Με μια ιστορική σειρά αποφάσεων της Ολομελείας του (ΣτΕ Ολομ 1439-1443/2020) το Συμβούλιο της Επικρατείας έδωσε πρόσφατα τέλος στο ζήτημα των αναδρομικών των συνταξιούχων για περικοπές των συντάξεων και δώρων τους που έλαβαν χώρα με μνημονιακούς νόμους από το 2012 εφεξής. Το ΣτΕ περιόρισε το χρονικό εύρος διεκδίκησης αναδρομικών στο 11μηνο, με επίγνωση του δημοσιονομικού κόστους.
Οι αποφάσεις αυτές αφορούν τους λεγόμενους «παλαιούς συνταξιούχους», ήτοι αυτούς που είχαν συνταξιοδοτηθεί πριν από την ασφαλιστική μεταρρύθμιση του νόμου Κατρούγκαλου (ν.4387/2016), και ειδικότερα τους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΝΑΤ κ.ά – πλέον ΕΦΚΑ) και όχι του δημόσιου τομέα (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους- ΓΛΚ), για τους οποίους αναμένεται σχετική απόφαση από το αρμόδιο δικαστήριο, το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Υπολογίζεται ότι άνω των 200.000 συνταξιούχων προσέφυγαν πανελλαδικά σε δικαστήρια της ουσίας για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων λόγω των μνημονιακών περικοπών που υπέστησαν στις κύριες και επικουρικές τους συντάξεις καθώς και λόγω κατάργησης των δώρων τους, στρεφόμενοι κατά του ελληνικού δημοσίου.
2015: Η Πρώτη Δικαίωση (ΣτΕ Ολ 2287-8/2015)
Μια πρώτη δικαστική δικαίωση ήρθε πριν από πέντε χρόνια, τον Ιούνιο του 2015. Τότε, η Ολομέλεια του ΣτΕ υπό την Προεδρία Ρίζου έκρινε σε πιλοτική δίκη ότι οι σχετικές περικοπές των νόμων 4051 (A’40) και 4093 (A’222) του 2012, που ετέθησαν σε εφαρμογή του Β’ Μνημονίου Συνεννόησης, ήταν αντισυνταγματικές, λόγω αντίθεσης στις αρχές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ισότητας στα δημόσια βάρη, της κοινωνικής αλληλεγγύης, του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση και της αναλογικότητας (άρθρα 2 παρ.1, 4 παρ.1 και 5, 22 παρ.5, και 25 παρ.1 και 4 και 106 παρ.1Σ) καθώς και στο δικαίωμα στην περιουσία (άρθρο 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ).
Ωστόσο, το Δικαστήριο τότε, έχοντας πλήρη επίγνωση του δημοσιονομικού κόστους που θα συνεπάγονταν η συμμόρφωση της διοίκησης στις αποφάσεις του, περιόρισε δικονομικά[1] τα αποτελέσματα των αποφάσεών του για το μέλλον (ex nunc), ήτοι από το χρόνο δημοσίευσης των αποφάσεών του, και όχι αναδρομικά. Εξαιρέθηκαν βέβαια από τον περιορισμό αυτόν και άρα δικαιούνταν πλήρη αναδρομικά οι ενάγοντες και όσοι συνταξιούχοι είχαν ασκήσει εγκαίρως, μέχρι δηλαδή τον Ιούνιο του 2015, ένδικα βοηθήματα ή μέσα.
Για τους λοιπούς συνταξιούχους ο δικαστικός αγώνας διεκδίκησης των αναδρομικών συνεχίσθηκε αμείωτος επί πενταετία, με τα δικαστήρια της ουσίας να δικαιώνουν μερικώς τους ενάγοντες βάσει ιδίως της ανωτέρω νομολογίας του ΣτΕ[2].
2016-2019: Ο Νόμος Κατρούγκαλου (Ν 4387/2016) και οι ΣτΕ 1880-91/2019
Έντεκα μήνες μετά την έκδοση των ανωτέρω πιλοτικών αποφάσεων του ΣτΕ, τέθηκε σε ισχύ ο Νόμος Κατρούγκαλου (Ν.4387/2016- Α’85/12.5.2016), με τον οποίο επιχειρήθηκε εκ νέου μεταρρύθμιση του πολύπαθου ασφαλιστικού συστήματος. Μεταξύ άλλων, ο νόμος αυτός ενέταξε όλα τα ασφαλιστικά ταμεία υπό τη σκέπη του ΕΦΚΑ (Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης), άλλαξε τον τρόπο υπολογισμού ασφαλιστικών εισφορών μισθωτών και άμισθων και των απονεμόμενων κύριων και επικουρικών συντάξεων ενώ προέβλεψε και τη συνέχιση καταβολής των κύριων συντάξεων στο ύψος που αυτές είχαν διαμορφωθεί κατόπιν των ανωτέρω περικοπών των αντισυνταγματικών διατάξεων των ν.4051 και 4093/12.
Ο σκληρός πυρήνας του Νόμου Κατρούγκαλου κρίθηκε τελικά αντισυνταγματικός[3] από το Συμβούλιο της Επικρατείας τον Οκτώβριο του 2019 με τις αποφάσεις Ολομελείας ΣτΕ 1880-91/2019. Οδήγησε δε, το νομοθέτη, στην εκ νέου ασφαλιστική μεταρρύθμιση του Νόμου Βρούτση (Ν.4670/2020-Α’43/28.2.2020). Με τον Νόμο Βρούτση επιχειρήθηκε, μεταξύ άλλων, συμμόρφωση με τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 1880-91/2019, κυρίως ως προς το θέμα του υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών και των απονεμόμενων συντάξεων. Στα πλαίσια αυτά δόθηκαν πρόσφατα αναδρομικά στους δικαιούχους συνταξιούχους για το διάστημα που μεσολάβησε από την έκδοση των ανωτέρω αποφάσεων μέχρι σήμερα[4].
Ωστόσο, η ανωτέρω πρόβλεψη του Νόμου Κατρούγκαλου για τις κύριες συντάξεις, ήτοι τη συνέχιση καταβολής τους με τις περικοπές των Ν.4051 και 4093, κρίθηκε συνταγματική από το ΣτΕ, παρά την αντίθετη κρίση του ιδίου δικαστηρίου το 2015.
2020: Η Σολομώντειος Λύση του ΣτΕ (ΣτΕ Ολ 1439-1443/2020)
Στις πολυαναμενόμενες αποφάσεις της 14ης Ιουλίου 2020, η Ολομέλεια του ΣτΕ υπό την Προεδρία Ράντου, προσφάτως αποχωρήσαντος από το δικαστικό σώμα, επιχείρησε να δώσει μια σολομώντειο λύση στο μακροχρόνιο θέμα των αναδρομικών των συνταξιούχων, σταθμίζοντας τα αντικρουόμενα συμφέροντα.
Ειδικότερα, το ΣτΕ, έχοντας συσσωρεύσει το βάρος μιας σειράς αποφάσεών του με σοβαρό δημοσιονομικό κόστος κατά τη διάρκεια της κρίσης[5] αλλά και με πλήρη δημοσιονομική επίγνωση για το ύψος των αποζημιώσεων για το διεκδικούμενο φάσμα αναδρομικών του συνόλου των δικαιούχων συνταξιούχων, ανερχόμενο -ετησίως μόνο- στα 4 δις ευρώ (!)[6] προέβη σε μια χρυσή τομή.
Έτσι, στις ΣτΕ Ολ 1439-40/2020 (Εισηγητής: Γ.Τσιμέκας) η Ολομέλεια αφενός αναγνώρισε το διατακτικό της πρώτης- ιστορικής του απόφασης 2287/2015 με την οποία κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι σχετικές περικοπές, με τα αποτελέσματα της απόφασης να ανατρέχουν ωστόσο από τον Ιούνιο του 2015 εφεξής. Αφετέρου περιόρισε εκ νέου και εν τοις πράγμασι τα αποτελέσματα της αποφάσεώς του αυτή τη φορά ωστόσο θέτοντας ένα απώτατο χρονικό όριο διεκδικήσεων, τη θέση σε ισχύ το νόμου Κατρούγκαλου, ήτοι το Μάιο του 2016.
Νομικό έρεισμα αυτού του χρονικού περιορισμού ήταν αυτή τη φορά μια διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου[7], με την οποία διατηρήθηκαν οι ανωτέρω αντισυνταγματικές περικοπές και μετά την ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2016.
Με αυτή ωστόσο τη νομική κατασκευή το ΣτΕ ουσιαστικά επικυρώνει τη διατήρηση των ανωτέρω περικοπών και υπό το νέο ασφαλιστικό καθεστώς, αντιφάσκωντας ως προς τις κρίσεις που είχε εμφατικά διατυπώσει προ πενταετίας. Ratio αυτής της κατασκευής φαίνεται ότι είναι λόγοι δημοσιονομικής επίγνωσης[8], καθώς είτε σε περίπτωση νομοθετικής συμμόρφωσης είτε σε περίπτωση νέου κύματος δικαστικών προσφυγών οι δημοσιονομικές επιπτώσεις είναι δυσθεώρητες.
Ο αυτοπεριορισμός του ΣτΕ, που εκδηλώνεται πλέον όχι σε επίπεδο δικονομικό όπως το 2015 αλλά ουσιαστικό, τελικά έχει διττή λειτουργία: αφενός αναγνωρίζει ένα χρονικό παράθυρο δικαστικών διεκδικήσεων αναδρομικών για τους ενάγοντες, αφετέρου δε – ιδίως- αποφορτίζει το νομοθέτη από το τεράστιο κόστος τυχόν πλήρους ικανοποίησης των αιτημάτων και τυχόν δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Περαιτέρω, φαίνεται ότι δημιουργούνται πλέον τρεις κατηγορίες συνταξιούχων[9], ήτοι α) όσοι είχαν προσφύγει μέχρι τον Ιούνιο του 2015, που δικαιούνταν πλήρη αναδρομικά μέχρι τότε, β) όσοι προσέφυγαν μέχρι τον Ιούλιο 2020 (πλειοψηφία) που δικαιούνται αναδρομικά για το διάστημα Ιούνιος 2015-Μάιος 2016 και γ) όσοι δεν προσέφυγαν ήδη, που ενδεχομένως χρειαστεί να προσφύγουν δικαστικά.
Συμπεράσματα
Εν αναμονή των τελικών εξαγγελιών της κυβέρνησης σχετικά με την επιστροφή των αναδρομικών του 11μηνου στο σύνολο των 2,5 εκατομμυρίων συνταξιούχων με πολιτική απόφαση, φαίνεται ότι ο δικαστικός επίλογος της υπόθεσης των αναδρομικών στο ΣτΕ αντισταθμίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα αδύνατα. Λειτουργώντας ως ένα de facto συνταγματικό δικαστήριο, σε μια εποχή που η Ελλάδα δεν έχει ακόμη διαφύγει του κινδύνου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, το Συμβούλιο της Επικρατείας περιορίζει ένα τεράστιο δημοσιονομικό κόστος για το κράτος ενώ παράλληλα αναγνωρίζει και ένα περιθώριο δικαστικών διεκδικήσεων.
Υποσημειώσεις:
[1] Άρθρο 50 παρ.3β’ πδ 18/1989
[2] Βλ όλως ενδεικτικά ΜονΔιοικΠρΘεσ 3037/2018, ΜονΔιοικΠρωτΑθ 3429/2018, ΜονΔιοικΠρωτΑθ 19350/2018, ΜονΔιοικΠρωτΑθ 13021/2018, ΜονΔιοικΠρωτΑθ 512/2019, ΔιοικΕφΑθ 647/2019.
[3] Βλ A.Τσιφτσόγλου, Όταν το ΣτΕ Καταρρίπτει το Νόμο Κατρούγκαλου, Syntagma Watch, 10.10.2019
[4]Ρ.Σαλούρου, Στις 9 Ιουλίου τα Αναδρομικά των Αυξήσεων στις Επικουρικές, Καθημερινή, 23.06.2020
[5] Πέραν των ΣτΕ Ολ 2287-8/2015, χαρακτηριστικές είναι οι αποφάσεις για τις μισθολογικές περικοπές των ενστόλων (ΣτΕ Ολ 2192-2196/2014 και 1125/2016, των γιατρών του ΕΣΥ (ΣτΕ Ολ 431/2018) αλλά και για την κατάργηση των δώρων Χριστουγέννων-Πάσχα σε μισθωτούς του Δημόσιου Τομέα (ΣτΕ Στ’ Τμήμα 2626/2018), που ωστόσο τελικά ανατράπηκε από την απόφαση 1307/2019 της Ολομελείας.
[6] Πυροδοτήθηκε η «βόμβα» 4 δισ. από τα αναδρομικά συνταξιούχων, Ναυτεμπορική, 15.7.2020
[7] Άρθρο 14 παρ. 2 περ.α’ Ν. 4387/2016, σύμφωνα με το οποίο “Μέχρι τις 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014, σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες διατάξεις(…)”, ήτοι με τις επελθούσες μειώσεις
[8] Βλ ιδίως την ανάλυση του Ευ.Βενιζέλου, Η Οικονομική Κρίση ως Δικανική Πρόκληση, 2020, 79επ
[9] Βλ τις ΣτΕ Ολ 1441-3/2020 (Εισηγήτρια: Α.Καλογεροπούλου), όπου και οι χρονικές διακρίσεις.
Άννα Τσιφτσόγλου
Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου Νομικής Αθηνών, Δικηγόρος παρ’Αρείω Πάγω και ΣτΕ