Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ο αρχηγός του κράτους. Πώς θα μπορούσε λοιπόν να είναι διακοσμητικός; Όποιος διαβάσει για πρώτη φορά το κείμενο του Συντάγματος, σχηματίζει κατά πάσα πιθανότητα την εντύπωση ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ασκεί εξαιρετικά σημαντικές αρμοδιότητες για τη λειτουργία του πολιτεύματος, αφού συμμετέχει στην άσκηση τόσο της νομοθετικής όσο και της εκτελεστικής λειτουργίας. Περαιτέρω, ως «ρυθμιστής του πολιτεύματος», διορίζει τα μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς, απαλλάσσει την κυβέρνηση από τα καθήκοντά της, διαλύει τη Βουλή (ή διαπιστώνει τη λήξη της βουλευτικής περιόδου) και προκηρύσσει δημοψήφισμα. Επίσης, είναι ο εκπρόσωπος του ελληνικού κράτους απέναντι σε άλλα κράτη.
Οι σχετικές Συνταγματικές διατάξεις
Ωστόσο, η παραπάνω εντύπωση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το Σύνταγμα, όπως κάθε νομικό κείμενο, υπόκειται σε ερμηνεία, η οποία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, το ιστορικό και το συστηματικό κριτήριο. Ιστορικά, οι διατάξεις του Συντάγματος για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αποτυπώνουν τα ίχνη μιας μακράς εξέλιξης από τα πολιτεύματα της συνταγματικής μοναρχίας και της βασιλευόμενης δημοκρατίας σε αυτό της προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η ελληνική συνταγματική ιστορία διακρίνεται από επανειλημμένες πολιτικές παρεμβάσεις του βασιλιά, ως κληρονομικού αρχηγού του κράτους, που προκάλεσαν έντονες αντιπαραθέσεις. Σε συνέχεια αυτής της εμπειρίας, με τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986 οι ουσιαστικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας περιορίσθηκαν στο ελάχιστο. Συστηματικά, οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας αναδεικνύονται καταρχήν ως απλώς ονομαστικές. Αντίθετα, τη σχετική ουσιαστική αρμοδιότητα διατηρούν άλλα κρατικά όργανα, η Κυβέρνηση και η Βουλή.
Ο κανόνας της προσυπογραφής – Οι επιμέρους αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας
Εκτός συγκεκριμένων εξαιρέσεων, που απαριθμούνται στο Σύνταγμα, οι πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ισχύουν ούτε εκτελούνται χωρίς τη λεγόμενη «προσυπογραφή» του αρμόδιου υπουργού, η οποία όμως στην πραγματικότητα είναι η κύρια υπογραφή. Κατά συνέπεια, την πρωτοβουλία για την έκδοση μιας πράξης του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν αναλαμβάνει ο ίδιος, αλλά ο αρμόδιος υπουργός, ο οποίος καθορίζει το περιεχόμενο και αναλαμβάνει την ευθύνη για την έκδοση της πράξης.
Και στις περιπτώσεις όμως των συνταγματικών εξαιρέσεων από τον κανόνα της «προσυπογραφής», οι ενέργειες του Προέδρου της Δημοκρατίας προδιαγράφονται δεσμευτικά και αναλυτικά από το ίδιο το Σύνταγμα. Ο διορισμός του Πρωθυπουργού, η ανάθεση των διερευνητικών εντολών και η διάλυση της Βουλής διενεργούνται μεν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος όμως, με ήσσονος σημασίας εξαιρέσεις, απλώς εφαρμόζει τα συγκεκριμένα βήματα που λεπτομερειακά προδιαγράφει, κατά περίπτωση, το Σύνταγμα, χωρίς να του καταλείπονται ουσιαστικά περιθώρια διακριτικής ευχέρειας.
Εξάλλου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί μεν να αναπέμψει στη Βουλή νομοσχέδιο που έχει ψηφισθεί από αυτή, δεν επιτρέπεται όμως να αναπέμψει νομοσχέδιο απλώς και μόνο επειδή έχει διαφορετική άποψη ως προς τη σκοπιμότητά του. Η Βουλή μπορεί, σε κάθε περίπτωση, να ψηφίσει και πάλι το νομοσχέδιο με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών της, οπότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υποχρεούται στην έκδοση και δημοσίευσή του.
Εξάλλου, σύμφωνα με το λεγόμενο αρνητικό τεκμήριο αρμοδιότητας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει άλλες αρμοδιότητες, πέραν όσων του απονέμουν, κατά τρόπο σαφή, το Σύνταγμα και οι νόμοι που είναι σύμφωνοι με αυτό. Κατά συνέπεια, η ύπαρξη ή μη εμπιστοσύνης του Προέδρου της Δημοκρατίας απέναντι στην Κυβέρνηση είναι συνταγματικά αδιάφορη.
Ο ενοποιητικός ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι συνταγματικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι στην πραγματικότητα περιορισμένες. Διεξάγεται έτσι συχνά συζήτηση ως προς την ανάγκη είτε ενίσχυσής τους είτε διαμόρφωσης μιας απλούστερης διαδικασίας εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας που θα ανταποκρίνεται με μεγαλύτερη συνέπεια στο συνταγματικό του ρόλο. Παρόλα αυτά, ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν θα πρέπει να θεωρηθεί διακοσμητικός. Πέρα από την άσκηση των επιμέρους αρμοδιοτήτων του, εκφράζει την ενότητα και τη συνέχεια του κράτους. Τόσο με το δημόσιο λόγο του όσο και με την εν γένει παρουσία του, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιτελεί έναν θεμελιώδη ενοποιητικό ρόλο εντός της πολιτείας, πέρα και πάνω από τις δεδομένες αντιθέσεις τόσο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων όσο και εντός του κοινωνικού συνόλου.
Στέλιος Κουτνατζής
Λέκτορας Νομικής Σχολής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.