Με το κλείσιμο της περιόδου οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που βιώσαμε την προηγούμενη δεκαετία, η χώρα επιδιώκει να εισέλθει σταδιακά σε μια νέα εποχή ανασυγκρότησης και ανάταξης δυνάμεων. Με την επούλωση των πληγών της περιόδου αυτής, το πολιτικό σύστημα καλείται να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις που διαμορφώνουν τη σύγχρονη πραγματικότητα, όπως είναι ιδίως η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού, η κλιματική κρίση, το μεταναστευτικό και οι διεθνείς εντάσεις. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων το προσφάτως κατατεθέν στη Βουλή νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο: «Αναμόρφωση επαγγελματικής ασφάλισης, εξορθολογισμός ασφαλιστικής νομοθεσίας, συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, σύστημα διορισμού και προσλήψεων των εκπαιδευτικών της δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης και λοιπές διατάξεις».
Με το νομοσχέδιο επιδιώκεται αφενός η ουσιαστική αναμόρφωση του δεύτερου προαιρετικού πυλώνα ασφάλισης, που είναι τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, με την υιοθέτηση του θεσμού της προαιρετικής συμπληρωματικής σύνταξης ή/και εφάπαξ, αφετέρου δε η δημιουργία κεφαλαίων συνταξιοδοτικής αποταμίευσης, στα πρότυπα έτερων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη, το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει διατάξεις που ρυθμίζουν επιμέρους ασφαλιστικά ζητήματα, όπως εκείνες με τις οποίες καταργείται η περικοπή του 30% της σύνταξης του εργαζομένου συνταξιούχου και θεσπίζεται μη ανταποδοτικός πόρος υπέρ του e-ΕΦΚΑ, υπολογιζόμενος επί του εισοδήματος από την ασφαλιστέα εργασία.
Ειδικότερα, στον τομέα της Επαγγελματικής Ασφάλισης, ο οποίος υστερεί σημαντικά στη χώρα μας σε σχέση με τις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες, επιδιώκεται η δραστική τροποποίηση του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου (ιδίως νόμοι 3029/2002 και 4680/2020) και η πληρέστερη ενσωμάτωση της Οδηγίας 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΙΕΣΠ). Σύμφωνα με τις εισαγωγικές σκέψεις της Οδηγίας, «μια πραγματική εσωτερική αγορά επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών παραμένει καθοριστικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης στην Ένωση, καθώς και για την αντιμετώπιση της πρόκλησης της γήρανσης της κοινωνίας… Ως γενική αρχή τα ΙΕΣΠ θα πρέπει, όπου αρμόζει, να λαμβάνουν υπόψη τον στόχο της διασφάλισης της μεταξύ των γενεών ισορροπίας των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών καθεστώτων, αποσκοπώντας σε δίκαιη κατανομή κινδύνων και οφελών μεταξύ γενεών στις επαγγελματικές συνταξιοδοτικές παροχές» (σκ. 6-7). Σύμφωνα μάλιστα με την ίδια, ενόψει των δημογραφικών εξελίξεων στην Ένωση και της κατάστασης των εθνικών προϋπολογισμών, «οι επαγγελματικές συνταξιοδοτικές παροχές αποτελούν πολύτιμη προσθήκη στα συνταξιοδοτικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης. Ένα ανθεκτικό συνταξιοδοτικό σύστημα περιλαμβάνει διαφοροποιημένο φάσμα προϊόντων, ποικιλομορφία ιδρυμάτων καθώς και αποτελεσματικές και αποδοτικές εποπτικές πρακτικές» (σκ. 9). Αναδεικνύεται έτσι η ιδιαίτερη σημασία που αποδίδεται σε ενωσιακό επίπεδο στην επαγγελματική ασφάλιση, προκειμένου ιδίως να προστατεύονται επαρκέστερα οι εργαζόμενοι από το φαινόμενο της φτώχειας των ηλικιωμένων και να προωθούνται καθεστώτα επικουρικής σύνταξης, που θα συνδέονται με τις συμβάσεις απασχόλησης ως πρόσθετη κάλυψη στις δημόσιες συντάξεις (σκ. 10). Αξίζει να σημειωθεί ότι αν και η προθεσμία μεταφοράς της Οδηγίας έληξε την 13.01.2019, η πλήρης και ολοκληρωμένη μεταφορά της στην εθνική μας έννομη τάξη επιχειρείται με καθυστέρηση σχεδόν πέντε ετών, δείγμα της απουσίας στη χώρα μας κουλτούρας αξιοποίησης της επαγγελματικής ασφάλισης.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του σχεδίου νόμου (άρθρο 4), τα Ι.Ε.Σ.Π. αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, και ιδρύονται σύμφωνα τις διαδικασίες που το ίδιο προβλέπει (άρθρο 8) ή έχουν ήδη ιδρυθεί και αδειοδοτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν. 3029/2002. Καταλαμβάνει συνεπώς στο ρυθμιστικό του πεδίο το σύνολο των Ι.Ε.Σ.Π., ανεξαρτήτως εάν αυτά είναι ήδη συνεστημένα ή πρόκειται να συσταθούν. Περαιτέρω, σε συμμόρφωση προς την ανωτέρω Οδηγία, θεσπίζονται ρυθμίσεις για την απλοποίηση των διαδικασιών σύστασης των ταμείων επαγγελματικής ασφάλισης, ορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο του Καταστατικού τους, ενώ παράλληλα καθίσταται δυνατή η ίδρυσή τους από περισσότερους εργοδότες χωρίς να απαιτείται η κλαδική ή επαγγελματική συνάφειά τους. Επίσης, προβλέπονται λεπτομερώς οι ελάχιστες προϋποθέσεις για τη λήψη των συνταξιοδοτικών παροχών, καθώς και κανόνες επαρκούς και έγκαιρης πληροφόρησης των μελών τους ώστε να διασφαλίζονται συνθήκες διαφάνειας και να οικοδομούνται σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των ταμείων και των μελών τους.
Πέραν τούτων, σε συμμόρφωση με την Οδηγία, υιοθετούνται, για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση, κανόνες αποτελεσματικής διακυβέρνησης των Τ.Ε.Α., που βασίζονται στη χρηστή και συνετή διαχείριση των δραστηριοτήτων τους. Το σύστημα αυτό περιλαμβάνει, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, κατάλληλη και διαφανή οργανωτική δομή, με σαφή κατανομή και κατάλληλο διαχωρισμό καθηκόντων, καθώς και αποτελεσματικό μηχανισμό με τον οποίο διασφαλίζεται η μετάδοση των πληροφοριών εντός του Τ.Ε.Α. Στο πλαίσιο του συστήματος διακυβέρνησης, συνεκτιμώνται μάλιστα, κατά ρητή νομοθετική επιταγή, για τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων, περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες, καθώς και παράγοντες που σχετίζονται με τη διακυβέρνηση επενδυτικών στοιχείων του ενεργητικού. Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται επίσης στους επενδυτικούς κανόνες που οφείλουν να ακολουθούν τα Τ.Ε.Α., με πρώτιστο εκείνον της «συνετής διαχείρισης».
Καθοριστικής σημασίας για τη λειτουργία του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης είναι εξάλλου οι διατάξεις για την εποπτεία και τον έλεγχο των εν λόγω Ταμείων. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, η Τράπεζα της Ελλάδος ορίζεται ως «αρμόδια αρχή» εποπτείας, κατά την έννοια των άρθρων 45 επ. της Οδηγίας, με έναρξη την 01.01.2025. Πρόκειται, αναμφίβολα, για πρόβλεψη που προάγει, ενόψει ιδίως της ανεξαρτησίας και του θεσμικού βάρους της Τράπεζας της Ελλάδος, τη διαφάνεια στον τομέα αυτό και, συνακόλουθα, την εμπιστοσύνη, αρκεί βεβαίως να διασφαλιστεί η πρακτική δυνατότητά της να ανταποκριθεί στον εν λόγω σύνθετο και απαιτητικό ρόλο που της ανατίθεται, ιδιαίτερα εάν διευρυνθεί δραστικά ο αριθμός των (εποπτευομένων) Τ.Ε.Α. Τέλος, προβλέπεται η δυνατότητα λειτουργίας των Αλληλοβοηθητικών Ταμείων ως Τ.Ε.Α., κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους στην αρμόδια αρχή. Στην περίπτωση αυτή, το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας των Ταμείων περιέρχεται, χωρίς την καταβολή φόρων, τελών και δικαιωμάτων υπέρ του Δημοσίου, Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή άλλου προσώπου στα νεοϊδρυθέντα Τ.Ε.Α., τα οποία θεωρούνται καθολικοί διάδοχοι και υπεισέρχονται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.
Πέραν των ανωτέρω διατάξεων για την επαγγελματική ασφάλιση, που αποτελούν τον βασικό κορμό του σχεδίου νόμου, σε αυτόν περιλαμβάνονται, όπως σημειώθηκε, διατάξεις που ρυθμίζουν επιμέρους ζητήματα της κοινωνικής ασφάλισης. Πρόκειται για λεπτομερέστερες ρυθμίσεις που αποβλέπουν ιδίως στην ενθάρρυνση των συνταξιούχων για επανένταξη στην αγορά εργασίας και αύξηση του εισοδήματός τους, στη διευκόλυνση απονομής σύνταξης σε οφειλέτες του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, στην επιτάχυνση της απονομής επικουρικών συντάξεων, στην αύξηση του επιπέδου κοινωνικής προστασίας σε άτομα που εντάσσονται σε ιδιαίτερα ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, στην προστασία των συντάξεων από τον πληθωρισμό, στον εξορθολογισμό της υγειονομικής κάλυψης των ανασφάλιστων και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, στην παροχή δυνατότητας στους νέους να ενταχθούν στην επικουρική ασφάλιση του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης, καθώς και στην ενίσχυση της προστασίας της μητρότητας.
Συνολικά θεωρούμενο, το σχέδιο νόμου επιχειρεί να μεταρρυθμίσει κατά τρόπο ουσιαστικό το υφιστάμενο πλαίσιο της επαγγελματικής ασφάλισης, ώστε να παρασχεθεί ακόμη μια ευκαιρία για ανάπτυξη και επέκταση του θεσμού αλλά και να επιτευχθεί η πληρέστερη και ουσιαστικότερη εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας προς τις επιταγές της Οδηγίας 2016/2341. Πρόκειται επί της ουσίας για προσπάθεια μεταφοράς των αντίστοιχων ρυθμιστικών κανόνων που προβλέπονται σε έτερες ευρωπαϊκές χώρες και συμπυκνώνονται στην εν λόγω Οδηγία. Το σχέδιο νόμου δεν μπορεί ασφαλώς, από μόνο του, να επιφέρει σημαντικές τομές στο ασφαλιστικό μας σύστημα. Άλλωστε, η επαγγελματική ασφάλιση μόνον ως συμπληρωματικό στοιχείο του συστήματος αυτού είναι δυνατόν να νοηθεί. Εντούτοις, το σχέδιο νόμου μπορεί να θεωρηθεί, όχι αδικαιολόγητα, ως ψηφίδα ενός συνολικότερου εθνικού σχεδίου αναμόρφωσης του συστήματος αυτού. Σχεδίου, που είναι απαραίτητο προκειμένου να καταστεί ικανό το κοινωνικοασφαλιστικό μας σύστημα να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες μεγάλες προκλήσεις αλλά και να εναρμονιστεί με τη νέα πραγματικότητα της μετά – κρίσεως εποχής και ωρίμανσης του πολιτικού συστήματος της χώρας.
Απόστολος Παπακωνσταντίνου
Συνταγματολόγος – Δικηγόρος, βασικός εταίρος και Διαχειριστής της Δικηγορικής Εταιρείας «Απ. Παπακωνσταντίνου – Ν.-Κ. Χλέπας και Συνεργάτες».