Search
Close this search box.

Περί εκλογικών συστημάτων: το πρόσφατο παράδειγμα των αγγλικών και γαλλικών εκλογών

Ο Αποστόλης Βλαχογιάννης γράφει για την επιρροή του εκλογικού συστήματος στις πολιτικές επιλογές των ψηφοφόρων και τελικά στο εκλογικό αποτέλεσμα, με αφορμή τις πρόσφατες εκλογές στη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία.

Οι πρόσφατες αγγλικές και γαλλικές εκλογές έδειξαν ότι η επιλογή του εκλογικού συστήματος μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό ή να καθορίσει, υπό προϋποθέσεις, το εκλογικό αποτέλεσμα.

Στην Αγγλία, όπου υπάρχει ένα κλασικό πλειοψηφικό σύστημα με μονοεδρικές περιφέρειες, την έδρα κερδίζει αυτός που θα έρθει πρώτος, ακόμα και με μία ψήφο διαφορά. Αυτό επιτρέπει μία σειρά από «εκλογικά παράδοξα», τα οποία συναντήσαμε πριν από λίγες μέρες:

– Πρώτο παράδοξο: Το Εργατικό Κόμμα, χωρίς να αυξήσει ιδιαίτερα τα ποσοστά του σε σχέση με το 2019 (+1,7%) και χάνοντας μάλιστα σε απόλυτο αριθμό ψήφους, κέρδισε τις διπλάσιες σχεδόν έδρες από όσες αναλογούσαν στις ψήφους που έλαβε (34% των ψήφων έλαβε 63% των εδρών, δηλαδή 411). Χαρακτηριστικά, το Συντηρητικό Κόμμα με 43,6% των ψήφων το 2019 είχε κερδίσει 365 έδρες.

– Δεύτερο παράδοξο: Το κόμμα του Φάρατζ με 14% περίπου κέρδισε 5 έδρες, ενώ οι Φιλελεύθεροι με 12,2% 72 έδρες.

Τα ίδια παράδοξα εξάλλου εμφανίζονται και στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, όταν για παράδειγμα η Χίλαρυ Κλίντον κέρδισε το 2016 3 εκ. περίπου παραπάνω ψήφους από τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά έχασε παρόλα αυτά την προεδρία.

Ο λόγος φυσικά είναι το πλειοψηφικό σύστημα, το οποίο ευνοεί τον δικομματισμό («νόμος» του Duverger) και μπορεί να προσδώσει στη νίκη του πρώτου κόμματος διαστάσεις θριάμβου, χωρίς όμως αυτό να ανταποκρίνεται στο σύνολο των ψήφων ανά την επικράτεια.

Σε συνθήκες δε κομματικής πολυδιάσπασης αναδεικνύεται ο κρίσιμος ρόλος ενός ισχυρού τρίτου κόμματος, το οποίο μπορεί να μην λάβει πολλές έδρες, όπως το Reform UK του Φάρατζ, αλλά «κόβει» κρίσιμες ψήφους από το ένα εκ των δύο «μεγάλων» κομμάτων, όπως εν προκειμένω το Συντηρητικό Κόμμα. Όπως εξάλλου φαίνεται να συνέβη και στις προεδρικές εκλογές του 2000 στις ΗΠΑ με τον Ralph Nader και το Green Party.

Σε αυτό το πλαίσιο κομματικού ανταγωνισμού, είναι λογικό να μην αναζητούνται συνεργασίες. Αυτές πραγματοποιούνται σπάνια και αποτελούν την εξαίρεση, όπως όταν κανένα κόμμα δεν κατάφερε να πάρει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών (hung parliament) το 2010.

Στον αντίποδα, το γαλλικό σύστημα όχι μόνο ευνοεί, αλλά και υπό προϋποθέσεις επιβάλλει (πολιτικά ή ορθολογικά) τις συνεργασίες, ειδικά όταν στον β’ γύρο βρίσκονται υποψήφιοι ενός κόμματος που δεν θεωρείται ότι ανήκει στο λεγόμενο ρεπουμπλικανικό τόξο.

Βασίζεται σε μονοεδρικές περιφέρειες και έχει δεύτερο γύρο, στον οποίο περνάνε οι δύο πρώτοι υποψήφιοι και όποιος εκ των τρίτων ή υπολοίπων καταφέρει να λάβει 12,5% των ψήφων των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων (εξ ου και η σημασία του ποσοστού συμμετοχής των ψηφοφόρων για την είσοδο στον β’ γύρο 3 ή και 4 υποψηφίων).

Αποτελεί κατά βάση ένα πλειοψηφικό σύστημα, αλλά δεν υιοθετεί εντελώς τη βρετανική λογική της απόλυτης επικράτησης του νικητή. Επίσης, σημειωτέον ότι διαχρονική του στόχευση ήταν και ο περιορισμός του Εθνικού Μετώπου.

Ανάλογα με τα δεδομένα, το σύστημα αυτό μπορεί να επιβραβεύσει τον δικομματισμό, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, και να πριμοδοτήσει το πρώτο κόμμα, εφόσον όμως οι υποψηφιότητές του διαθέτουν τον αναγκαίο πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα ή εφόσον οι αντίπαλοί του δεν μπορούν να συνεννοηθούν για να κατεβάσουν κοινό υποψήφιο. Γενικότερα, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ακόμα κι έτσι το σύστημα ευνοεί συνολικά τις μετριοπαθείς υποψηφιότητες και εμποδίζει την ενδυνάμωση των άκρων.

Με την αναθεώρηση του 2000 εξάλλου, που μείωσε τη θητεία του Προέδρου σε 5 χρόνια, και τη λεγόμενη ευθυγράμμιση του εκλογικού κύκλου με τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών λίγο μετά τις προεδρικές, στόχος ήταν η προεδρική πλειοψηφία να αντανακλάται και σε μία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ώστε να αποφεύγεται κατά το δυνατό η πιθανότητα συγκατοίκησης.

Βέβαια, η συνταγματική μηχανική εν τέλει αποδείχθηκε πιο αδύναμη από την πολιτική πραγματικότητα, καθώς ο σχηματισμός κυβερνήσεων που διαθέτουν απόλυτη πλειοψηφία δεν κατέστη δυνατός ούτε το 2022 ούτε τώρα.

Όταν το κομματικό σύστημα είναι σε κρίση και επίκειται άνοδος ακραίου κόμματος, το εκλογικό σύστημα δείχνει ξεκάθαρα τον δρόμο των συνεργασιών: είτε με τον ad hoc σχηματισμό ενός ενιαίου εκλογικού συνδυασμού που θα συσπειρώσει το ποσοστό πολλών κομμάτων και θα αυξήσει τις πιθανότητες εισόδου στον β’ γύρο και άρα τον αριθμό των διεκδικούμενων εδρών, είτε με τη συνεννόηση δια της παραίτησης (désistement) στον β’ γύρο εναντίον ενός πολιτικού αντιπάλου. Και φυσικά, σε περίπτωση που κανένα κόμμα ή συνασπισμός δεν αποκτήσει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, συνεργασία θα χρειαστεί και μετεκλογικά για τον σχηματισμό κυβέρνησης.

Άρα διαπιστώνουμε, κάτι που φάνηκε και στις εκλογές της 7ης Ιουλίου στη Γαλλία, ότι το εκλογικό σύστημα παρέχει σε αυτή την περίπτωση πολλαπλά κίνητρα στα κόμματα να επιλέγουν με διάφορα μέσα τη συνεργασία και μάλιστα αυτό μπορεί να γίνει με πολύ επιτυχημένο τρόπο, ειδικά αν όλοι στραφούν εναντίον ενός συγκεκριμένου συνδυασμού.

Κι έτσι προκύπτουν κι εδώ τα παράδοξα:

– Πρώτο παράδοξο: Το κόμμα της Λεπέν κέρδισε σε ψήφους τόσο στον α’ όσο και στον β’ γύρο (αυξάνοντας μάλιστα τα ποσοστά του), αλλά έχασε τις περισσότερες έδρες στον β’ γύρο απέναντι σε έναν κοινό υποψήφιο των υπολοίπων κομμάτων, αφού είχε προηγηθεί η παραίτηση του τρίτου υποψηφίου.

– Δεύτερο παράδοξο: Αντιθέτως, το Λαϊκό Μέτωπο, παρότι θυσίασε σχεδόν 120 υποψηφίους του στον β’ γύρο υπέρ του κοινού πολιτικού στόχου, κατάφερε να καταγάγει πολιτική νίκη και να πάρει τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών.

– Τρίτο παράδοξο: Ο συνασπισμός των κομμάτων που στηρίζουν Μακρόν που σχεδόν συνετρίβη στον α’ γύρο, ανέκαμψε αξιοποιώντας το κεντρώο και μετριοπαθές προφίλ των υποψηφίων του και αύξησε κατά πολύ τόσο τα ποσοστά του όσο και τις έδρες του στον β’ γύρο.

Τι συμπεράσματα λοιπόν μπορούμε να αποκομίσουμε από αυτές τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις;

Το πρώτο είναι ότι το εκλογικό σύστημα έχει πολύ μεγάλη σημασία. Δεν διαμορφώνει από μόνο του το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά επηρεάζει στάσεις και δίνει κίνητρα στους παίκτες να προσαρμοστούν σε αυτό για να αποκτήσουν το μέγιστο δυνατό όφελος.

Το δεύτερο είναι ότι οι συνεργασίες απαιτούν γόνιμο εκλογικό έδαφος. Το γαλλικό μοιάζει ως προς τη λογική του με το σύστημα που εφαρμόζεται στις αυτοδιοικητικές εκλογές στην Ελλάδα. Μπορεί να δώσει υπεραξία σε μία συμμαχία που έχει σαφή και συγκεκριμένη πολιτική στόχευση.

Αντιθέτως, το σύστημα που ισχύει στις βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, παρότι ονομαστικά αναλογικό και παρά τις εκλεπτύνσεις ως προς το μπόνους εδρών στον νικητή, διαπνέεται από τη λογική του πλειοψηφικού συστήματος: το πρώτο σε ψήφους κόμμα τα παίρνει όλα και σχηματίζει, ενισχυμένο από το μπόνους, μια εν πολλοίς τεχνητή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Υπάρχει άραγε χώρος για συμμαχίες επομένως στις ελληνικές βουλευτικές εκλογές; Το εκλογικό σύστημα οπωσδήποτε δεν τις ευνοεί, καθώς ρητά αποκλείει τους συνασπισμούς κομμάτων από το μπόνους που δίνεται στον νικητή. Γενικότερα, πριμοδοτεί την απορρόφηση ενός κόμματος από ένα άλλο, παρά τη συνεργασία μεταξύ τους.

Μπορεί εντούτοις τελικά η πολιτική πραγματικότητα να υπερβεί τον εκλογικό νόμο; Οπωσδήποτε, και αυτό έχει αποδειχθεί πολλάκις στην πράξη, αλλά πρέπει να έχουμε σε κάθε περίπτωση υπόψη μας ότι αυτό θα γίνει κόντρα στη λογική του εκλογικού συστήματος και την παγιωμένη αντίληψη των ψηφοφόρων, που διαμορφώνεται με βάση αυτό, και σίγουρα θα απαιτηθεί ισχυρότερη πολιτική βούληση και πρόσθετη προσπάθεια, απ’ό,τι χρειάστηκε για παράδειγμα στον β’ γύρο των γαλλικών βουλευτικών εκλογών.

Αποστόλης Βλαχογιάννης
Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Εμβολιασμός και Σύνταγμα

Υπό συνθήκες πανδημίας, το κράτος θα μπορούσε να επιβάλει τον εμβολιασμό, με όρους γενικής υποχρέωσης όλου του πληθυσμού; Θα μπορούσε να υποχρεώσει ο εργοδότης, χωρίς προηγούμενη κρατική ρύθμιση, τους εργαζόμενους σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις να εμβολιαστούν, ασκώντας το διευθυντικό δικαίωμα; Ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου- Πρόεδρος του Ιδρύματος Τσάτσου, Ξενοφώντας Κοντιάδης, εξετάζει τις συνταγματικές όψεις του ζητήματος και απαντά στα σύνθετα ερωτήματα που εγείρονται.

Περισσότερα

Ο, κατά το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, θεσμός της πρότασης δυσπιστίας

Με αφορμή τη συζήτηση που διεξάγεται αυτό το Σαββατοκύριακο στη Βουλή, ο Χαράλαμπος Τσιλιώτης εξετάζει τη νομική φύση, τη διαδικασία, τις κοινοβουλευτικές συνέπειες, αλλά και τα ζητήματα που ανακύπτουν από την πρόταση δυσπιστίας. Παράλληλα, επιχειρεί μία αναδρομή στον θεσμό και τις περιπτώσεις που χρησιμοποιήθηκε μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1975.

Περισσότερα

Τα Συνταγματικά ζητήματα της εβδομάδας 6-12 Μαΐου 2019

Συνταγματικού ενδιαφέροντος είναι τα θέματα που η προσέγγισή τους προϋποθέτει την αναφορά σε συνταγματικούς κανόνες ή έννοιες παρότι δεν αποτελούν αποκλειστικά συνταγματικά ζητήματα και συχνά έχουν πτυχές πολιτικές, κοινωνιολογικές ή και lifestyle. Θέτουν όμως συνταγματικά ερωτήματα.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.

Subscribe

* indicates required
Email Format

Please select all the ways you would like to hear from Syntagma Watch:

You can unsubscribe at any time by clicking the link in the footer of our emails. For information about our privacy practices, please visit our website.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here.