Η διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης της Βουλής κινείται με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης υποχρεωτικώς μεν μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την ορκωμοσία του Πρωθυπουργού (άρθρ. 84 παρ. 1 Σ και 141 Καν. Βουλής), αλλά και οποτεδήποτε άλλοτε μπορεί η Κυβέρνηση να ζητεί την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής «… με γραπτή ή προφορική δήλωση του Πρωθυπουργού στη Βουλή» (άρθρ. 141 παρ. 4 ΚΒ).
Η πρόταση εμπιστοσύνης γίνεται δεκτή εφόσον την εγκρίνει η απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών που δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τους 120 βουλευτές, δηλαδή απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον 239 βουλευτών (άρθρ. 84 παρ. 6 Σ, 141 παρ. 6 ΚΒ).
Συγχρόνως προβλέπεται και η διαδικασία της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης ή μέλους αυτής που είναι δικαίωμα της μειοψηφίας. Η πρόταση αυτή πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από 50 τουλάχιστον βουλευτές και «… να περιλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση» (άρθρ. 84 παρ. 2 Σ, 142 παρ. 1 ΚΒ).
Και συνεχίζει το άρθρ. 142 παρ. 2 και 3 ΚΒ: «Η πρόταση δυσπιστίας υποβάλλεται στον Πρόεδρο σε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής. Αν διαπιστωθεί ότι η πρόταση υπογράφεται από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, η Βουλή διακόπτει τις εργασίες της για δύο ημέρες, εκτός αν η Κυβέρνηση ζητήσει να αρχίσει αμέσως η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας». Η πρόταση αυτή γίνεται δεκτή αν την υπερψηφίσουν 151 τουλάχιστον βουλευτές (άρθρ. 84 παρ. 6 Σ).
Η πρόταση μομφής από την Αντιπολίτευση και η μετατροπή της σε ψήφο εμπιστοσύνης από την κυβέρνηση
Εν προκειμένω, η Νέα Δημοκρατία κατέθεσε, το πρωί της 6ης Μαΐου, νομότυπη πρόταση μομφής κατά μέλους της Κυβέρνησης στον Πρόεδρο της Βουλής, η οποία έπρεπε, κατά τα ανωτέρω, να διακόψει τις εργασίες της για δύο ημέρες και η σχετική συζήτηση θα άρχιζε ευθύς κατόπιν. Όμως, η αρξαμένη αυτή διαδικασία δεν ολοκληρώθηκε, διότι το απόγευμα της ίδιας ημέρας, αντί η Βουλή να διακόψει τις εργασίες της ως έδει , εμφανίστηκε σ’ αυτήν ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ˗ και όχι ο Πρωθυπουργός όπως λέει ο ΚΒ ˗ και με τρεμάμενη φωνή ζήτησε την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής.
Με τη μεθόδευση δε αυτή, όπως υποστηρίχθηκε από την Κυβέρνηση, έχουμε θεμιτή «μετατροπή» της διαδικασίας για πρόταση μομφής σε διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης. Δηλαδή, κατά την Κυβέρνηση, η διαδικασία της πρότασης μομφής που μόλις άρχισε «απορροφάται» πλέον από την πρόταση εμπιστοσύνης. Έτσι όμως καταργείται το σπουδαίο δικαίωμα της μειοψηφίας της Βουλής να ελέγχει την Κυβέρνηση, αφού αυτή θα μπορεί κάθε φορά να μετατρέπει την ενοχλητική πρόταση μομφής σε ψήφο εμπιστοσύνης υπέρ αυτής.
Υπάρχει εκτροπή του Κοινοβουλευτισμού;
Η καινοφανής αυτή πρακτική ˗ ουδείς συνταγματολόγος την υποστηρίζει ˗ είναι ευθέως αντίθετη με το Σύνταγμα και τον ΚΒ, διότι εφόσον ξεκίνησε η διαδικασία πρότασης μομφής, δεν προβλέπεται ότι αυτή μπορεί να διακοπεί βιαίως χωρίς να τερματισθεί και την ίδια ημέρα να προταχθεί και να ξεκινήσει η άλλη διαδικασία της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης. Conversio εν προκειμένω προφανώς δεν νοείται.
Πρόκειται λοιπόν περί σαφούς εκτροπής από την ουσία του κοινοβουλευτικού χαρακτήρα του πολιτεύματος που είναι η διαρκής ευθύνη και ο έλεγχος της Κυβέρνησης από τη Βουλή με τα μέσα που προβλέπει το Σύνταγμα.
Πληθαίνουν λοιπόν τα παραδείγματα της αυταρχικής και εξωθεσμικής διακυβέρνησης της χώρας. Και αφού δεν ολοκληρώθηκε η νομική πράξη-διαδικασία της πρότασης μομφής, ουδέν κωλύει να ξανακατατεθεί αυτή με το ίδιο περιεχόμενο την προσεχή Δευτέρα, τηρουμένων τώρα των παρατεθεισών διατάξεων. Το αν δε ηναλώθη ή όχι το θέμα της μομφής μετά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, αυτό θα το κρίνει η μειοψηφία και όχι η πλειοψηφία.
Πέτρος Ι. Παραράς
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και Επίτιμος Αντιπρόεδρος Συμβουλίου Επικρατείας
Το κείμενο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στην Καθημερινή στις 9/5/2019.