Το μέτρο του μερικού lockdown για τους ανεμβολίαστους
Από την περασμένη Δευτέρα 15 Νοεμβρίου ισχύει στην Αυστρία μερικό lockdown (απαγορευτικό κυκλοφορίας). Η μερικότητα του απαγορευτικού δεν αφορά ούτε συγκεκριμένους τόπους ούτε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα ούτε συγκεκριμένους χώρους και δραστηριότητες. Αφορά συγκεκριμένη κατηγορία του πληθυσμού και δη όσους δεν έχουν υποβληθεί σε πλήρη εμβολιασμό κατά του κορονοϊού Sars-Cov-2 και της ασθένειας Covid-19 που αυτός προκαλεί.
Συγκεκριμένα στο πλαίσιο της μάχης κατά του τέταρτου κύματος της πανδημίας και λόγω του υψηλού αριθμού των κρουσμάτων και του «επονείδιστα χαμηλού ποσοστού εμβολιασμένων» (65% του συνολικού πληθυσμού) όπως δήλωσε ο Αυστριακός Ομοσπονδιακός Καγκελάριος Alexander Schaleberg, Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και Κυβερνήσεις των κρατιδίων (Länder) αποφάσισαν να επιβάλουν το μερικό lockdown μόνο για την κατηγορία αυτή των κατοίκων της Αυστρίας, η οποία υπολογίζεται ότι αφορά περίπου 2 εκατομμύρια του πληθυσμού, και προς το παρόν για δέκα ημέρες μέχρι νεωτέρας. Υπόψη ότι και στην Αυστρία, αν και χώρα της Κεντρικής Ευρώπης και τμήμα του γερμανόφωνου ορθολογιστικού κόσμου, υπάρχει ένα ισχυρό κίνημα αντιεμβολιαστών και αρνητών του εμβολίου και των περιοριστικών μέτρων με ανάλογα επιχειρήματα με αυτά που ακούμε και διαβάζουμε από αντιεμβολιαστές στη χώρα μας. Η ιδέα του lockdown για τους ανεμβολίαστους προήρχετο από τον Κοσμήτορα και Καθηγητή Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Graz, Christoph Bezemek, ο οποίος σε συνέντευξή του τον περασμένο Αύγουστο είχε επιχειρηματολογήσει όχι μόνο υπέρ της συνταγματικότητας αλλά και της σκοπιμότητας του μέτρου.
Το μέτρο αφορά απαγόρευση εξόδου από τις οικίες τους για τους ανεμβολίαστους παρά μόνο για συγκεκριμένες εξαιρέσεις όπως η εργασία, η επίσκεψη σε γιατρό ή φαρμακείο, τα σούπερ μάρκετ και για λόγους προσωπικής αθλήσεως ή συνοδείας κατοικιδίου. Από το απαγορευτικό εξαιρούνται επίσης οι μαθητές μόνο όμως στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης με την προϋπόθεση όμως της υποβολής των μαθητών σε συνεχή αυτοδιαγνωστικά τεστ. Σε περίπτωση παραβίασης των απαγορευτικών μέτρων επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι 1450 ευρώ ενώ τους σχετικούς ελέγχους έχει αναλάβει η Αστυνομία.
Η συνταγματικότητα του μέτρου
Το μέτρο κρίνεται σύμφωνο με τον Ομοσπονδιακό Νόμο (Verfassungsgesetz), το αυστριακό Ομοσπονδιακό Σύνταγμα, από την επιστημονική κοινότητα των Συνταγματολόγων, ενώ και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αυστρίας έχει κρίνει γενικά τα μέτρα κατά της πανδημίας εξαρχής συνταγματικά, με κάποιες εξαιρέσεις που δεν αφορούσαν την ουσιαστική συνταγματικότητα καθ’ εαυτήν αλλά τη μη κάλυψη των μέτρων που επιβλήθηκαν με διατάγματα και αποφάσεις από την νομοθετική εξουσιοδότηση.
Το μέτρο αυτό εντάσσεται στο πλαίσιο της μάχης κατά της πανδημίας και καθ’ ο μέρος προτείνεται από την επιστημονική κοινότητα για την προστασία της δημόσιας υγείας και προβλέπει ορθολογισμένες εξαιρέσεις και κυρώσεις που συνάδουν με την αρχή της αναλογικότητας είναι και συνταγματικό. Δεν τίθεται ζήτημα ασυμβατότητας με την αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου ούτε με την αρχή της προστασίας της ανθρώπινης αξίας και αξιοπρέπειας, επειδή προβλέπει διακρίσεις σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους, διότι η διάκριση δεν γίνεται με κριτήριο αυθαίρετο αλλά αντικειμενικό και συναφές προς τον επιδιωκόμενο σκοπό που είναι η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ζωής και της υγείας όσο και του συλλογικού εννόμου αγαθού της δημόσιας υγείας και της λειτουργικότητας του Εθνικού Συστήματος Υγείας, ενώ η διαφορετική αντιμετώπιση των δύο κατηγοριών του πληθυσμού αφορά διαφορετικές περιπτώσεις (εμβολιασμένων που αποτελούν συγκριτικά μικρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και ανεμβολίαστων που χαρακτηρίζονται «υγειονομικές βόμβες»). Μάλιστα εάν θέλουμε να προχωρήσουμε τον νομικό συλλογισμό μας μπορούμε να πούμε ότι μία τέτοια διαφοροποίηση όχι μόνο επιτρέπεται αλλά και υπό προϋποθέσεις επιβάλλεται από το Σύνταγμα και συγκεκριμένα την γενική αρχή της ισότητας, ως ισότητας που επιβάλλει τη διαφορετική αντιμετώπιση ουσιωδώς ανόμοιων κατηγοριών προσώπων. Βέβαια, η διαμόρφωση αυτής της διαφορετικής αντιμετώπισης είναι θέμα του νομοθέτη και κατ’ εξουσιοδότηση αυτού από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, δηλ. την Κυβέρνηση.
Επιβάλλεται να εφαρμοστεί το μέτρο και στην Ελλάδα;
Όσον αφορά την χώρα μας και το ερώτημα εάν το παράδειγμα της Αυστρίας είναι προς μίμηση ή προς αποφυγή, από πλευράς Συνταγματικού Δικαίου ισχύουν mutatis mutandis ό,τι και στην Αυστρία. Ήδη έχουν επιβληθεί στη χώρα μας σχετικά ήπια περιοριστικά μέτρα που αφορούν τους ανεμβολίαστους, τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις της αρχής της αναλογικότητας και κυρίως την επιμέρους αρχή της αναγκαιότητας λόγω της ηπιότητάς τους. Άλλωστε η Κυβέρνηση, κατ’ εξουσιοδότηση του σχετικού νόμου, επιβάλλει τα μέτρα σταδιακά και κλιμακωτά, όπως έδειξε και η χθεσινή εξαγγελία επιπλέον μέτρων από τον Πρωθυπουργό. Αν αυτά αποδειχθούν ακατάλληλα ή ανεπαρκή τότε με βάση την αρχή της αναγκαιότητας, η Κυβέρνηση – η οποία γενικά ως προς το θέμα του υποχρεωτικού εμβολιασμού εμφανίζεται διστακτική και επιφυλακτική, αρνούμενη μάλλον για λόγους πολιτικού κόστους να διευρύνει την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, τα μέτρα κατά των ανεμβολίαστων και να συγκρουστεί μαζί τους – θα πρέπει να προχωρήσει σε ανάλογα με αυτά της Αυστρίας μέτρα κατά των ανεμβολίαστων ή και ακόμα αυστηρότερα, όπως πρότεινε πρόσφατα ο Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής Αθηνών Νίκος Αλιβιζάτος. Σε καμία περίπτωση δεν ενδείκνυται και από πλευράς συνταγματικότητας και από πλευράς σκοπιμότητας η επιβολή οριζόντιων περιοριστικών μέτρων κατά του συνόλου του πληθυσμού, κάτι που βέβαια η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός προσωπικά έχουν αποκλείσει.
Πρέπει να γίνει σαφές σε όσους πεισματικά και εμμονικά αρνούνται να προχωρήσουν στον εμβολιασμό κατά του κορονοϊού, συμπεριφορά κοινωνικά ανεύθυνη και συνταγματικά αντίθετη προς το καθήκον εθνικής και κοινωνικής αλληλεγγύης του άρθρου 25 παρ. 4 Σ, για διάφορους λόγους απάδοντες με την κοινή λογική, ότι η έλλειψη κοινής λογικής, κοινωνικής ευθύνης και κοινωνικής αλληλεγγύης πρέπει να έχει ένα τίμημα το οποίο πρέπει να καταβάλουν χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να το μοιραστούν μαζί τους όσοι συμπεριφέρονται υπεύθυνα έναντι του εαυτού τους και της κοινωνίας.
Χαράλαμπος Τσιλιώτης
Αναπληρωτής Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου