Ο κ. Στέφανος Κασσελάκης εξελέγη κατά τον δεύτερο γύρο των εσωκομματικών εκλογών του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αρχηγός του, κόμμα το οποίο μετά τις τελευταίες γενικές βουλευτικές εκλογές κατέχει τις 47 έδρες στην Βουλή και αποτελεί το δεύτερο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα και πρώτο μη κυβερνητικό και ως τέτοιο είναι το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Υπό διαφορετικές συνθήκες θα ήταν αυτονόητο ότι ο νεοεκλεγείς Αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα θεωρείτο αυτομάτως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Είναι οι συνθήκες τέτοιες που επιτρέπουν ένα τέτοιο συμπέρασμα; Όχι άνευ ετέρου.
Οι εσωκομματικές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου 2023 για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, πέραν των λοιπών ιδιαιτεροτήτων τους όσον αφορά την υποψηφιότητα Κασσελάκη, οι οποίες είναι καθαρά πολιτικού χαρακτήρα και δεν θα σχολιασθούν εδώ, ανέδειξαν ένα καινοφανές γεγονός, το οποίο δεν έχει όμοιό του κατά τη μεταδικτατορική μας ιστορία, ενώ δεν γνωρίζω ανάλογο φαινόμενο και προδικτατορικά. Ο Αρχηγός του πρώτου σε δύναμη κόμματος της Αντιπολίτευσης δεν έχει την ιδιότητα του Βουλευτή. Ανάλογες περιπτώσεις υπήρξαν στο παρελθόν με μικρότερα κόμματα, το ΚΚΕ εσωτερικού, την Εθνική Παράταξη, τη Δημοκρατική Ανανέωση και πιο πρόσφατα το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, κανένα, όμως, από τα παραπάνω δεν ήταν κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ούτως ώστε να συγκρίνεται με την τωρινή περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Συγκρίσιμη αλλά όχι ίδια ήταν η περίπτωση της υποψηφιότητας του σημερινού και τότε Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολου Τζιτζικώστα στις εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη Αρχηγού της ΝΔ το 2015-2016, ο οποίος ήταν εξωκοινοβουλευτικός, αλλά τελικά δεν εξελέγη Αρχηγός του κόμματος και δεν ετέθη το ζήτημα εάν μπορεί να θεωρηθεί Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 2 του Κανονισμού της Βουλής (ΚτΒ) ο Αρχηγός του Κόμματος (σ.σ. το οποίο μπορεί να συγκροτήσει κατά το άρθρο 15 ΚτΒ Κοινοβουλευτική Ομάδα) θεωρείται (σ.σ. αυτοδικαίως) και Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας (ΚΟ) του Κόμματός του, αν είναι Βουλευτής. Το άρθρο 17 παρ. 1 ΚτΒ ορίζει ότι οι Κοινοβουλευτικές Ομάδες εκπροσωπούνται από τους Προέδρους τους. Αν και δεν ορίζεται ρητά, παρέπεται ότι σε περίπτωση που ο Αρχηγός του κόμματος δεν έχει εκλεγεί Βουλευτής, τον Πρόεδρό της αναδεικνύει η Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος σύμφωνα με εσωτερική διαδικασία, χωρίς να ορίζει κάτι γι’ αυτήν ο ΚτΒ, αφήνοντάς την στο εσωτερικό των ΚΟ.
Συνεπεία των ανωτέρω η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει ορίσει τον Πρόεδρό της κατόπιν εκλογής, ο οποίος είναι ο Βουλευτής Β΄ Θεσσαλονίκης κ. Σωκράτης Φάμελλος. Σε περίπτωση παραίτησης του τελευταίου μετά την εκλογή του νέου Αρχηγού του κόμματος, η ΚΟ του κόμματος θα πρέπει να εκλέξει νέο Πρόεδρο αυτής, ο οποίος θα πρέπει να είναι ένας εκ των μελών της και εκλεγμένων Βουλευτών του κόμματος, συμπεριλαμβανομένου και του πρώην Προέδρου του Κόμματος και Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Αν και ο ΚτΒ δεν επιβάλλει ρητά ως τρόπο ανάδειξης την εκλογή του Προέδρου της ΚΟ ενδείκνυται η εκλογή του Προέδρου της ΚΟ από τα μέλη της, όπως συνέβη κατά την εκλογή του κ. Φάμελλου, αλλά και στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο με την εκλογή του κ. Κατρίνη.
Το θέμα όμως του εάν ο μη κοινοβουλευτικός Αρχηγός του μεγαλύτερου κοινοβουλευτικού κόμματος που δεν συμμετέχει στην Κυβέρνηση αποτελεί κατ’ ανάγκην τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν εξαντλείται εδώ.
Ο όρος «Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης», αν και είναι όρος που προσδίδει ιδιαίτερη θεσμική σημασία στον φορέα του, κατατάσσοντάς τον κατά το πρωτόκολλο εθιμοτυπίας ως τέταρτο πολιτειακό παράγοντα μετά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής, δεν προβλέπεται στο Σύνταγμα παρά μόνο στον Κανονισμό της Βουλής και σε άλλες διατάξεις της κοινής νομοθεσίας. Μοναδική περίπτωση συνταγματικής αναφοράς του όρου ήταν στο παλιό άρθρο 39 Σ περί Συμβουλίου της Δημοκρατίας, το οποίο καθόριζε και τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ως ένα εκ των μελών του. Η διάταξη του άρθρου 39 Σ καταργήθηκε, όμως, με την συνταγματική αναθεώρηση του 1986. Πέραν τούτου δεν γίνεται αναφορά στο συνταγματικό κείμενο γι’ αυτό τον όρο. Συνακόλουθα, θα πρέπει να αναζητήσουμε στον ΚτΒ τον ορισμό ή προσδιορισμό του αξιώματος του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Το άρθρο 20 ΚτΒ ορίζει ότι ο Πρόεδρος της μεγαλύτερης σε δύναμη Κοινοβουλευτικής Ομάδας που δεν μετέχει στην Κυβέρνηση αποκαλείται Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και έχει τα ιδιαίτερα δικαιώματα που του αναγνωρίζει ο Κανονισμός της Βουλής και οι κείμενες διατάξεις. Κατά συνέπεια η εν λόγω διάταξη όχι μόνο προσδιορίζει αλλά ορίζει ρητά ποιος είναι ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τουλάχιστον εντός του Κοινοβουλίου και επ’ αυτού δεν μπορεί να αντιταχθεί κάτι άλλο, δεδομένου ότι το Σύνταγμα σιωπά, ενώ εάν υπήρχε αντίθετη διάταξη κοινού νόμου, αυτή θα υποχωρούσε ερμηνευτικά έναντι του άρθρου 20 ΚτΒ, ο οποίος (Κανονισμός) σε θέματα λειτουργίας του Κοινοβουλίου έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων (πρβλ. και άρθρο 65 Σ).
Με βάση τα ανωτέρω ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εντός του Κοινοβουλίου είναι ο Πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που αυτή την στιγμή είναι ο Βουλευτής του κόμματος κ. Σωκράτης Φάμελλος ή, σε περίπτωση ανάδειξης νέου, αυτός που θα αναδείξει εκ νέου η ΚΟ του κόμματος.
Αυτή είναι η κατά την εδώ υποστηριζόμενη άποψη από πλευράς ουσιαστικού Συντάγματος ορθή απάντηση στο ερώτημα ποιος θα είναι ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης μετά την εκλογή του εξωκοινοβουλευτικού κ. Κασσελάκη στην ηγεσία του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Βεβαίως, στην παραπάνω καθαρά νομική τοποθέτηση μπορεί να αντιταχθεί ότι ο Αρχηγός του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης θα πρέπει να θεωρείται και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Μία τέτοια άποψη, η οποία αποτελεί και έκφραση αμηχανίας ενώπιον του καινοφανούς φαινομένου, μπορεί να είναι βολική δημοσιογραφικά ή και πολιτικά, ούτως ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να μην εκπροσωπείται εκτός Βουλής από δύο Αρχηγούς, έναν ως τον Αρχηγό του κόμματος και έναν που θα αποτελεί τον θεσμικό παράγοντα του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δεν ανταποκρίνεται όμως στα όσα ορίζει ο ΚτΒ ως νομικό κείμενο του ουσιαστικού Συντάγματος. Η άποψη ότι ο κοινοβουλευτικός νομοθέτης δεν είχε υπόψη του στο άρθρο 20 ΚτΒ ένα τέτοιο ενδεχόμενο πρέπει να αποκλειστεί ενόψει του άρθρου 16 παρ. 2 ΚτΒ που, όπως προαναφέρθηκε, προβλέπει ότι μόνο σε περίπτωση σύμπτωσης στο ίδιο πρόσωπο των ιδιοτήτων του Αρχηγού κόμματος και του Βουλευτή αποτελεί ο Αρχηγός του κόμματος αυτοδικαίως τον Πρόεδρο της ΚΟ του κόμματος. Από e contrario ερμηνεία συνάγεται ότι ο ΚτΒ δεν επιθυμεί ο μη κοινοβουλευτικός Αρχηγός να είναι και Πρόεδρος της ΚΟ. Ούτε μπορεί να καταστεί λειτουργική η άποψη ότι ο νεοεκλεγείς εξωκοινοβουλευτικός Αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είναι Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εκτός Κοινοβουλίου και ο Πρόεδρος της ΚΟ του ιδίου κόμματος ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εντός Κοινοβουλίου.
Η εδώ υποστηριζόμενη άποψη ανταποκρίνεται και στην παράδοση άλλων χωρών όπως η Γερμανία ή οι ΗΠΑ, πρέπει, όμως, να επισημάνουμε ότι οι διαφορές στο πολιτικό σύστημα αυτών των χωρών με το αντίστοιχο της χώρας μας σχετικοποιεί τη σύγκριση με αυτές.
Βέβαια, δεδομένου ότι ο κ. Κασσελάκης ήταν υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην ένατη θέση κατά τις τελευταίες εκλογές, το θέμα μπορεί να λυθεί και πολιτικά και νομικά εάν συντρέξουν σωρευτικά δύο προϋποθέσεις: να παραιτηθεί ένας εκ των τριών εκλεγέντων Βουλευτών Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και να μην αποδεχθούν την εκλογή τους οι επιλαχόντες υποψήφιοι από τις θέσεις 4 έως 8 του ψηφοδελτίου Επικρατείας, ούτως ώστε να εκλεγεί Βουλευτής ως έκτος επιλαχών υποψήφιος ο κ. Κασσελάκης. Πέραν του ότι η υλοποίηση ενός τέτοιου σεναρίου, που προϋποθέτει την πλήρωση και των δύο προϋποθέσεων, είναι εξαιρετικά δύσκολη, εκτιμώ ότι δεν είναι στις προθέσεις του κ. Κασσελάκη για τους δικούς του λόγους, τουλάχιστον προσώρας, η εκλογή του στην Βουλή και η ανάδειξή του σε Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εντός της Βουλής.
Χαράλαμπος Τσιλιώτης
Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Διευθυντής Ινστιτούτου Διαφάνειας και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου, Μέλος Επιτροπής Συνταγματικών Δικαιωμάτων ΔΣΑ