1. Ήδη από την ανακοίνωση τον Δεκέμβριο του 2023 της κυβερνητικής πρωτοβουλίας για την εισαγωγή της επιστολικής ψήφου στην εκλογική διαδικασία, είχε προαναγγελθεί η εφαρμογή της και στις γενικές βουλευτικές εκλογές. Αν και τοποθετήθηκε χρονικά μετά τον Ιούνιο του 2024 και τη διεξαγωγή των Ευρωπαϊκών εκλογών, η εισαγωγή της επιχειρήθηκε πρόωρα με την αιφνιδιαστική κατάθεση τροπολογίας κατά την επεξεργασία του βασικού σχεδίου νόμου στην Ολομέλεια της Βουλής. Ωστόσο, στην ονομαστική ψηφοφορία δεν συγκέντρωσε τη συνταγματικά καθορισμένη αυξημένη-ειδική πλειοψηφία και, μοιραία, απορρίφθηκε. Η καθ’ ύλην αρμόδια Υπουργός Εσωτερικών θα σπεύσει πάντως να επαναλάβει την πρόθεση της κυβέρνησης να επανέλθει σύντομα.
Στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό εβδομαδιαίας πολιτικής εφημερίδας ο πρωθυπουργός επιβεβαίωσε τη βούληση της κυβέρνησης «να εφαρμόσει την επιστολική ψήφο και στις επόμενες εθνικές εκλογές τόσο για τους εντός όσο και για τους εκτός Ελλάδας εκλογείς», χαρακτήρισε μάλιστα, με έντονη δόση υπερβολής, την πρωτοβουλία «θεσμική τομή» και «επίτευγμα δημοκρατίας». Την επομένη δημοσίευμα καθημερινής πρωινής εφημερίδας (βλ. Στ. Παπαντωνίου, Στις εθνικές κάλπες με αλλαγές, εφημ. Η Καθημερινή, Παρασκευή 31 Μαΐου 2024, σ. 4) δεν περιορίστηκε απλώς να επαναλάβει τις πρωθυπουργικές δηλώσεις, αναφέρθηκε και σε ζητήματα νομοθετικής πολιτικής που φαίνεται να εξετάζει η κυβέρνηση, τη μορφή του ψηφοδελτίου και την απαιτούμενη πλειοψηφία για την υπερψήφιση του σχεδίου νόμου.
2. Η άσκηση του δικαιώματος της ψήφου στις γενικές βουλευτικές εκλογές προϋποθέτει, καταρχήν, την αυτοπρόσωπη προσέλευση στο κατάστημα ψηφοφορίας της βασικής εκλογικής περιφέρειας, όπου ο πολίτης είναι εγγεγραμμένος στους γενικούς εκλογικούς καταλόγους της [άρθρο 82 παρ. 1 του π.δ. 26/2012 (Α΄ 57)]. Το ίδιο ισχύει, κατά βάση, και για όσους εγγράφονται στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους (άρθρα 27, 82 παρ. 4 και 95 του π.δ. 26/2012) ή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εξωτερικού [άρθρα 2, όπως ισχύει, 3 και 13 του ν. 4648/2019 (Α΄ 205)]. Η εξ αποστάσεως ψηφοφορία με επιστολική ψήφο αποτελεί τον εναλλακτικό προς την αυτοπρόσωπη προσέλευση τύπο ή τρόπο έκφρασης της εκλογικής βούλησης. Ως τέτοιος, κατοχυρώνεται με ρητό ορισμό στο Σύνταγμα αποκλειστικά στην περίπτωση των εκτός Επικρατείας πολιτών, δίχως πάντως να ορίζεται και η συγκεκριμένη στιγμή ενεργοποίησης του εκλογικού σώματος που μπορεί να εφαρμοστεί (άρθρο 51 παρ. 4 πρότ. 3 Συντ.). Αντιθέτως, δεν λαμβάνεται σχετική μέριμνα για όσους βρίσκονται εντός της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, η αυτοπρόσωπη προσέλευση δεν συγκεντρώνει το ενδιαφέρον του συνταγματικού νομοθέτη.
Η παράλειψή του να κατοχυρώσει την εξ αποστάσεως ψηφοφορία με επιστολική ψήφο για τους πολίτες εντός της Επικρατείας δεν αρκεί καθαυτή για να υποστηριχθεί, ερμηνευτικά, η άποψη ότι η εισαγωγή της δεν επιτρέπεται νομοθετικά. Άλλωστε, η σχέση της με την αυτοπρόσωπη προσέλευση, ακόμα και αν φαίνεται τέτοια, δεν είναι, εντέλει, ανταγωνιστική. Οι δύο τύποι ή τρόποι άσκησης του δικαιώματος της ψήφου μπορούν νομικά και πραγματικά, να συνυπάρξουν λειτουργικά, συμβάλλοντας σημαντικά στη διεύρυνση και την, κατά το δυνατόν, ολοκλήρωση του εκλογικού σώματος, όπως επιβάλλει, μεταξύ άλλων, η αρχή της καθολικής ψηφοφορίας (άρθρο 51 παρ. 3 πρότ. 1 Συντ.). Η επιστολική ψήφος εισφέρει, επίσης, αποφασιστικά στην πραγμάτωση της δημοκρατικής αρχής με τη μορφή της λαϊκής κυριαρχίας. Η οργάνωση της εξ αποστάσεως ψηφοφορίας με επιστολική ψήφο υπόκειται πάντως στις λοιπές εκλογικές αρχές και τις επιταγές τους.
Η προκρινόμενη διαδικασία για την άσκηση επιστολικά του ενεργητικού πολιτικού δικαιώματος πρέπει, εν πρώτοις, να εγγυάται και να διασφαλίζει την ελεύθερη διαμόρφωση και τη γνήσια, άλλως την ανόθευτη, έκφραση της λαϊκής θέλησης (άρθρο 52 Συντ.). Εξάλλου, η εκλογική βούληση επιβάλλεται να εκδηλώνεται άμεσα (άρθρο 51 παρ. 3 πρότ. 1 Συντ.). Δηλαδή, ο φορέας του δικαιώματος να ψηφίζει ο ίδιος και να μη μεσολαβεί τρίτος για λογαριασμό του. Δεν επιτρέπεται, επίσης, να καταλείπεται περιθώριο πολλαπλής ψηφοφορίας, κάθε ψηφοφόρος πρέπει να έχει μία και μόνη ψήφο (άρθρο 1 παρ. 2 και 3, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 3 πρότ. 1 Συντ.). Το περιεχόμενο της προτίμησής του απαιτείται, επίσης να παραμένει μυστικό (άρθρο 51 παρ. 3 πρότ. 1 Συντ.). Κανένας άλλος να μην είναι σε θέση να το πληροφορηθεί, ακόμη και αν το επιδιώξει. Τέλος, η δυνατότητα της εξ αποστάσεως ψηφοφορίας επιτρέπει στον ψηφοφόρο να ανταποκριθεί ευχερέστερα στις επιταγές της υποχρεωτικής ψηφοφορίας (άρθρο 51 παρ. 5 Συντ.), εκφράζοντας, δίχως να μετακινηθεί, την εκλογική του βούληση.
3. Η συνταγματική κατοχύρωση της επιστολικής ψήφου, ως εναλλακτικού τύπου ή τρόπου έκφρασης της λαϊκής θέλησης, για όσους βρίσκονται ή διαμένουν εκτός της Επικράτειας συνδυάστηκε με την εξαίρεση της διαδικασίας από την αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των εκλογών, κατά νομική ακριβολογία της ταυτόχρονης διεξαγωγής της ψηφοφορίας. Στην αναθεώρηση του 2001 προβλέφθηκε ρητά ότι η αρχή δεν κωλύει την εκ μέρους τους άσκηση του δικαιώματος της ψήφου εξ αποστάσεως, αρκεί η καταμέτρηση και η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της να διενεργείται, όποτε τούτο γίνεται σε όλη τη χώρα (άρθρο 51 παρ. 4 πρότ. 3 Συντ.). Έτσι, η ψηφοφορία τους μπορεί σε όλες τις στιγμές ενεργοποίησης του εκλογικού σώματος να διεξάγεται νωρίτερα, όχι όμως αργότερα, και να διαρκεί περισσότερες της μίας ημέρες.
Ο συνταγματικός νομοθέτης αντιμετωπίζει διαφορετικά την ψηφοφορία όσων βρίσκονται εντός της χώρας στις γενικές βουλευτικές εκλογές. Ορίζει ρητά ότι διενεργούνται ταυτόχρονα σε όλη την Επικράτεια (άρθρο 51 παρ. 4 πρότ. 1 Συντ.). Ανεξαρτήτως του τρόπου ή του τύπου που θα προκριθεί νομοθετικά, προκειμένου να εκφράσουν την εκλογική προτίμησή τους, όλοι επιβάλλεται να ψηφίζουν την ίδια ημέρα. Και μπορεί να μην οριστεί ως ημέρα της η παραδοσιακά προκρινόμενη Κυριακή, η ψηφοφορία δεν επιτρέπεται όμως να διαρκέσει περισσότερες (ημέρες) και, σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμά της πρέπει να καταμετράται και να ανακοινώνεται αυθημερόν.
4. Όταν ο πολίτης προσέρχεται αυτοπροσώπως στο εκλογικό κατάστημα της βασικής εκλογικής περιφέρειας στους γενικούς εκλογικούς καταλόγους της οποίας είναι εγγεγραμμένος, ψηφίζει στις γενικές βουλευτικές εκλογές, λαμβάνοντας πλήρη σειρά εντύπων ψηφοδελτίων των συνδυασμών και ένα λευκό (άρθρο 83 παρ. 1 του π.δ. 26/2012). Για όσους εγγράφονται στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους μόνον οι ετεροδημότες επιλέγουν μεταξύ των συνδυασμών της βασικής τους εκλογικής περιφέρειας και των υποψηφίων τους (άρθρο 96 παρ. 1 του π.δ. 26/2012). Οι λοιποί, ειδικοί, εκλογείς περιορίζονται στην επιλογή συνδυασμού της εκλογικής περιφέρειας, όπου εδρεύει η υπηρεσία τους (άρθρο 83 παρ. 5 του π.δ. 26/2012). Τέλος, οι εγγεγραμμένοι στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εξωτερικού λαμβάνουν ψηφοδέλτια των συνδυασμών Επικρατείας (άρθρα 10 παρ. 1 εδ. β΄ και 13 παρ. 2 του ν. 4648/2019).
Η οργάνωση της εξ αποστάσεως ψηφοφορίας με επιστολική ψήφο στις γενικές βουλευτικές εκλογές συνέχεται άρρηκτα με τον καθορισμό των ψηφοδελτίων που θα διατίθενται στους δικαιούχους της, προκειμένου να εκφράσουν την εκλογική τους προτίμηση. Ο συνταγματικός εξουσιοδοτεί τον κοινό νομοθέτη να ορίσει μία ή περισσότερες βασικές εκλογικές περιφέρειες απόδημου Ελληνισμού (άρθρο 54 παρ. 4 πρότ. 4 Συντ.). Δηλαδή, χωρικές εκλογικές ενότητες εκτός της χώρας με οικείους συνδυασμούς και διακριτούς υποψηφίους τους. Έτσι, διασφαλίζεται πληρέστερα η γνήσια αντιπροσώπευση και η λαϊκή θέληση εκδηλώνεται, κατά το δυνατόν, ανόθευτα. Πέντε σχεδόν έτη μετά την εισαγωγή του νέου συνταγματικού ορισμού ο κοινός νομοθέτης δεν έχει ακόμη ενεργοποιηθεί. Έτσι, δεν καταλείπει άλλη δυνατότητα στους εκτός της χώρας ψηφοφόρους, υποχρεούνται ακόμη να επιλέγουν μεταξύ των ψηφοδελτίων Επικρατείας, όσων συνδυασμών μπορούν να τα καταρτίζουν, και η ψήφος τους καταμετράται στη συνολική εκλογική δύναμη καθενός.
Τα πράγματα μεταβάλλονται άρδην στην περίπτωση των ψηφοφόρων εντός της Ελλάδας που θα προκρίνουν την εξ αποστάσεως ψηφοφορία. Στο σύνολό τους είναι εγγεγραμμένοι σε γενικό εκλογικό κατάλογο. Η γνήσια αντιπροσώπευση και η ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, αλλά και η ίση αντιμετώπισή τους με τους λοιπούς ψηφοφόρους επιβάλλουν οι δικαιούχοι επιστολικής ψήφου στις γενικές βουλευτικές εκλογές να επιλέγουν μεταξύ των συνδυασμών της βασικής εκλογικής τους περιφέρειας και των υποψηφίων τους. Οι ειδικές συνθήκες εκλογής, ιδίως ως προς το υλικό που θα τους αποσταλεί, δεν αποκλείουν τη συμπερίληψη όλων, συνδυασμών και υποψηφίων, σε ενιαίο έντυπο, δηλαδή σε μορφή ψηφοδελτίου διαφορετική από το γνωστό μας επί δεκαετίες. Η εισαγωγή του δεν υπόκειται σε ειδικούς συνταγματικούς ορισμούς και ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται στην επιλογή του, αρκεί να πληροί τις επιταγές των εκλογικών αρχών που διέπουν την ψήφο και την ψηφοφορία.
Η ικανή χρονική απόσταση που μας χωρίζει, κατά την αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων, από τις επόμενες γενικές βουλευτικές εκλογές επιτρέπει το σχεδιασμό του νέου εντύπου ψηφοδελτίου δίχως οποιαδήποτε πίεση. Στο σώμα του μπορεί να προβλεφθεί, όπως φαίνεται να εξετάζεται, και χώρος, όπου ο ψηφοφόρος θα αναγράφει το συνολικό αριθμό των σταυρών προτίμησής του σε υποψηφίους. Πρόκειται για επιλογή που δεν συμβάλλει πάντως ουσιωδώς στο δηλωμένο, πολιτικά, στόχο της, δηλαδή στην αποτροπή της εκ των υστέρων και παρά τη θέληση του ψηφοφόρου προσθήκης σταυρών προτίμησης. Ανεξαρτήτως της όποιας εγγραφής θα απαιτηθεί η επιβεβαίωσή της από τον επικεφαλής του αρμόδιου οργάνου για τη διαλογή των ψήφων με τη θέση της μονογραφής του παραπλεύρως. Και στις δύο περιπτώσεις δικαιούχων της επιστολικής ψήφου, δηλαδή των πολιτών εντός και εκτός της Επικράτειας, ο κοινός νομοθέτης οφείλει να μεριμνήσει για την ανακήρυξη των συνδυασμών και των υποψηφίων τους σε χρονική στιγμή που να επιτρέπει, συνεκτιμώντας το απρόβλεπτο ή/και αστάθμητο στην πορεία εξέλιξης των πραγμάτων, το εκλογικό υλικό να φθάσει εγκαίρως στους εξ αποστάσεως ψηφοφόρους, ιδίως σε όσους δεν βρίσκονται ή δεν διαμένουν στην Ελλάδα, ώστε να εκφράσουν άνετα προτίμηση στους εκλεκτούς τους.
5. Οργανώνοντας την εξ αποστάσεως ψηφοφορία με επιστολική ψήφο, ο κοινός νομοθέτης οφείλει ως λειτουργός της Πολιτείας να εγγυηθεί και να διασφαλίσει την ελεύθερη διαμόρφωση και τη γνήσια έκφραση της λαϊκής θέλησης. Πρόκειται για τις ισότιμες συνιστώσες της θεμελιώδους εκλογικής αρχής του άρθρου 52 Συντ. Με την υπέρτερη τυπική της ισχύ και την ευρεία κανονιστική της εμβέλεια καταλαμβάνει στο σύνολό τους τις διακριτές, κατά βάση, φάσεις της εκλογικής διαδικασίας.
Η ψηφοφορία από φορείς του βασικού πολιτικού δικαιώματος εντός της χώρας και ανεξαρτήτως του αριθμού τους σε χρονική στιγμή κατά την οποία δεν έχει ακόμη εκφράσει την προτίμησή της η συντριπτική πλειονότητα των μελών του εκλογικού σώματος μπορεί, τουλάχιστον εφόσον δημοσιοποιηθούν από τους ίδιους οι επιλογές τους, να καθορίσει ή, έστω, να επηρεάσει τις αποφάσεις των λοιπών ψηφοφόρων. Και τούτο, επειδή η προεκλογική περίοδος βρίσκεται σε εξέλιξη και στη διάρκειά της, έστω και κατ’ εξαίρεση, διαμορφώνονται ή/και οριστικοποιούνται οι επιλογές σε συνδυασμό και υποψηφίους του. Αλλά και οι πολίτες εκτός της Επικράτειας πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους ικανό και επαρκή χρόνο, προκειμένου να αποφασίσουν για τους εκλεκτούς τους, συνδυασμό και υποψηφίους του.
Οι ψηφοφόροι εντός ή εκτός της Επικράτειας εκφράζονται γνήσια, όταν έχουν καταλήξει ελεύθερα στις προτιμήσεις τους. Η στιγμή ωρίμανσης της εκλογικής τους βούλησης δεν είναι η ίδια για όλους, καθένας αποφασίζει και οριστικοποιεί την εκλογική του βούληση σε διαφορετικό χρόνο. Ο κοινός νομοθέτης μπορεί να ορίσει μόνον το απώτατο (χρονικά) σημείο αποστολής του φακέλου με το σταυροδοτημένο ψηφοδέλτιο, τότε πρέπει να θεωρείται ότι ψηφίζει ο εκλογέας, σε χρονική εγγύτητα προς την, κατά περίπτωση, ημέρα διεξαγωγής της ψηφοφορίας. Για τους πολίτες εντός της χώρας, πρέπει, κατά την ορθότερη ερμηνευτικά προσέγγιση, να συμπίπτει με τη λήξη της προεκλογικής περιόδου. Δεδομένου ότι η ψηφοφορία όσων βρίσκονται ή διαμένουν εκτός της Επικράτειας μπορεί να διεξάγεται και νωρίτερα, ο κρίσιμος χρόνος επιτρέπεται να διαφοροποιηθεί αναλόγως και να οριστεί νωρίτερα, δίχως όμως να αποστεί δυσανάλογα προς την επιβαλλόμενη και συνταγματικά εγγύτατα. Και υπό τις παραλλαγές ψηφοφόρων, ο φάκελός τους θα παραληφθεί από το αρμόδιο όργανο, το πιθανότερο, μετά την ολοκλήρωση της αντίστοιχης ψηφοφορίας και τη διαλογή των ψηφοδελτίων όσων προσέρχονται αυτοπροσώπως. Τούτο μπορεί να καθυστερήσει την οριστικοποίηση και την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων, όμως δεν αρκεί καθαυτό για να ασκήσει ουσιώδη επίδραση στην κατανομή των βουλευτικών εδρών και πάντως για να την ανατρέψει.
6. Το εκλογικό σύστημα υπό τη στενή έννοια του όρου είναι η, μαθηματική, μέθοδος μετασχηματισμού της εκφρασμένης λαϊκής θέλησης σε εκπροσώπηση στα αντιπροσωπευτικά σώματα. Όσα ζητήματα μας απασχόλησαν παραπάνω για την οργάνωση της εξ αποστάσεως ψηφοφορίας με επιστολική ψήφο στις γενικές βουλευτικές εκλογές ανήκουν, θεματικά και συστηματικά, στο εκλογικό σύστημα υπό την ευρεία έννοιά του. Η ρυθμιζόμενη ύλη στο σύνολό της συγκροτεί την, εν γένει, εκλογική διαδικασία, εντάσσεται, παραδοσιακά, στα δύο Βιβλία της εκλογικής νομοθεσίας και για τους πολίτες που βρίσκονται ή διαμένουν εντός της χώρας οι ισχύουσες διατάξεις της περιλαμβάνονται στο κωδικοποιητικό π.δ. 26/2012. Κάθε τροποποίησή τους, δηλαδή η κατάργηση ή η συμπλήρωση ή, εν γένει, η αντικατάσταση των ορισμών τους, επιβάλλει τυπικό νόμο και για την υπερψήφισή του θα απαιτηθεί, τουλάχιστον, η συγκέντρωση της απόλυτης πλειοψηφίας των παρόντων στη συνεδρίαση βουλευτών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός τετάρτου (1/4) του όλου αριθμού τους (άρθρο 67 εδ. α΄ Συντ.). Τέλος, η εξαίρεση των γενικών βουλευτικών εκλογών από τις επιταγές της αρχής της ταυτόχρονης διενέργειάς τους εντός της χώρας, η κατοχύρωσή της δεν απαιτείται πάντως για την εισαγωγή της επιστολικής ψήφου, προϋποθέτει τη συνταγματική αναθεώρηση.
Αντιθέτως, η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος, ορθότερα του δικαιώματος της ψήφου, από τους εκλογείς εκτός της Επικρατείας συνδέεται συνταγματικά, ήδη από το 1975, με την προώθηση οργανικού νόμου και, μεταγενέστερα, από το 2001 με την απαίτηση της υπερψήφισής του από την αυξημένη-ειδική πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή συνολικά τουλάχιστον διακοσίων (200). Η συγκέντρωση της ίδιας πλειοψηφίας επιβάλλεται, επίσης, για τον ορισμό μιας ή περισσότερων (βασικών) εκλογικών περιφερειών απόδημου Ελληνισμού, συνεπεία του δε την κατάρτιση σε αυτές συνδυασμών και την ανακήρυξή τους, όπως και των υποψηφίων τους. Συνεπώς, η οργάνωση της εξ αποστάσεως ψηφοφορίας με επιστολική ψήφο για τη συγκεκριμένη, ευάριθμη, κατηγορία πολιτών και για κάθε επιμέρους ζήτημα που συνθέτει την εκλογική της διαδικασία προϋποθέτει και απαιτεί ευρύτερες, κοινοβουλευτικά, συναινέσεις.
7. Η εξουσιοδότηση στον κοινό νομοθέτη να οργανώσει την ψηφοφορία των εκτός Επικρατείας πολιτών παρέχεται στην ενότητα του Συντάγματος με τις διατάξεις του για την ανάδειξη και τη συγκρότηση της Βουλής. Η θεματική ένταξή της επιτρέπει, ενδεχομένως, να υποστηριχθεί ότι στην απαίτηση της αυξημένης-ειδικής πλειοψηφίας υπόκειται αποκλειστικά η συμμετοχή στις γενικές βουλευτικές εκλογές. Αν αυτή ήταν πράγματι η αληθής βούλησή του, ο συνταγματικός νομοθέτης θα το είχε ορίσει ρητά, όπως ακριβώς προκρίνει το 1975 στο τότε πρώτο εδάφιο, ήδη δε στην πρώτη πρόταση, της παρ. 4 του άρθρου 51 Συντ., προβλέποντας ότι οι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται ταυτόχρονα σε ολόκληρη την Επικράτεια.
Αντιθέτως, η δεύτερη και η τρίτη πρόταση της ισχύουσας συνταγματικής διάταξης, αμφότερες εισάγονται ή διαμορφώνονται το 2001, αναφέρονται γενικά στο εκλογικό δικαίωμα όσων πολιτών βρίσκονται έξω από την Επικράτεια. Η επιλογή της στενότερης διατύπωσης, εκλογικό δικαίωμα, αντί της ευρύτερης και ορθής δικαίωμα της ψήφου, περιορίζει θεματικά και οριοθετεί δεσμευτικά τις στιγμές ενεργοποίησης του εκλογικού σώματος που διέπονται κανονιστικά από τη συνταγματική επιταγή. Ασκώντας το εκλογικό τους δικαίωμα, οι φορείς του αναδεικνύουν τους εκπροσώπους τους στα αντιπροσωπευτικά σώματα. Συνεπώς, ο οργανικός νόμος καταλαμβάνει σύμφωνα με τη διατύπωση, δηλαδή το γράμμα, της εξουσιοδοτικής διάταξης, εκτός των γενικών βουλευτικών και τις Ευρωπαϊκές εκλογές. Οι τελευταίες υπόκεινται στη συνταγματική απαίτηση της αυξημένης-ειδικής πλειοψηφίας υπερψήφιση του οργανικού τους νόμου.
Ο ν. 5083/2024 (Α΄ 12), στον οποίο οργανώνεται η εξ αποστάσεως ψηφοφορία με επιστολική ψήφο για τους εκτός της χώρας πολίτες στις Ευρωπαϊκές εκλογές και το δημοψήφισμα, δεν υπερψηφίστηκε από, τουλάχιστον, διακόσιους (200) βουλευτές. Η συγκέντρωσή τους επιβάλλεται συνταγματικά, αποτελεί στοιχείο της προβλεπόμενης διαδικασίας παραγωγής του τυπικού νόμου και αναφέρεται στην εσωτερική τυπική συνταγματικότητα. Η διαπίστωση της συμμόρφωσης στις επιταγές του οικείου συνταγματικού κανόνα ανάγεται στα interna corporis της Βουλής. Γι’ αυτό, δεν είναι επιτρεπτός ο δικαστικός έλεγχος και, μοιραία, η προσβολή των πράξεων εφαρμογής του (οργανικού νόμου), επειδή δεν υπερψηφίστηκε από την αυξημένη-ειδική πλειοψηφία. Έτσι, τυχόν αμφισβήτησή τους δικαστικά, δεν θα κριθεί παραδεκτή δικονομικά από τον ακυρωτικό δικαστή. Αντιθέτως, συνιστά, κατά την κρατούσα άποψη, λόγο που θα δικαιολογούσε την αναπομπή του ψηφισμένου σχεδίου νόμου πριν από τη δημοσίευσή του. Ωστόσο, η νομοθετική προεδρική αρμοδιότητα δεν ασκήθηκε.
Θανάσης Γ. Ξηρός
Αναπληρωτής Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΑΣΕΙ-ΣΣΕ