Τρία σημεία για τις προοπτικές εξέλιξης του δικαίου των ζώων θα θίξω στον σύντομο χαιρετισμό μου στους συνέδρους της Ημερίδας για το δίκαιο και τα ζώα.
Το πρώτο σημείο αφορά την πρώτη φάση της εξέλιξης, την τωρινή, το λεγόμενο δίκαιο της ευζωίας των ζώων (animal welfare law), μιας σειράς κανόνων για την ευημερία των ζώων, ως ευαίσθητων όντων που προκαλούν την ανθρώπινη συμπάθεια.
Το δεύτερο σημείο αναφέρεται στη μετεξέλιξη του δικαίου της ευζωίας των ζώων σε ένα δίκαιο των δικαιωμάτων των ζώων, όπου πλέον οι κανόνες για τα ζώα μετουσιώνονται σε αγώγιμα δικαιώματα υπέρ των ζώων ως αυτοτελών υποκειμένων του δικαίου.
Και, τέλος σε ένα τρίτο σημείο, θα προσεγγίσω την ακραία προοπτική όλης της εξέλιξης του δικαίου των ζώων με τη διαφαινόμενη κορωνίδα της, την αναγνώριση θεμελιωδών δικαιωμάτων των ζώων, δικαιωμάτων που σταθμίζονται ως ισότιμα με τα δικαιώματα του ανθρώπου.
I
Το δίκαιο της ευζωίας των ζώων
Ως προς το πρώτο σημείο, το δίκαιο της ευζωίας των ζώων.
Εδώ, για να γίνει κατανοητό περί τίνος πρόκειται, θα μου επιτρέψετε να παρουσιάσω και σχολιάσω μία εντελώς πρόσφατη Έκθεση Ελέγχου του ελληνικού Ελεγκτικού Συνεδρίου[1], την 3/2023, διαθέσιμη στον ιστότοπο του Δικαστηρίου, της οποίας το θέμα είναι αν για τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς τηρούνται οι κανόνες ευζωίας τους και αν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά η ανεξέλεγκτη διασπορά τους στις εξοχές της χώρας.
Ο έλεγχος, που προετοίμασε και διεξήγαγε υποδειγματικά ένας ανώτατος δικαστικός λειτουργός του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εξέτασε κατά πόσον η αρκετά προχωρημένη πράγματι ελληνική νομοθεσία για την προστασία των ζώων συντροφιάς, σκύλοι και γάτες κυρίως, εφαρμόζεται στην πράξη, παράγοντας τα αποτελέσματα που επιδιώκονται με αυτήν.
Στην νομοθεσία θεσπίζονται τόσο θετικές όσο και αρνητικές υποχρεώσεις που βαρύνουν, αναφορικά με τα ζώα συντροφιάς, δημόσιες αρχές και ιδιώτες.
Στις αρνητικές υποχρεώσεις περιλαμβάνονται η απαγόρευση, πέραν των ειδικώς προβλεπόμενων περιπτώσεων, της αφαίρεσης της ζωής τους και της προσβολής της σωματικής τους ακεραιότητας, ή η πρόκληση σε αυτά πόνου ή αγωνίας, χωρίς να συντρέχει ειδικός λόγος που να το δικαιολογεί.
Στις θετικές υποχρεώσεις, που αποτέλεσε το ειδικότερο αντικείμενο του ελέγχου, περιλαμβάνονται η υποχρέωση των ιδιωτών των δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς να τα στεγάζουν κατάλληλα και να τα σιτίζουν, να ικανοποιούν εν γένει ή να τους επιτρέπουν να ικανοποιούν τις βασικές τους βιοτικές και βιολογικές ανάγκες, με φροντίδα, προληπτική και θεραπευτική, για την υγεία τους.
Ο έλεγχος ανέδειξε την ανεπάρκεια των υπηρεσιών του Κράτους και των Δήμων να παρακολουθήσουν, όπως απαιτείται από τον νόμο, την τήρηση των υποχρεώσεων των ιδιωτών έναντι των δεσποζόμενων από αυτούς ζώων συντροφιάς.
Συγχρόνως κατέδειξε και την αδυναμία των δημόσιων αρχών να ανταποκριθούν στις δικές τους αυτοτελείς νομικές υποχρεώσεις, όταν τα ζώα συντροφιάς, ιδίως οι σκύλοι, δεν δεσπόζονται από ιδιώτη αλλά περιφέρονται, συχνά σε αγέλες, σε αγροτικές περιοχές, όπου έχουν εγκαταλειφθεί από τους κυρίους τους και όπου πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα.
Οι αρμοδιότητες των κρατικών και των δημόσιων εν γένει αρχών παραμένουν συγκεχυμένες, κάτι που τρέφει την ανευθυνότητά τους. Τα καταφύγια των αδέσποτων σκύλων που προβλέπεται να υφίστανται με ευθύνη των Δήμων δεν λειτουργούν καθόλου ή, όπου λειτουργούν, είναι σχεδόν όλα αντικανονικά οργανωμένα και πάντως ανεπαρκή. Δημόσιο χρήμα διαθέσιμο για τον σκοπό υφίσταται αλλά δεν αξιοποιείται ή δεν διατίθεται αποτελεσματικά.
Tα ζώα συντροφιάς είναι ένα μέρος μόνο του ζωικού βασιλείου για το οποίο υφίσταται δίκαιο ευζωίας των ζώων.
Από τον 17ο αιώνα ήδη, στο Ηνωμένο Βασίλειο, υφίσταντο ρυθμίσεις που απαγόρευαν τον βασανισμό των αλόγων, ενώ αργότερα, τον 19ο αιώνα εισήχθησαν και σε άλλες χώρες αντίστοιχες απαγορεύσεις για τα λεγόμενα παραγωγικά ζώα, όπως οι αγελάδες και τα πρόβατα. Ρυθμίσεις που γενικεύθηκαν και συστηματοποιήθηκαν στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήμερα υφίσταται ένα πλέγμα λίαν αναλυτικών ενωσιακών και εθνικών ρυθμίσεων που θεσπίζουν θετικές και αρνητικές υποχρεώσεις των δημόσιων αρχών και των ιδιωτών για την προστασία των ζώων, όχι μόνο των παραγωγικών ή των ζώων συντροφιάς, αλλά όλων των μελών του ζωικού βασιλείου, χωρίς ουσιαστικά όρια ως προς τη φύση και το είδος του φορέα της ζωής.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας, ερμηνεύοντας το Σύνταγμα, εντάσσει τις υποχρεώσεις αυτές στο ευρύτερο πλαίσιο συνταγματικής προστασίας του περιβάλλοντος, με την πανίδα να θεωρείται ως ειδικότερη όψη του προστατευόμενου αγαθού.
ΙΙ
Ένα δίκαιο των δικαιωμάτων των ζώων;
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν το δίκαιο της ευζωίας των ζώων ή, ευρύτερα, το δίκαιο προστασίας των ζώων, στο οποίο περιλαμβάνεται και ο σεβασμός των άγριων ζώων, συγκροτεί ένα δίκαιο δικαιωμάτων των ζώων ως φορέων υποκειμενικών δικαίων. Αν, με άλλα λόγια, οι υποχρεώσεις ευζωίας, σεβασμού, προστασίας των ζώων που βαρύνουν ανθρώπους – ιδιώτες και φορείς δημόσιας εξουσίας – αντιστοιχίζονται σε δικαιώματα των ίδιων των ζώων, αγώγιμα, άλλως δικαστικώς επιδιώξιμα στο όνομα των ιδίων των ζώων ως φορέων τους.
Να σημειώσουμε εδώ πόσο αναζωογονητική για το Δίκαιο, ως Επιστήμη, είναι μία συζήτηση με αυτό το αντικείμενο. Γιατί και μόνο η ερώτηση αν τα ζώα έχουν δικαιώματα και είναι τα ίδια φορείς τους, μας οδηγεί στο κεντρικό ερώτημα τί είναι δικαίωμα, κάτι που για τους φοιτητές της Νομικής θα ήταν, ενόψει του πρακτικού χαρακτήρα της απάντησης, δηλαδή αναφορικά με τα ζώα, μια πολύ χρήσιμη εμπειρία για την ανάπτυξη της νομικής τους παιδείας εν γένει.
Η απάντηση στο ερώτημα αν τα ζώα έχουν δικαιώματα δεν είναι κάτι απλό.[2] Είναι εύκολο να απαντήσει κανείς ότι είναι αδύνατον να έχουν τα ζώα δικαιώματα αφού δεν συμπεριλαμβάνονται στα έλλογα όντα, στα όντα που αντιλαμβάνονται την ιδέα του δικαιώματος ως εξουσίας να απαιτήσουν από τον άλλον ορισμένη συμπεριφορά απέναντί τους.
Αμέσως θα αντιλέξει κάποιος ότι, και στους ανθρώπους, τα βρέφη και οι ασθενείς με άνοια ή άλλη αντίστοιχη κατάσταση εμφανίζουν συχνά πλήρη έλλειψη επαφής με την κοινωνική πραγματικότητα, όπως ακριβώς τα ζώα, και μάλιστα για ορισμένους εξ αυτών οριστικά, χωρίς δηλαδή πιθανότητα να αποκτήσουν ή να ανακτήσουν τέτοια αντίληψη.
Κι όμως, αναγνωρίζονται και προστατεύονται ως φορείς δικαιωμάτων.
Και αυτό συμβαίνει όχι τόσο γιατί υφίστανται ειδικές δικονομικές ρυθμίσεις που παρέχουν δικαίωμα στα πρόσωπα αυτά να αντιπροσωπεύονται από άλλα πρόσωπα, ιδίως συγγενείς τους, αλλά διότι, για λόγους βαθύτερου σεβασμού της αξίας του ανθρώπου, είναι αδιανόητο μία δημοκρατική, ανθρωποκεντρική έννομη τάξη, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα, να αποβάλει από την προστατευτική εμβέλεια που παρέχει στον άνθρωπο ως είδος, κατηγορίες ανθρώπων με οποιασδήποτε αποκλίσεις.
Αυτή η παρατήρηση αποκαλύπτει και την ουσία του προβλήματος αναφορικά με τα δικαιώματα των ζώων.
Τότε μόνον θα μπορέσουμε να δεχτούμε ότι το δίκαιο της ευζωίας των ζώων στηρίζεται στην αναγνώριση δικαιωμάτων των ζώων όταν, ως οντολογική προσέγγιση, φτάσουμε στο σημείο να αναγνωρίσουμε ότι και τα ζώα δικαιούνται να υπαγορεύουν στους ανθρώπους ορισμένη συμπεριφορά απέναντί τους. Και αυτό είτε ως μερικώς έλλογα όντα, όπως οι ουρακοτάγκοι ή οι χιμπατζήδες, είτε ως όντα που αισθάνονται αγωνία και πόνο, όπως τα θηλαστικά, είτε για οποιοδήποτε άλλο τέτοιο λόγο, αυτοτελή και αυτοδύναμο. Όχι όμως γιατί ο άνθρωπος πονάει με τον πόνο τους και δεν αντέχει να τα βλέπει να υποφέρουν, ούτε γιατί, για λόγους ωφελιμιστικούς, πιστεύουμε ότι όποιος δείχνει αγριότητα στα ζώα θα δείξει και στον άνθρωπο.
ΙΙΙ
Η αναγνώριση θεμελιωδών δικαιωμάτων των ζώων
Και υπό την οπτική αυτή, την οπτική δηλαδή της κατανόησης του δικαίου της ευζωίας των ζώων ως δικαίου που αναγνωρίζει ουσιαστικώς δικαιώματα στα ζώα, δεν θα έχουμε μεγάλες πρακτικές συνέπειες. Πλην ίσως ότι θα είναι πολύ πιο εύκολο σε ιδιωτικές οργανώσεις – τα σωματεία προστασίας των ζώων – να εμφανιστούν στα δικαστήρια διεκδικώντας αυτά εν ονόματι των ζώων τον σεβασμό των δικαιωμάτων τους.
Και εδώ πρέπει να εξαρθεί η σχετική νομολογία του ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο, με όχημα την αίτηση ακυρώσεως, τον μοναδικό αυτό θεσμό κατοχύρωσης του κράτους δικαίου, δέχεται, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, ότι τα σωματεία προστασίας ζώων με προφανές έννομο συμφέρον ζητούν την ακύρωση πράξεων διοικητικών αρχών με τις οποίες πλήττεται η ευζωία ζώων. Αρκεί στο καταστατικό των σωματείων αυτών να περιλαμβάνεται ο σχετικός σκοπός.
Η ωφέλεια πάντως για τα ζώα από την αναγνώριση τέτοιου είδους δικονομικών δικαιωμάτων στα σωματεία προστασίας των ζώων δεν είναι καίρια. Διότι το ουσιαστικό δίκαιο της ευζωίας και του σεβασμού των ζώων, ας μην αυταπατώμεθα, θεσπίζει, θα λέγαμε, τα αυτονόητα. Δηλαδή το δικαίωμα των παραγωγικών ζώων να σφάζονται με μη βαρβαρικό τρόπο ή να έχουν μερικά εκατοστά παραπάνω στον χώρο διατροφής τους, για δε τα άγρια ζώα που ζουν σε ζωολογικούς κήπους να έχουν, αυτά, μερικά τετραγωνικά μέτρα περισσότερο, να μην αποτελούν αντικείμενο σκληρής μεταχείρισης, να μην θανατώνονται για ασήμαντο λόγο.
Η πραγματική επανάσταση στο δίκαιο των ζώων θα στοιχειοθετηθεί όταν γίνει αντιληπτό, με την εξέλιξη του τρόπου που βλέπουμε τα ζώα, ότι και αυτά έχουν θεμελιώδη δικαιώματα αντίστοιχα σε ισχύ με τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου.[3]
Ιδέα ίσως εξωφρενική σήμερα, που όμως έχει αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά στο θετικό δίκαιο.
Έγινε πολύ συζήτηση για υποθέσεις απελευθέρωσης ζώων από ζωολογικούς κήπους με βάση ένα παραδοσιακό δικαίωμα του ανθρώπου, το habeas corpus, ή τη 13η Τροποποίηση του αμερικανικού Συντάγματος, που απαγορεύει άνευ ετέρου τη δουλεία, οποιαδήποτε δουλεία ακόμη και των ζώων, υποστηρίχθηκε στο δικαστήριο.
Ή άλλες κατασκευές, ενδιαφέρουσες έως και εντυπωσιακές για την πρωτοτυπία τους, ότι δηλαδή τα ζώα έχουν φυσικά δικαιώματα, δικαιώματα εκ του φυσικού δικαίου, που προϋπάρχουν της ανθρώπινης κοινωνίας και που οι άνθρωποι οφείλουν να σέβονται. Κατασκευή που φαίνεται εύλογη.
Ποια θα είναι η συνέπεια της αναγνώρισης υπέρ των ζώων θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της απαγόρευσης των βασανιστηρίων και της σκληρής μεταχείρισης, της μη δυσμενούς διάκρισης, ο σεβασμός ενός είδους οικογενειακή ζωής, της ανάπτυξής τους και έκφρασής τους σύμφωνα με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της φύσης τους;
Ότι πλέον τα δικαιώματα του ανθρώπου θα πρέπει να σταθμίζονται ισότιμα έναντι των δικαιωμάτων των ζώων, ώστε τα συμφέροντα του ανθρώπου να μην έχουν πάντα εξ ορισμού προτεραιότητα. Όπως συμβαίνει στις μέρες μας, όπου τα συμφέροντα των ζώων, όσα μπορούμε σήμερα να αντιληφθούμε ότι υφίστανται, υποχωρούν πάντοτε, και για ασήμαντους λόγους, έναντι των συμφερόντων του ανθρώπου.
Για να φτάσουμε εκεί, μια πολιτισμική επανάσταση είναι αναγκαία.
Η επιστήμη, πρέπει να μας διδάξει ποια μέλη του ζωικού βασιλείου αισθάνονται αγωνία και πόνο, ποια έχουν την ευφυία που απαιτείται για να βάζουν στόχους και να επιλέγουν τα μέσα επίτευξής τους, ποια έχουν συνείδηση της ύπαρξής τους, με ατομική και κοινωνική μνήμη.
Και η πολιτική πρέπει να μας εμπεδώσει την αντίληψη ότι η καταπίεση, αφού πια, στις δημοκρατικές μας κοινωνίες, αποτινάχθηκε από τις γυναίκες, τους έγχρωμους, τους ομοφυλόφιλους, συντρίβει και τα ζώα, τα πλέον καταπιεσμένα ευαίσθητα όντα της Δημιουργίας.
Μακρύς λοιπόν ο δρόμος του δικαίου των ζώων και δύσκολος. Δεν είναι βέβαιο ότι οι ανθρωπότητα θα δεχθεί να τον ακολουθήσει, τουλάχιστον τις αμέσως επόμενες δεκαετίες. Αλλά ήδη η πορεία έχει χαραχθεί, και πρωτοβουλίες όπως η σημερινή, κυριολεκτικά θεμελιωτικές μιας νέας πραγματικότητας, είμαι βέβαιος ότι μακροπρόθεσμα θα δικαιωθούν και θα τελεσφορήσουν. Όπως συνέβη και με τα δικαιώματα του ανθρώπου, που μας πήρε τρεις αιώνες μέχρι να τα καταξιώσουμε, και αυτό μόνο στις δημοκρατικές μας κοινωνίες.
Ιωάννης Σαρμάς
Επίτιμος Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τέως υπηρεσιακός Πρωθυπουργός
* Χαιρετισμός στο συνέδριο των Συνηγόρων για τα ζώα Ελλάδος «Δίκαιο και Ζώα», 16.12.2023, Εθνική Πινακοθήκη
Υποσημειώσεις:
[1] Βλ Ελεγκτικό Συνέδριο, Έκθεση Ελέγχου 3/2023, στον ιστότοπο elsyn.
[2] Βλ Martha C. Nussbaum Δικαιοσύνη για τα ζώα Η συλλογική μας ευθύνη, Εκδόσεις Κάτοπτρο.
[3] Βλ Saskia Stucki One Rights: Human and Animal Rights in the Anthropocene, Εκδόσεις Springer.