλεται σε κρίσιμες περιόδους – όπως προβλέπει το Σύνταγμα – είναι όμως εξαιρετικά σημαντικό : α) η αναστολή του να εξετάζεται προσεκτικά στο πλαίσιο της αναλογικότητας του μέτρου, ιδίως όταν η απαγόρευση δεν αξιολογεί ηπιότερα εναλλακτικά μέτρα[4], β) να γίνεται με τη μέγιστη δυνατή φειδώ.

Στο πλαίσιο αυτό (της φειδούς), αυτό που, κατά την άποψή μου, έχει μια ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία σε σχέση με την απόφαση του Νοεμβρίου και στο οποίο θέλω να σταθώ, είναι το γεγονός ότι η απόφαση αυτή δεν έρχεται σε μια πολιτικά «ουδέτερη» περίοδο, στην οποία η κοινωνία απασχολείται μόνο με την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά σε μια περίοδο που την κοινή γνώμη και ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας απασχολούν σημαντικά ζητήματα στο δημόσιο διάλογο, τα οποία έχουν τεθεί στο πλαίσιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας της Κυβέρνησης (π.χ. πανεπιστημιακή αστυνομία, εν γένει αλλαγές στην εκπαίδευση κ.ά.[5]). Και αυτό διότι είναι κατανοητό να υπάρχουν περιορισμοί στο πλαίσιο της πανδημίας (π.χ. περιορισμός κυκλοφορίας, χρήση μάσκας κ.α.), είναι κατανοητό να υπερτερούν – κατά κανόνα – οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος για την προστασία της δημόσιας υγείας, δεν είναι όμως κατανοητό – τουλάχιστον όχι χωρίς αντίλογο – μέσα στο παραπάνω πλαίσιο η Κυβέρνηση να θέτει στο δημόσιο διάλογο και να καταθέτει στη διαβούλευση και προσεχώς στη Βουλή νομοσχέδια που απασχολούν έντονα την κοινωνία και στη συνέχεια να αφαιρεί από την κοινωνία το δικαίωμά της να διαμαρτυρηθεί γι’ αυτά.

Εφόσον λοιπόν, πράγματι απαιτείται ομοψυχία και ενότητα απέναντι στην πανδημία, μήπως τότε αυτή θα πρέπει να τροφοδοτείται αμφίδρομα, τόσο δηλαδή από την κοινωνία, όσο και από την Κυβέρνηση; Υπό αυτή την έννοια, ακόμα κι αν στο ελληνικό πανεπιστήμιο υπάρχουν παθογένειες, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν (με τον ένα ή τον άλλο τρόπο), έχω την αίσθηση ότι οι παθογένειες αυτές, που τόσο καρτερικά περίμεναν δεκαετίες να επιλυθούν, μπορούν να περιμένουν ακόμα μερικούς μήνες. Πολλώ δε μάλλον, αν αναλογιστεί κανείς ότι τα πανεπιστήμια έχουν αναστείλει ένα μεγάλο μέρος των εργασιών τους και ότι δεν προκύπτει, υπό τις παρούσες συνθήκες, επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης τυχόν προβλήματος ασφάλειας και τάξης σε αυτά. Τα παραπάνω εντάσσονται βέβαια, προεχόντως, στο πεδίο της πολιτικής, μπορούν όμως, κατά την άποψή μου, να συνεξεταστούν στο πλαίσιο των αντιτιθέμενων συμφερόντων, σε κάποιον τυχόν δικαστικό έλεγχο του εν λόγω μέτρου και αυτό χωρίς να θέλω να προκαταβάλω μια δικαστική κρίση – η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να είναι απορριπτική (ενόψει των πράγματι σημαντικότατων λόγων δημοσίου συμφέροντος στο πλαίσιο της πανδημίας), αλλά εμφορούμενος από την αγωνία να έχουμε μια δημοκρατία που δεν «αναστέλλεται», γεγονός που προϋποθέτει προσεκτικό έλεγχο του περιορισμού των δικαιωμάτων όλων μας.

Γρηγόρης Αυδίκος
Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου


Υποσημειώσεις:

[1] Βλ. την «Ανακοίνωση σχετικά με Απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας για το θέμα των υπαίθριων δημόσιων συναθροίσεων» προσβάσιμη στο http://www.astynomia.gr/index.php?option=ozo_content&lang=%27..%27&perform=view&id=99980&Itemid=2579&lang=

[2] Βλ. ΣτΕ ΕπΑν. 262/2020, σκ. 9. Υπενθυμίζεται ότι με βάση το άρθρο 52 του π.δ. 18/89, η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή όταν η άμεση εκτέλεσή θα προκαλέσει στον αιτούντα ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη ή αν η αίτηση ακύρωσης είναι προδήλως βάσιμη, υπό την έννοια ότι αυτή βασίζεται σε πάγια νομολογία – η οποία για το ζήτημα αυτό δεν υπάρχει – ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και πάντως όχι, όταν απλά πιθανολογείται η ευδοκίμησή της. Σύμφωνα δε με το αρ. 52 παρ. 6 του π.δ. 18/89 «Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί, αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημοσίου συμφέροντος κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες  από την ωφέλεια του αιτούντος.»

[3] Βλ. ΣτΕ ΕπΑν. 262/2020 σκ. 6. Κατά κύριο λόγο τα επιχειρήματα αυτά είναι: α) παραβίαση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Συντάγματος, και όπως αυτό συνδέεται με τη δημοκρατική αρχή, β) η  ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 5 του Συντάγματος δεν βρίσκει έδαφος εφαρμογής στις μαζικές υπαίθριες συναθροίσεις, ενόψει και του ειδικού και αποκλειστικά εφαρμοζόμενου εν προκειμένω άρθρου 11 του Συντάγματος, γ) παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, δ) παραβίαση του άρθρου 7 του ν. 4703/2020 (εκτελεστικού του άρθρου 11 του Συντάγματος νόμου) και 3, 7 και 8 του π.δ. 73/2020 (εκδοθέντος κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 4703/2020), διατάξεις, οι οποίες, κατά τους αιτούντες, υπερισχύουν ως ειδικότερες και μεταγενέστερες της παρ. 2 του άρθρου εξηκοστού όγδοου της από 20.3.2020 ΠΝΠ.

[4] Βλ. ενδεικτικά νομολογία αλλοδαπών δικαστηρίων που υποβάλουν τα μέτρα κατά της πανδημίας – ασχέτως αποτελέσματος – σε ένα τέτοιο έλεγχο σε Βλαχόπουλος Σ., Συνταγματικός μιθριδατισμός. Οι ατομικές ελευθερίες σε καιρούς πανδημίας, Αθήνα, Ευρασία, 2021.

[5] Βλ. το σχέδιο νόμου με τον τίτλο «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις», προσβάσιμο στο http://www.opengov.gr/ypepth/?p=5849, το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από 13.01.2021 έως 20.01.2021 και αναμένεται η κατάθεσή του στη Βουλή.

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

“Αναπάντεχο συναπάντημα”: Η βιντεοσκόπηση και δημοσιοποίηση της αστυνομικής δράσης από τους πολίτες

Η συνάντηση με την αστυνομία ενδέχεται να πάρει αναπάντεχη τροπή. Η βιντεοσκοπική καταγραφή της συνδέεται με την υπέρμετρη αστυνομική βία, η οποία έχει επισημανθεί επανειλημμένως. Αυτή είναι η περίπτωση που καταγγέλλεται με την πιο στεντόρεια φωνή. Αλλά το ζήτημα είναι ευρύτερο και θεμελιώδες. Αφορά τη διαφάνεια στη δράση της αστυνομίας και τη λογοδοσία των οργάνων της τάξης, την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών από τους ίδιους τους πολίτες και την αξιοπιστία της ποινικής δίκης. Εξάλλου κρίσιμη είναι η σχέση της τεχνολογίας με τα δικαιώματα, στο σύγχρονο κράτος δικαίου, όχι μόνο ως πηγή διακινδύνευσης, αλλά και ως εργαλείο προστασίας τους.

Περισσότερα

Πόσο πιστεύουμε στο Σύνταγμά μας; Σχόλια σε μια πανελλαδική έρευνα κοινής γνώμης

Συνταγματικός κυνισμός, συνταγματικός κομφορμισμός και λαϊκισμός αποτελούν διαφορετικές μορφές πρόσληψης του Συντάγματος που επιτείνουν την απαξίωσή του. Όμως, η κρισιμότερη αιτία υποβάθμισης του συνταγματικού πατριωτισμού στη χώρα μας είναι η πεποίθηση ότι το Σύνταγμα παραβιάζεται συστηματικά, και το έλλειμμα πολιτικής αξιοπιστίας που συνοδεύει αυτή την πεποίθηση.

Περισσότερα

Δημόσια υγεία και συναθροίσεις

Αυτό που επιτάσσουν η ιατρική επιστήμη και η κοινή λογική θα αρκούσε να είναι ορθολογικότερα διαρθρωμένο και πληρέστερα τεκμηριωμένο, ώστε να μην ανακύψουν ζητήματα συνταγματικότητας ενός περιορισμού που επί της ουσίας δεν αμφισβητείται από καμία πλευρά. Όμως οι αντιρρήσεις δεν είναι περί όνου σκιάς. Η τήρηση των συνταγματικών επιταγών ακόμη και υπό ακραίες συνθήκες δεν αποτελεί περιττή πολυτέλεια αλλά, εκτός των άλλων, όρο για τη διασφάλιση της κοινωνικής συναίνεσης.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.