Η πανδημία θέτει το κράτος και τους πολίτες μπροστά σε μία νέα θεσμική πραγματικότητα. Η χώρα έχει κηρυχθεί σε μία ιδιότυπη κατάσταση πολιορκίας, χωρίς ωστόσο να ανασταλούν επιμέρους ατομικά δικαιώματα. Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν με σκοπό να προληφθεί η εξάπλωση του κορωνοϊού εμφανίζονται μεν αναγκαίοι και κατάλληλοι, ανακύπτει όμως το ερώτημα αν υπερβαίνουν τo ανεκτό μέτρο σύμφωνα με το Σύνταγμα.
Το υποχρεωτικό κλείσιμο καταστημάτων, η απαγόρευση συναθροίσεων, η επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων από τις Αρχές, οι απαγορεύσεις στην άσκηση της θρησκευτικής λατρείας, οι επιτάξεις υποδομών και αναλώσιμων υλικών, οι περιορισμοί των εργασιακών δικαιωμάτων στις επιχειρήσεις που έκλεισαν, η απαγόρευση πρόσβασης σε δημόσιους χώρους και η ποινικοποίηση της παράβασης των μέτρων αυτών συνιστούν ορισμένους από τους περιορισμούς που επιβάλλονται σε όλο και περισσότερες φιλελεύθερες δημοκρατίες τις τελευταίες εβδομάδες. Πρόκειται για παρεκκλίσεις από την ομαλή λειτουργία του κράτους δικαίου, που δικαιολογούνται για λόγους δημόσιας υγείας.
Τι όρια θέτει το Σύνταγμα στο περιοριστικό κράτος πρόληψης;
Ζούμε στην εποχή της ύστερης νεωτερικότητας, όπου καταρρέουν όλες οι βεβαιότητες αναφορικά με την ικανότητα του ανθρώπου να ελέγξει τις δυνάμεις της φύσης μέσω της τεχνολογίας. Η δυνατότητα πρόληψης ή στατιστικού υπολογισμού συγκεκριμένων αρνητικών επιπτώσεων, καθώς και της αποτροπής ή επανόρθωσής τους, κρίνεται αβέβαιη. Το κράτος καλείται να διατηρήσει την αξιοπιστία του και την κοινωνική συνοχή μπροστά σε ασύμμετρες απειλές και διακινδυνεύσεις. Στο πλαίσιο αυτό οι πολίτες αναγνωρίζουν τη σημασία των προληπτικών μέτρων που συρρικνώνουν τα ατομικά και κοινωνικά τους δικαιώματα, χάριν της διασφάλισης των πρωταρχικών, υπαρξιακής φύσης αγαθών της ζωής, της υγείας και της ασφάλειας.
Στα σύγχρονα κράτη πρόληψης, που λειτουργούν ως μηχανισμοί αντιμετώπισης απρόβλεπτων, δυνητικών διακινδυνεύσεων, η σχέση της ασφάλειας του ατόμου με την ελευθερία και τον αυτοκαθορισμό αναδιατάσσεται (βλ. Ξ. Κοντιάδη, Δημοκρατία, κοινωνικό κράτος και Σύνταγμα στην ύστερη νεωτερικότητα, Παπαζήσης 2006). Δεν βρισκόμαστε μπροστά στην αναβίωση ενός αστυνομικού κράτους, που αυθαιρετεί και επιβάλει στους «υπηκόους» του τη βούλησή του με αυταρχικό τρόπο, αλλά σε ένα κράτος διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων, το οποίο έχει στη διάθεσή του ένα συνταγματικό και θεσμικό οπλοστάσιο τέτοιο ώστε να μπορεί να αντιδρά άμεσα σε απρόβλεπτες και μη μετρήσιμες διακινδυνεύσεις χωρίς να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η προσαρμογή της έννομη τάξης σε έκτακτες ανάγκες
Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δεν είναι ανεκτές οι ασύδοτες κρατικές ευχέρειες που επιφυλάσσουν για τους πολίτες αυταρχικά καθεστώτα όπως η Κίνα, που διαχειρίζονται την πανδημία αδιαφορώντας για θεσμικούς περιορισμούς και ανθρώπινα δικαιώματα. Όμως αυτό δεν στερεί από τις δυτικές δημοκρατίες τη δυνατότητα να θεωρούν τις κρίσεις ως μία μορφή κανονικότητας, διασφαλίζοντας την εκπλήρωση των θεμελιωδών συνταγματικών σκοπών υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Το κράτος πρόληψης κατοχυρώνεται συνταγματικά και διαθέτει τους αναγκαίους μηχανισμούς που επιτρέπουν στην έννομη τάξη να προσαρμόζεται σε έκτακτες ανάγκες χωρίς να απαιτείται συνταγματική μεταβολή ή παραβίαση του Συντάγματος.
Οι θεμελιώδεις αρχές και αξίες του Συντάγματος δεν αναστέλλονται ούτε υποβαθμίζονται κατά τη διάρκεια της κρίσης. Τα προληπτικά μέτρα που έλαβε η Κυβέρνηση είναι απολύτως αναγκαία για να αποφύγουμε την «ιταλοποίηση» της πανδημίας, δηλαδή τις καθημερινές εκατόμβες νεκρών, οι οποίες οφείλονται στην καθυστερημένη ενεργοποίηση των περιορισμών. Έτσι, η συλλογική μάχη κατά της πανδημίας διεξάγεται χωρίς να προκαλούνται παραβιάσεις της συνταγματικής νομιμότητας.
Ξενοφών Κοντιάδης
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Πρόεδρος του Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου