Η δημοσίευση της πρόσφατης απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτE) (1684/2022 ΣτΕ – από την επίσημη ιστοσελίδα του Συμβουλίου της Επικρατείας), αποσαφηνίζει το νομικό ζήτημα της συνταγματικότητας του υποχρεωτικού εμβολιασμού των εργαζομένων σε δομές υγείας. Ειδικότερα, απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεως της «Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων» (Π.Ο.Ε.ΔΗ.Ν.), η οποία ζητούσε την ακύρωση: α) της Δ1α/ΓΠ.οικ.50933/13.8.2021 κοινής υπουργικής απόφασης «Διαδικασία και λόγοι απαλλαγής από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού», β) του 655/11.8.2021 εγγράφου του Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας με θέμα «Υποχρέωση εμβολιασμού του προσωπικού σε δομές παροχής υπηρεσιών υγείας και άμεση αναπλήρωση ανεμβολίαστου προσωπικού» και γ) κάθε άλλης συναφούς πράξεως ή παραλείψεως της Διοικήσεως προγενέστερης ή μεταγενέστερης.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο συλλογισμός του Δικαστηρίου, στα βασικά σημεία του οποίου θα αναφερθούμε. Αρχικά, επισημαίνεται ότι το δικαίωμα στην υγεία αναγνωρίζεται στο Σύνταγμά μας ως ατομικό (άρθρο. 5 παρ. 5 του Συντάγματος) αλλά και ως κοινωνικό δικαίωμα (άρθρο. 21 παρ. 3 του Συντάγματος). Η ατομική του έκφανση εύκολα γίνεται αντιληπτή, με την ανάγκη προστασίας της ατομικής υγείας και σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας του ατόμου από προσβολές και διακινδυνεύσεις, καθώς και την ελευθερία του αυτοκαθορισμού του, ήτοι την ελευθερία του ατόμου να αποφασίζει το ίδιο για θέματα της υγείας του. [i]
Πιο σύνθετη είναι η κοινωνική διάσταση του δικαιώματος, η οποία συνίσταται στην υποχρέωση του Κράτους προς παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου και στη λήψη των αναγκαίων εκάστοτε θετικών μέτρων που αποβλέπουν στην προστασία της υγείας, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η δημόσια υγεία. Η πανδημία έχει σαφώς θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία των πολιτών, γεγονός που υποχρεώνει το Κράτος, με γνώμονα την αρχή της προφύλαξης, να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της μετάδοσης της ασθένειας και για την μείωση της πίεσης που ασκείται στις υπηρεσίες υγείας. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να εξετάζεται σε κάθε περίπτωση ότι το εκάστοτε μέτρο είναι αναγκαίο αλλά και κατάλληλο, να προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, η οποία να θεσπίζεται κατόπιν τεκμηριωμένων επιστημονικών, ιατρικών και επιδημιολογικών πορισμάτων, να επιβάλλεται χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις και να παρέχεται δυνατότητα εξαιρέσεως σε ειδικές περιστάσεις και η διάρκειά του να μην υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα.[ii] [iii] Ένα τέτοιο μέτρο συνιστά και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας, τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο.
Εν συνεχεία, στην απόφαση τονίζεται μεν η αξία της αρχής του αυτοπροσδιορισμού (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος), έκφανση της οποίας αποτελεί και η λήψη ενημερωμένης συναίνεσης του ασθενούς, διευκρινίζεται δε ότι δεν συνιστά απόλυτο δικαίωμα και ως εκ τούτου δύναται να υποχωρήσει για λόγους δημοσίου συμφέροντος, τηρουμένης πάντοτε της Αρχής της Αναλογικότητας. (βλ. ιδίως άρθρο 26 της Σύμβασης του Οβιέδο, που στοιχεί προς τους περιορισμούς, που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 8 της Ε.Σ.Δ.Α.). Εξάλλου, εν όψει της υψηλής μεταδοτικότητας του ιού, προκρίνεται αφενός η προστασία των ευπαθών ομάδων, οι οποίες είτε λόγω ηλικίας είτε λόγω υποκείμενων νοσημάτων είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στον ιό, και αφετέρου η διασφάλιση -ει δυνατόν- ομαλούς παροχής υγειονομικής περίθαλψης, υπό τέτοιες δυσμενείς συνθήκες. Η εφαρμογή τυχόν ηπιότερων μέτρων αντί του υποχρεωτικού εμβολιασμού κρίνεται ότι κατά την υπό κρίση χρονική περίοδο δεν θα ήταν αποτελεσματική, δεδομένης της υψηλότατης μεταδοτικότητας της επικρατούσας μετάλλαξης «Δέλτα».[iv]
Επιπροσθέτως, το Δικαστήριο επισημαίνει στην απόφασή του ότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων προέβη, σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών 762/2004 και 507/2006 σε αυστηρό έλεγχο των εμβολίων κατά του κορωνοϊού covid-19, με σκοπό να εγγυηθεί ότι αυτά ανταποκρίνονται στα ευρωπαϊκά πρότυπα ασφάλειας, αποτελεσματικότητας και ποιότητας και ότι είναι παρασκευασμένα και ελεγμένα σε πιστοποιημένα εργαστήρια, προκειμένου αυτά να λάβουν άδεια κυκλοφορίας και συνεπώς, δεν είναι ούτε πειραματικά ούτε δοκιμαστικά.
Τέλος, ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην αρχή της «μη – βλάβης», τη δεοντολογική υποχρέωση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού να προφυλάξουν τους ασθενείς, οι οποίοι τους έχουν εμπιστευτεί την αποκατάσταση της υγείας τους και να μην τους μεταδώσουν τον ιό.
Εν κατακλείδι, για όλους τους ανωτέρω λόγους, το ΣτΕ κατέληξε ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός του προσωπικού των δομών υγείας δεν προσκρούει σε καμία συνταγματικής ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή, απορρίπτοντας την αίτηση ακυρώσεως της ΠΟΕΔΗΝ. Η απόφαση του ΣτΕ δεν προκαλεί εντύπωση, καθώς έρχεται σε πλήρη αρμονία με προγενέστερες αποφάσεις του, στις οποίες το Δικαστήριο είχε επίσης ταχθεί υπέρ της συνταγματικότητας του εν λόγω μέτρου. [v] [vi]
Εύλογα, καθίσταται αντιληπτό ότι η περί συνταγματικότητας κρίση τελεί σε συνάρτηση με τις εκάστοτε ισχύουσες επιδημιολογικές συνθήκες. Υφίσταται, επομένως, λόγω της φύσεως του μέτρου του υποχρεωτικού εμβολιασμού και των συνεπειών του, υποχρέωση συνολικής επαναξιολογήσεώς του από τον νομοθέτη και τη διοίκηση, εντός ευλόγου χρόνου, από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, λαμβάνοντας υπόψιν τις επιστημονικές εξελίξεις ως προς την αξία, την αποτελεσματικότητα και τις συνέπειες των διαθέσιμων εμβολίων κατά του κορωνοϊού, την πορεία και την εξέλιξη της πανδημίας, καθώς και των ενδεχόμενων επιπτώσεων της αναστολής καθηκόντων των εργαζομένων στη λειτουργία των δομών υγείας.
Γιάννης Καρούζος
Δικηγόρος – Εργατολόγος
Υποσημειώσεις:
[i] Ε.Δ.Δ.Α. Pretty κατά Η.Β. 2346/02: Το Δικαστήριο για πρώτη φορά συνέδεσε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης (self-determination) με την έννοια της προσωπικής αυτονομίας που υπάγεται στο πεδίο του άρθ. 8 ΕΣΔΑ. Η επιλογή δηλαδή της Pretty να διαλέξει το πότε και πώς θα τερμάτιζε την ζωή της, αναγνωρίστηκε από το ΕΔΔΑ ότι ανήκει στην σφαίρα του άρθρου 8 ΕΣΔΑ..
[ii] ΣτΕ 622/2021: «Το μέτρο του εμβολιασμού νηπίων και παιδιών, καθ` εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως συνταγματικώς ανεκτή, εφόσον προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα, ενώ παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται.»
[iii] ΣτΕ 1147/2022: «Το Κράτος, με γνώμονα την αρχή της προφύλαξης, οφείλει να λάβει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της διαδόσεως της ασθένειας, και, κατ’ επέκταση, την μείωση της πιέσεως των υπηρεσιών υγείας, έως ότου εξευρεθεί επιστημονικώς τεκμηριωμένη λύση αποτελεσματικής αντιμετωπίσεώς της, οι δε πολίτες έχουν δικαίωμα να απαιτήσουν την πραγμάτωση της σχετικής υποχρεώσεως του Κράτους. Τα μέτρα αυτά μπορεί να συνιστούν ακόμα και σοβαρή επέμβαση στην απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου.»
[iv] ΣτΕ 1147/2022: «Τα επίμαχα μέτρα δεν παρίστανται προδήλως δυσανάλογα για την ικανοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, ούτε προδήλως μη αναγκαία, εν όψει ιδίως της αρμοδίως παρατηρηθείσας αυξήσεως των ημερησίων, εργαστηριακώς επιβεβαιωμένων, κρουσμάτων της νόσου. Η χρήση μη ιατρικής μάσκας συνιστά μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας, ο δε περιορισμός της προσωπικότητας των αιτούντων λόγω της υποχρεωτικής χρήσεως μάσκας δεν είναι δυσανάλογος για την ικανοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού, εφόσον θεσπίζονται εξαιρέσεις.»
[v] ΣτΕ 133/2021 – Πανδημία κορωνοϊού covid-19 και εμβολιασμός υπαλλήλων που υπηρετούν στις Ε.Μ.Α.Κ. της Πυροσβεστικής: «Την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος επέβαλαν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι κωλύουν τη χορήγηση της αναστολής εκτέλεσης. Η προσβαλλόμενη πράξη δεν εξαναγκάζει τους αιτούντες να εμβολιαστούν, ενώ η βλάβη που επικαλούνται λόγω στέρησης, σε περίπτωση τοποθέτησής τους σε άλλη υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος, του ειδικού επιδόματος είναι οικονομική και επανορθώσιμη.»
[vi] ΣΤΕ 250/2021 ΣΤΕ – Πανδημία και υποχρεωτικός εμβολιασμός του προσωπικού των νοσοκομείων (ιατρικού, παραϊατρικού, νοσηλευτικού, διοικητικού και υποστηρικτικού), κατά το άρθρο 206 παρ. 2 του ν. 4820/2021: «Η βλάβη που θα υποστούν οι αιτούντες από την άρνησή τους να συμμορφωθούν στο μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού covid-19 και της επίδειξης του πιστοποιητικού ή της βεβαίωσης του άρθρου 205 του ν. 4820/2021, λόγω της απώλειας των αποδοχών τους, δεν έχει ανεπανόρθωτο χαρακτήρα […] Η βλάβη αυτή δεν δικαιολογεί τη χορήγηση αναστολής, σταθμιζόμενη με το γεγονός ότι ο εμβολιασμός των αιτούντων υπαγορεύεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, που συνίστανται στην προστασία της δημόσιας υγείας και στην εύρυθμη λειτουργία των νοσηλευτικών μονάδων, ενώ δεν υφίσταται κίνδυνος διαταράξεως της λειτουργίας των νοσηλευτικών μονάδων, διότι σε περίπτωση υπάρξεως κενών θα προσλαμβάνεται προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένης διάρκειας» Όμοιες οι αριθμ. 251 και 251/2021 ΣτΕ.