Στις 9 Ιουνίου 2022 ολοκληρώθηκε η συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών με τίτλο «Σύστημα στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και άλλες διατάξεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα» (ΦΕΚ 112 A’/14.06.2022).
Ο ν. 4940/2022 αποσκοπεί στη «βελτίωση της λειτουργίας των υπηρεσιών και φορέων του δηµόσιου τοµέα µέσω µιας ολοκληρωµένης προσέγγισης για την ανάπτυξη και ενδυνάµωση του ανθρώπινου δυναµικού και την εισαγωγή της έννοιας της αυτοαξιολόγησης» (άρθρο 1). Βάσει του αντικειμένου του (άρθρο 2), ο νέος νόμος διαρθρώνεται σε πέντε Μέρη (άρθρα 3-35)[1] που αφορούν: Α) στον καθορισμό ενός ενιαίου πλαισίου δεξιοτήτων στη δημόσια διοίκηση, Β) τη θέσπιση ενός συστήματος αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων σε συνάρτηση με τη στοχοθεσία των οργανικών μονάδων τους, Γ) την εγκαθίδρυση του θεσμού του Συμβούλου Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (άρθρα 16-22), Δ) την καθιέρωση ενός συστήματος ανταμοιβής στους δημοσίους υπαλλήλους και Ε) την υιοθέτηση μεθόδου αυτοαξιολόγησης των υπηρεσιών και φορέων του δημοσίου τομέα.
Ειδικότερα:
Με το Μέρος Α΄ (άρθρα 3-4) θεσπίζεται ένα ενιαίο πλαίσιο δεξιοτήτων για τους υπαλλήλους του δημοσίου τομέα το οποίο αφορά στο σύνολο των διαδικασιών του ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης, όπως η διαδικασία επιλογής προσωπικού, επιλογής προϊσταμένων, αξιολόγησης κ.ά. Οι δεξιότητες αυτές είναι οι εξής: α) προσανατολισµός στον πολίτη, β) οµαδικότητα, γ) προσαρµοστικότητα, δ) προσανατολισµός στο αποτέλεσµα, ε) οργάνωση και προγραµµατισµός, στ) επίλυση προβληµάτων και δηµιουργικότητα, ζ) επαγγελµατισµός και ακεραιότητα, η) διαχείριση γνώσης και θ) ηγετικότητα. Σημειώνεται ότι για κάθε μία από τις δεξιότητες αυτές προσδιορίζεται, στο άρθρο 4, αναλυτικότερα το περιεχόμενό τους.
Το Μέρος Β’ (άρθρα 7-15) αφορά ειδικότερα στο Σύστημα Αξιολόγησης που, σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση, αποσκοπεί «αφενός (σ)τον προσδιορισμό του επιπέδου των δεξιοτήτων εκάστου υπαλλήλου, συναρτήσει των αρμοδιοτήτων της μονάδας του, και αφετέρου, (σ)τη διαμόρφωση των πρωτοβουλιών εκείνων που είναι απαραίτητες για τη συνεχή ανάπτυξη και ενδυνάμωση του υπαλλήλου, χωρίς οποιαδήποτε σύνδεση με βαθμούς και επιδόσεις.».
Στο νέο σύστημα αξιολόγησης, ορίζεται μόνο ένας αξιολογητής (ο άμεσος ιεραρχικά προϊστάμενος), αντί δύο έως τώρα.
Κεντρικό πρόσωπο στη διαδικασία της αξιολόγησης είναι ο κατά περίπτωση αρμόδιος προϊστάμενος, ο οποίος είναι και ο μόνος που αξιολογείται με βαθμό τόσο για την επίτευξη των στόχων όσο και για τις δεξιότητές του και, ως εκ τούτου, λογοδοτεί και ελέγχεται για τον τρόπο λειτουργίας της ομάδας του.
Η διαδικασία αξιολόγησης των εργαζομένων και των προϊσταμένων διεξάγεται σε τρία στάδια (άρθρα 11 και 12):
α) κατά το πρώτο στάδιο (Ιανουάριος), ο αξιολογητής καλεί τον αξιολογούμενο σε συζήτηση για προγραμματισμό εργασιών έτους και καθορισμό στόχων & προσδοκιών σύμφωνα με το Σχέδιο Ανάπτυξης,
β) κατά το δεύτερο στάδιο (Μάιος), γίνεται επισκόπηση προόδου και ενδεχόμενα αναθεώρηση στόχων,
γ) κατά το τρίτο στάδιο (Δεκέμβριος), για τους υπαλλήλους συντάσσεται και υποβάλλεται από τους αξιολογητές, στην αρμόδια μονάδα του οικείου φορέα, η έκθεση αξιολόγησης και το Σχέδιο Ανάπτυξης, που πρόκειται να υλοποιηθεί το επόμενο έτος αναφοράς. Ο αξιολογητής διακρίνει ποιες από τις δεξιότητες των αξιολογουμένων είναι ήδη αναπτυγμένες και ποιες (τρεις) είναι «προς ανάπτυξη», δηλαδή επιδέχονται περαιτέρω βελτίωσης.
Ειδικά για τους προϊσταμένους γίνεται συνολική αξιολόγηση της απόδοσής τους για το έτος αναφοράς. Oι άμεσα ιεραρχικά υφιστάμενοι του αξιολογούμενου προϊσταμένου συμπληρώνουν και υποβάλλουν το έντυπο «σφυγμού ομάδας»[2] για το έτος αναφοράς και ο αξιολογητής συντάσσει και υποβάλλει στην αρμόδια μονάδα του οικείου φορέα την έκθεση αξιολόγησης προϊσταμένου και το Σχέδιο Ανάπτυξης, που πρόκειται να υλοποιηθεί το επόμενο έτος αναφοράς.
Όπως, προαναφέραμε, ο προϊστάμενος αξιολογείται και βαθμολογικά (άρθρο 11) με βαθμό 1-5 (με προσέγγιση ενός δεκαδικού ψηφίου) ο δε τελικός βαθμός είναι το άθροισμα της σταθμισμένης βαθμολογίας των εξής στοιχείων: επίτευξη στόχων (50%), αποτύπωση δεξιοτήτων προϊσταμένου (40%) και σφυγμός ομάδας (10%).
Αν ο αξιολογητής, «συνεπεία συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, κρίνει ότι το επίπεδο δεξιοτήτων του αξιολογούμενου υπαλλήλου καθιστά εξαιρετικά δυσχερή την ανάληψη βελτιωτικών και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών» (άρθρο 12 παρ. 2) καταγράφει τα σχετικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την κρίση του αυτή και η εν λόγω Έκθεση αποστέλλεται στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του φορέα. Στην περίπτωση μιας τέτοιας κρίσης, ο αξιολογούμενος έχει δικαίωμα ένστασης εντός 10 ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτόν της αξιολόγησής του (άρθρο 14). Η ένσταση υποβάλλεται σε ειδική Επιτροπή Εποπτείας Αξιολόγησης (άρθρο 15) που συστήνεται (μία ή περισσότερες) από τον Υπουργό Εσωτερικών και αποτελείται από ένα μέλος του ΑΣΕΠ ως Πρόεδρο, ένα μέλος της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Αντίστοιχα, εάν ο αξιολογητής θεωρεί ότι ο αξιολογούμενος υπάλληλος «έχει επιδείξει όλως εξαιρετική απόδοση σε συγκεκριμένα και προκαθορισμένα θεματικά πεδία» (άρθρο 13) το επισημαίνει με πλήρη αιτιολογία στην Έκθεση Αξιολόγησης αναφέροντας και συγκεκριμένα περιστατικά που τεκμηριώνουν αυτή την αξιολόγηση. Στην περίπτωση αυτή, η ανωτέρω ειδική Επιτροπή Εποπτείας Αξιολόγησης ελέγχει και εγκρίνει την έκθεση.
Το Μέρος Γ΄ (άρθρα 16-22) καθιερώνει τον θεσμό του Συμβούλου Ανάπτυξης Ανθρωπίνου Δυναμικού σε κάθε Υπουργείο[3] με σκοπό την υποστήριξη της εφαρμογής του νέου πλαισίου δεξιοτήτων στον δημόσιο τομέα. Ο Σύμβουλος θα παρέχει εξειδικευμένη υποστήριξη και καθοδήγηση στους εμπλεκόμενους στις σχετικές διαδικασίες αξιολόγησης των υπαλλήλων, συλλέγει στοιχεία για την εφαρμογή του συστήματος και συντάσσει σχετική έκθεση προς τον επικεφαλής του φορέα και τη Γενική Γραμματεία Ανθρωπίνου Δυναμικού του Δημόσιου Τομέα.
Οι υποψήφιοι για την κάλυψη θέσεων Συμβούλου Ανάπτυξης Ανθρωπίνου Δυναμικού, που μπορεί να είναι τακτικοί δημόσιοι υπάλληλοι ΠΕ ή ΤΕ ή ειδικό επιστημονικό προσωπικό, εγγράφονται σε ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο και πιστοποιούνται στο πλαίσιο ειδικού προγράμματος του ΕΚΔΔΑ και της ανωτέρω Γενικής Γραμματείας. Η τοποθέτηση των πιστοποιημένων μελών του μητρώου γίνεται κατόπιν πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και επιλογής από ειδική τριμελή επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους του Υπουργείου Εσωτερικών, του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης του ΕΚΔΔΑ και του αρμόδιου φορέα. Οι επιλεγόμενοι Σύμβουλοι αποσπώνται στο Υπουργείο Εσωτερικών κατά τη διάρκεια της θητείας τους, η οποία είναι τριετής με δυνατότητα ανανέωσης για μια φορά κατόπιν αξιολόγησης από την προαναφερθείσα τριμελή επιτροπή.
Στο Μέρος Δ΄ (άρθρα 23-28) καθιερώνεται ένα σύστημα κινήτρων και ανταμοιβής δημοσίων υπαλλήλων. Το σύστημα προβλέπεται να λειτουργήσει ως εξής: με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζονται οι ανά υπηρεσία ποσοτικοί στόχοι κάθε έτους, κατόπιν εισήγησης των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, αφού θα έχει προηγηθεί διαβούλευση με τα εμπλεκόμενα Υπουργεία. Στη συνέχεια, ο προϊστάμενος κάθε διεύθυνσης των υπηρεσιών των Υπουργείων για τα οποία έχουν τεθεί οι στόχοι, ορίζει τους υπαλλήλους που εμπλέκονται άμεσα στην υλοποίησή τους και είναι επιλέξιμοι για την καταβολή ειδικής ανταμοιβής και ο σχετικός κατάλογος εγκρίνεται από αμέσως ανώτερο προϊστάμενο.
Η ανταμοιβή δεν μπορεί να υπερβαίνει το 15% του αθροίσματος του ετήσιου μισθού και του τυχόν επιδόματος ευθύνης κάθε υπαλλήλου. Λεπτομέρειες για τη μέθοδο και το σύστημα αξιολόγησης της απόδοσης, το ύψος της επιπλέον ανταμοιβής, τον χρόνο και τον τρόπο καταβολής της και άλλα σχετικά θέματα θα ρυθμισθούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών. Ειδικές ρυθμίσεις για το σύστημα κινήτρων και ανταμοιβής προβλέπονται για τους υπαλλήλους που εμπλέκονται σε έργα του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και των Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών των υπουργείων, των Οικονομικών Υπηρεσιών της Προεδρίας της Δημοκρατίας και της Προεδρίας της Κυβέρνησης καθώς και του Γ.Λ.Κ.
Το Μέρος Ε΄ (άρθρα 29-35) αφορά στη βελτίωση του συστήματος κινητικότητας μεταξύ των φορέων του Δημοσίου στο οποίο πλέον για την έγκριση αιτημάτων των φορέων για προσλήψεις θα συνεκτιμάται η προσκόμιση από τον φορέα, που αιτείται προσλήψεις, πιστοποιητικού ορθής και ολοκληρωμένης εφαρμογής του Κοινού Πλαισίου Αξιολόγησης που εκδίδεται από τον Υπουργό Εσωτερικών κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας οργανικής μονάδας της Γενικής Γραμματείας του Ανθρωπίνου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα του Υπουργείου Εσωτερικών μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου φορέα.
Ο νέος νόμος είναι ιδιαίτερα φιλόδοξος καθώς προσπαθεί να παρέμβει σφαιρικά στο τρίπολο «αξιολόγηση δημοσίων υπαλλήλων – ειδική ανταμοιβή βάσει στόχων – αξιολόγηση αναγκών σε προσλήψεις και μετατάξεις». Ως γνωστόν, τα τρία αυτά πεδία λειτουργούν είτε επιφανειακά (πρώτο και τρίτο) είτε δεν υφίστανται καθόλου (δεύτερο). Όπως συνήθως συμβαίνει με όλες τις παρεμβάσεις στη δημόσια διοίκηση, το στοίχημα είναι στην (μη) εφαρμογή των νόμων μέσα από την έκδοση των αναγκαίων υπουργικών αποφάσεων και στη συνέχεια στον τρόπο που αυτές θα υλοποιηθούν από τις ίδιες τις δημόσιες υπηρεσίες.
Βαρβάρα Γεωργοπούλου
Δρ. Κοινοβουλευτικού Δικαίου και Πολιτικών Επιστημών
Υποσημειώσεις:
[1] Ο ν. 4940/2022 αποτελείται συνολικά από 65 άρθρα. Τα Τμήματα Γ έως Ζ του εν λόγω νόμου (άρθρα 36-65) δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας μελέτης και αφορούν στις εγγυήσεις διαφάνειας στη λειτουργία των ιδιαιτέρων γραφείων, σε θέματα προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, καθώς και διάφορα άλλα θέματα, ενώ περιλαμβάνουν τις εξουσιοδοτικές, μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις.
[2] Στους ορισμούς του άρθρου 6, καθορίζεται ότι «σφυγμός ομάδας» είναι «Η αποτύπωση της γνώμης των άμεσα ιεραρχικά υφιστάμενων υπαλλήλων της οργανικής μονάδας, της οποίας προΐσταται ο Αξιολογητής τους για τον τρόπο λειτουργίας και διοίκησης της οργανικής μονάδας, καθώς και τις σχέσεις και τη συνεργασία μεταξύ των μελών αυτής.».
[3] Εξαιρούνται τα Υπουργεία Εξωτερικών, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, ενώ δυνητικά μπορεί να θεσμοθετηθεί ο Σύμβουλος και στους ΟΤΑ Α΄ και Β΄ Βαθμού, σε αποκεντρωμένες διοικήσεις, ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ της Γενικής Κυβέρνησης.